Επιμέλεια: Δήμητρα Αλεξοπούλου
Φωτογραφίες: Σοφία Μανώλη
Τι θα έκαναν οι ήρωες του Βυσσινόκηπου σήμερα, έχοντας χάσει το σπίτι τους σε πλειστηριασμό; Την απάντηση επιχειρεί να δώσει ο Πρόδρομος Τσινικόρης στην εναρκτήρια παράσταση του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών. Το (Somewhere) beyond the cherry trees σηματοδοτεί την επαναλειτουργία της Πειραιώς 260, αλλά και την επάνοδο στην ενεργό δράση του πρώην συνυπεύθυνου, μαζί με τον Ανέστη Αζά, της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου – ενός εγχειρήματος που η κεφαλαιώδης σημασία του μένει να αποτιμηθεί στο μέλλον. Αμήχανοι ακόμα από την αίσθηση του ανοιχτού χώρου, ήπιαμε τον πρώτο μας καφέ μετά τον εγκλεισμό συζητώντας για την εισβολή της νέας οικονομίας στην προσωπική ζωή των ανθρώπων, τις επιλογές του στην Πειραματική και το τι πρόκειται να συμβεί στο θέατρο μετά από σχεδόν ενάμιση χρόνο υποχρεωτικής σιωπής.
Εμβολιάστηκες λοιπόν. Εμβολιάστηκα στο Κέντρο Υγείας Παγκρατίου. Όταν μπήκα για την πρώτη δόση, η κυρία Έλσα, μία πολύ ευγενική γιατρός, μου λέει: τι να σου βάλω; Της λέω τι εννοείτε; Ποτάκι, πρωί-πρωί 8 η ώρα; Όχι, λέει, έχουμε youtube εδώ. Δεν ζήτησα ένα τραγούδι που μου ήρθε εκείνη τη στιγμή, απλά σκέφτηκα ένα που ήταν cool να λέω μετά σε διάφορες ιστορίες. Και εμβολιάστηκα με Λεξ, το Πολυκατοικίες. Ήθελα να στο πω σαν ιστορία on the side γιατί δεν συμβαίνουν πλέον ιστορίες.
Άρα πρέπει να τις εφεύρουμε. Πρέπει να τις εφεύρουμε, γιατί τους τελευταίους μήνες, από τον Νοέμβριο μέχρι τον Απρίλιο που ξεκινήσαμε να κάνουμε πρόβες, δεν συνέβη τίποτα. Ήταν μια επανάληψη της προηγούμενης χρονιάς: είμαστε στο σπίτι, δεν κάνουμε τίποτα, προσέχουμε, δεν βρισκόμαστε με άλλους. Τώρα αρχίζω και νιώθω ότι ξυπνάω από αυτή τη χειμερία νάρκη. Βγαίνω έξω και όλοι οι άνθρωποι έχουν ενδιαφέρον. Εκεί που παλιά θα τους προσπερνούσες, που δεν θα κολλούσε το βλέμμα σου, τώρα τους χαζεύω. Τους βρίσκω όλους πολύ γοητευτικούς.Ξαφνικά θέλω να δω πώς κινείται κάποιος, πώς περπατάει, πώς τρέχει, πώς καπνίζει, πώς κάθεται και διαβάζει. Φαντάζομαι σε 2-3 μήνες, αν συνεχίσουμε έτσι, πάλι θα έχουν μικρό ενδιαφέρον όπως και πριν.
Βρίσκω εξαιρετικά τολμηρή ιδέα τη συνέχεια του Βυσσινόκηπου. Η ιδέα αυτή γεννήθηκε στο Παγκράτι όπου μένω εδώ και 6-7 χρόνια. Έχει μεταμορφωθεί η γειτονιά, έχουν φύγει πολλοί άνθρωποι που έμεναν εδώ είτε επειδή τους έδιωξαν οι ιδιοκτήτες, είτε επειδή ανέβηκε πολύ το ενοίκιο. Έχει γίνει μια πιο τουριστικοποιημένη γωνία της Αθήνας. Ήθελα να συνεχίσω κάπως το νήμα που είχα πιάσει με τους άστεγους πωλητές της Σχεδίαςπριν από 6 χρόνια, στο Στη Μέση του Δρόμου, και να κάνω μία παράσταση με θέμα την τουριστικοποίηση της Αθήνας ή όποιας νότιας ευρωπαϊκής μητρόπολης: εξώσεις, πλειστηριασμοί, μετακινήσεις του πληθυσμού από μία γειτονιά σε μία άλλη. Ξαφνικά είμαστε σε μία άλλη πόλη, έχεις αυτό το αίσθημα του εκτοπισμού ή ζεις κάτω από το φόβο του. Εμένα μου αρέσει το κέντρο, θέλω να ζω εκεί που εργάζομαι. Ήθελα να κάνω κάτι με αυτό το θέμα, αλλά να μην είναι με ανθρώπους που το έχουν βιώσει, ανεβαίνουν στη σκηνή και μιλάνε για αυτό όπως κάνουμε στο θέατρο ντοκιμαντέρ-μέχρι να γίνει η παράσταση μπορεί να έχουν αλλάξει όλα. Μεταξύ άλλων μπορεί να έχει γίνει η μεγαλύτερη πανδημία του τελευταίου αιώνα! Σκέφτηκα να δουλέψω στο συγκεκριμένο πρότζεκτ με ηθοποιούς και να ψάξω στη λογοτεχνία μία γνωστή ιστορία με μία οικογένεια που χάνει το σπίτι της. Συνήθως το πρώτο που σκέφτεται κάποιος όταν κάνει έρευνα είναι και αυτό στο οποίο θα καταλήξει, όσα βιβλία και να διαβάσει μετά. Ο Βυσσινόκηπος είναι ένα ενδιαφέρον εφαλτήριο για αυτές τις ιστορίες.
Τι συμβαίνει στο έργο του Τσέχωφ; Μία πρώην αριστοκρατική οικογένεια χάνει το κτήμα της. Ήταν προνομιούχα και τώρα πλέον δεν είναι γιατί υπάρχει μία νέα ανερχόμενη τάξη, η οποία εκμεταλλεύεται τις αλλαγές της εποχής και της οικονομίας. Όταν διαβάζεις τον Βυσσινόκηπο ξανά υπό αυτό το πρίσμα, λες ότι ο Λοπάχιν είναι ο CEO της Airbnb. Αυτό κάνουν. Έχετε χρέος; Τι θα κάνετε; Θα χωρίσετε το κτήμα σας σε οικόπεδα και θα χτίσετε εξοχικές κατοικίες. Πάνω στις αναμνήσεις σας, στο σπίτι σας, στις βυσσινιές σας. Και επειδή είμαστε σε μία χώρα που οι περισσότεροι έχουν χρέος, αναγκάζονται πλέον να εισέλθουν σε αυτή τη νέα οικονομία, όπου δεν υπάρχει ο διαχωρισμός της ημέρας σε 8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ύπνο και 8 ώρες ανάπαυση. Διαχωρίζεται όλο και λιγότερο η προσωπική από την επαγγελματική ζωή.
Έτσι είπα να συνεχίσω τον Βυσσινόκηπο, χωρίς να πάρω όλους τους χαρακτήρες. Είμαστε έξι άτομα επί σκηνής. Ακολουθούμε την πορεία της οικογένειας και των δύο ιδεολογικών αντιπάλων, του Λοπάχινκαι του Τροφίμοβ.Ο Λοπάχινείναι ο άνθρωπος της νέας εποχής και ο Τροφίμοβο άνθρωπος ο οποίος θέλει να αλλάξει τον κόσμο κηρύσσοντας. Ο ένας είναι ο άνθρωπος των πράξεων, ο άλλος ο άνθρωπος των λέξεων. Αφηγούμαστε την ιστορία όχι κάτω από το πρίσμα της τσαρικής Ρωσίας του 1900, αλλά κάτω από το σημερινό, όπου αν θες να υπάρχεις μέσα στην οικονομία θα πρέπει να γίνεις γρανάζι αυτού του νεοφιλελεύθερου οικονομικού μοντέλου, του gig economy, όπου οι δουλειές αντιμετωπίζονται ως gigs. Το είχε γράψει πολύ ωραία o Κόλιν Κράουτς (Colin Crouch) στο βιβλίο του “will the gig economy prevail?”. Αντιμετωπίζεται η δουλειά με όρους των μουσικών καλλιτεχνών. Οι μουσικοί δεν έχουν σταθερή εργασία: κλείνουν μία δουλειά, και όταν τελειώνει είναι πάλι σε μία επισφαλή εργασιακή συνθήκη. Ακριβώς αυτό εφαρμόζεται όλο και περισσότερο και σε άλλους τομείς της οικονομίας.
Είστε η παράσταση που ανοίγει το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών. Αυτές τις μέρες ψηφίστηκε ένα εργασιακό νομοσχέδιο το οποίο εξωθεί τα πράγματα προς τα εκεί που περιέγραψες. Το Φεστιβάλ Αθηνών είναι κρατικός οργανισμός. Σε έχει απασχολήσει ότι αυτό που κάνετε είναι σε κρατικό φορέα και τοποθετείται αντίθετα προς την κυβερνητική πολιτική; Καταρχάς δεν πιστεύω ότι το Φεστιβάλ Αθηνών κινείται στην κατεύθυνση της κυβέρνησης. Και δεν θα έπρεπε. Ούτε το Φεστιβάλ, ούτε το Εθνικό ή οποιοδήποτε κρατικό θέατρο. Είναι μία σκέψη που δεν μου έχει περάσει ποτέ από το μυαλό. Τι να σου πω τώρα; Ότι έχουμε βάλει ατάκες των βουλευτών της κυβέρνησης στο κείμενο του Λοπάχιν και στους άλλους χαρακτήρες; Ναι, το έχουμε κάνει. Ευτυχώς δεν ζούμε στη Σοβιετική Ένωση να φοβάμαι μη λογοκριθώ.
Προφανώς ούτε και με την Ισορροπία του Νας σάς είχε περάσει από το μυαλό. Δεν έχουμε μιλήσει δημόσια για την Ισορροπία του Ναςμε τον Ανέστη, δεν μας έχουν ρωτήσει και ποτέ. Μετά από δύο εβδομάδες σταμάτησε όλη η αναταραχή. Νομίζω ότι Η Ισορροπία του Νας ήταν η πρώτη παράσταση στην Ελλάδα που έπεσε θύμα fake news . Ειπώθηκαν και γράφτηκαν απίστευτα ψέματα, διαστρεβλώθηκε η αλήθεια. Άνθρωποι που δεν είχαν δει την παράσταση μιλούσαν για υποτιθέμενους συντελεστές της που ήταν στη φυλακή και έπαιρναν χρήματα από το ελληνικό δημόσιο -πράγμα που δεν ίσχυε. Ο Ανέστης κι εγώ, απέναντι σε αυτό τον τεράστιο μηχανισμό, ήμασταν εντελώς ανυπεράσπιστοι. Ήταν σαν να παίζαμε εκτός έδρας με πέντε παίκτες λιγότερους. Δεν καταλαβαίναμε καν τι γινόταν, γιατί για μας Η Ισορροπία του Νας ήταν μία παράσταση που μιλούσε για το κατά πόσο ένα κράτος έχει ή όχι το δικαίωμα να παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα.
Έχουν περάσει πια 5 χρόνια, ικανό διάστημα. Ήταν στην αρχή της θητείας σας. Υπάρχει κάτι που σήμερα θεωρείς ότι έπρεπε να χειριστείτε διαφορετικά; Έγιναν όλα τόσο γρήγορα. Είχαν ακουστεί και φωνές από τον κλάδο μας στο θέατρο ότι θα έπρεπε να είχαμε παραιτηθεί -αφού η καλλιτεχνική διεύθυνση αποφάσισε να σταματήσει την παράσταση. Εγώ δεν μετάνιωσα ποτέ που δεν παραιτηθήκαμε. Νομίζω θα ήταν μία νίκη όλων όσων μας έκαναν πόλεμο εκείνον τον καιρό. Ήταν προτιμότερο να μείνουμε, παρόλες τις δυσκολίες, και να δώσουμε την ευκαιρία σε συναδέλφους μας να παρουσιάσουν την δουλειά τους στην Πειραματική για τα επόμενα 4 χρόνια. Νομίζω ότι για τους περισσότερους από αυτούς η πόρτα του Εθνικού δεν θα άνοιγε αν δεν ήμασταν εμείς εκεί. Γιατί ήταν της νέας γενιάς, τριαντάρηδες, όπως εμείς. Στα 5 χρόνια εγώ δεν σκηνοθέτησα τίποτα, ούτε μία παράσταση. Ο Ανέστης έκανε μία, το Φιντανάκι. Ήταν μία συνειδητή απόφαση. Θα μπορούσαμε κάθε χρόνο να κάναμε μία παράσταση ο καθένας. Αν είχαμε παραιτηθεί δεν θα βλέπαμε… από πού να ξεκινήσω; Την Ελένη Ευθυμίου, την Αργυρώ Χιώτη, το Γιώργο Κουτλή, τον Σίμο Κακάλα, τη Λένα Κιτσοπούλου, τον Ηλία Αδάμ, τον Γιάννη Παναγόπουλο, τον Δημήτρη Μπαμπίλη, την Ηλέκτρα Ελληνικιώτη, τη Γεωργία Μαυραγάνη, τον Γιάννο Περλέγκα, τη Μαρία Πανουργιά, την Κατερίνα Γιαννοπούλου, τη Σοφία Μαραθάκη… Πάρα πολλές γυναίκες. Ήμασταν μία σκηνή που είχαμε γύρω στο 60% γυναίκες σκηνοθέτες στο ρεπερτόριο.
Είναι πάρα πολύ σημαντικό ότι ανοίξατε στην γενιά σας την πόρτα του Εθνικού Θεάτρου, για το οποίο η εικόνα που είχαμε ήταν άλλη. Αισθάνεστε ότι πετύχατε τον στόχο σας; Ο Ανέστης κι εγώ αισθανόμαστε ότι σίγουρα κάναμε ό,τι μπορούσαμε μέσα σε έναν κρατικό φορέα. Ο Ανέστης παραιτήθηκε δύο μήνες πριν λήξει το συμβόλαιό του -είχε μία άλλη σκηνοθεσία στην Κροατία. Εγώ συνέχισα γιατί ήθελα να είμαι παρών μέχρι να ξεκινήσει η νέα σεζόν σε περίπτωση που κάτι χρειαστεί. Να είμαι στην παρουσίαση του προγράμματος, στις συνεντεύξεις τύπου, στις πρώτες πρόβες… Να σιγουρέψουμε ότι το πρόγραμμά μας για την τελευταία σεζόν θα υλοποιηθεί. Από εκεί και πέρα ήξερα ότι θα φύγω, είχα κανονίσει άλλα πράγματα. Ήταν συνειδητή απόφαση να σταματήσουμε. Καταλαβαίναμε ότι μέσα από αυτό τον μηχανισμό και με αυτό το μπάτζετ δεν μπορούσαμε να κάνουμε πολλά. Μπορούσαμε να υποστηρίξουμε τρεις παραστάσεις τον χρόνο. Μόνο. Ήταν αδύνατον να κάνουμε lecture performances, να διοργανώσουμε διάλογο με το κοινό, να έχουμε καλεσμένους. Το Φεστιβάλ Νέων Δημιουργών γινόταν κάτω από ιδιαίτερα επισφαλείς συνθήκες. Και φτάνει η στιγμή που λες «ωραία, μέχρι εδώ. Όσο περισσότερο κάθομαι σε αυτή τη θέση, τόσο περισσότερο υπονομεύω αυτά που πιστεύω. Μέχρι εδώ ήταν, να σταματήσουμε».
Θα θυμίσω ότι στη συνέντευξη τύπου για τη νέα σεζόν και τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση, ο Δημήτρης Λιγνάδης εν πολλοίς είχε ανακοινώσει και το τέλος της Πειραματικής. Πώς ένιωσες; Ήταν κάτι που περίμενα, δεν με εξέπληξε καθόλου. Μερικές φορές είναι ωραίο κάποια πράγματα να είναι συνυφασμένα και με τους ανθρώπους που τα ξεκίνησαν. Είναι η Πειραματική του Στάθη Λιβαθινού, η Πειραματική του Ανέστη και του Πρόδρομου. Κάθε καλλιτεχνικός διευθυντής έχει δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει όταν αναλαμβάνει. Ο Δημήτρης Λιγνάδης την έκανε αρχαιόθεμη ερευνητική. Μπορούσε να την κάνει σύγχρονης δραματουργίας, γιατί εμείς προς εκείνη την κατεύθυνση κινηθήκαμε τα τελευταία χρόνια, ή σκηνή Σαίξπηρ. Θα μπορούσε να την κάνει οτιδήποτε. Αυτό που μας ενδιέφερε ήταν τουλάχιστον το πρόγραμμα που είχαμε προετοιμάσει να εκτελεστεί. Οι άνθρωποι να μην βρεθούν στο δρόμο,να μην χάσουν τις δουλειές που είχαν κλείσει μαζί μας. Αυτό ήταν το πιο σημαντικό για εμάς. Από εκεί και πέρα ξέραμε ότι θα κλείσει το κεφάλαιο της Πειραματικής και μπορεί να ανοίξει σε 5 χρόνια ή από του χρόνου, υπό μία άλλη διεύθυνση.
Όλοι κρίνονται από τις επιλογές τους, από το τι έκαναν, τι κατάφεραν, πόσο άντεξαν. Δεν θέλω να φανεί ότι δεν με ενδιαφέρει τι ήταν η Πειραματική, πώς έκλεισε, ποια είναι η κληρονομιά της – ξέρω ποια είναι. Είναι μια γενιά νέων σκηνοθετών που δούλεψε στο Εθνικό Θέατρο και τώρα συνεχίζουν στη Στέγη, στο Φεστιβάλ, επιχορηγούμενοι. Αυτό μας χαροποιεί. Αισθανόμαστε περισσότερο ότι, παρόλο που εμείς δεν κάναμε καλλιτεχνικό έργο, δώσαμε βήμα στη γενιά μας. Ως χειρονομία νομίζω μετράει πολύ περισσότερο – ή έτσι θα έπρεπε. Δεν είμαστε από αυτούς που θα πούμε «Πήραμε αυτή τη θέση, ας σκηνοθετούμε κάθε χρόνο στην Επίδαυρο και στην Κεντρική Σκηνή». Ξέραμε ότι μπορούμε να δουλέψουμε και στο εξωτερικό. Η Πειραματική δεν ήταν δικό μας βήμα. Είχαμε χρέος απέναντι στη γενιά των ανθρώπων που έκαναν θέατρο χωρίς επιχορηγήσεις για 7-8 χρόνια, κάτω από πολύ επισφαλείς συνθήκες, με ποσοστά επί των εισιτηρίων. Κι εγώ έχω δουλέψει κάτω από τέτοιες συνθήκες. Δεν δούλευα πάντα με 5μηνο συμβόλαιο στο Εθνικό Θέατρο. Οπότε όταν αναλαμβάνεις αυτή τη θέση πιστεύω ότι έχεις μία ευθύνη απέναντι στην γενιά στην οποία ανήκεις. Δεν στηρίζουμε απλά νέους καλλιτέχνες, στηρίζουμε ανθρώπους που ξέρουμε ότι έχουν περάσει τα ίδια με μας.
Περάσαμε ενάμιση χρόνο χωρίς θέατρο, υπό μια κοινωνική συνθήκη πρωτάκουστη. Τώρα που ανοίγουν τα θέατρα είναι δυνατόν να επιστρέψουμε στα ίδια, σαν να μη συνέβη τίποτα; Καταρχάς δεν το έχουμε περάσει ακόμα, δεν έχει τελειώσει. Το ότι ανοίγουν τα θέατρα δεν σημαίνει πως επιστρέφουμε στην προηγούμενη κατάσταση. Κάνουμε πρόβες εδώ και έξι εβδομάδες λες και είμαστε σε νοσοκομείο. Κρατάμε αποστάσεις, φοράμε μάσκες, πλένουμε τα χέρια μας όλη την ώρα, απολυμαίνουμε μικρόφωνα, κανένας δεν ακουμπάει κανέναν… Αυτό έχει εγγραφεί και στις πρόβες και στην παράσταση. Δεν ξέρω τι θα γίνει, είναι δύσκολο να το προβλέψεις. Είναι δύσκολο και να αλλάξεις. Να αλλάξεις τον τρόπο με τον οποίο εργάζεσαι, κάνεις πρόβα, σκέφτεσαι… Επειδή ήμασταν ενάμιση χρόνο μέσα στο σπίτι δεν σημαίνει ότι ξαφνικά ένας σκηνοθέτης θα σκηνοθετεί ή θα δουλεύει διαφορετικά.
Νομίζω ότι το θέμα δεν είναι το τι θέατρο θα κάνουμε στη συνέχεια, αλλά κυρίως το πώς θα το κάνουμε. Μέσα στην περίοδο των τελευταίων 15 μηνών μπορεί καλλιτεχνικά να μην έγιναν ή να μη δοκιμάστηκαν πράγματα, αλλά στο πεδίο του πώς θα δουλεύουμε στο μέλλον έχουν γίνει πάρα πολλά. Δυνάμωσαν τα σωματεία, δημιουργήθηκε το κίνημα Support Art Workers, δημιουργείται ένα νέο σωματείο που λέγεται Κάτω Από τη Σκηνή… Πάρα πολλοί καλλιτέχνες εμπλέκονται περισσότερο στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην παρουσία της LGBTQA κοινότητας. Αν αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο κάνουμε θέατρο, θα αλλάξει και το θέατρο που κάνουμε. Πιστεύω ότι μετά το #MeToo καμία πρόβα, μάθημα σε δραματική σχολή ή παράσταση δεν θα είναι η ίδια. Πλέον δεν θα είναι θεμιτό κάποιος να έρχεται και να κατουράει στο νιπτήρα του καμαρινιού σου. Θα βρεθούν άνθρωποι που θα πουν, τι κάνεις εκεί ρε απαράδεκτε – για να μην πω τίποτα χειρότερο…
Να μη φτάσουμε όμως και στο άλλο άκρο. Εγώ φοβάμαι να δω μια παράσταση στις πρόβες της οποίας ο σκηνοθέτης έτρεμε να υψώσει λίγο τη φωνή του από φόβο μήπως την άλλη μέρα ένας ηθοποιός του πει: Ξέρεις μου μίλησες λιγάκι απότομα… Τότε ο σκηνοθέτης θα πρέπει να βρίσκει τρόπους να μιλάει διαφορετικά στους ηθοποιούς του. Η ευθύνη είναι δική του. Αν διάλεξε έναν ηθοποιό ο οποίος δεν μπορεί να υλοποιήσει το όραμά του, δεν φταίει ο ηθοποιός για αυτό. Αν φωνάξεις σε έναν ηθοποιό δεν νομίζω ότι θα γίνει καλύτερος. Θέλει χρόνο, υπομονή, πρέπει να σκεφτείς: πώς μπορώ να τον κάνω να καταλάβει, γιατί μέχρι τώρα δεν το κατάλαβε; Θέλει δουλειά. Υποτίθεται ότι πρέπει να υπάρχει και το στοιχείο της χαράς μέσα σε αυτή τη διαδικασία. Αν ο άλλος λέει: δεν μπορώ να ξαναδουλέψω, ποιο το νόημα; Αυτό έχουμε ξεχάσει κι οφείλουμε να το ξαναθυμηθούμε: ουσιαστικά το θέατρο είναι ένα παιχνίδι που μας θυμίζει πώς θα μπορούσε να είναι ένας καλύτερος κόσμος.
Έχεις γεννηθεί στο Βούπερταλ. Ο συνειρμός για μένα και πολλούς άλλους δεν μπορεί να είναι παρά μόνον η Πίνα Μπάους. Εκεί ανακάλυψες το θέατρο; Το θέατρο το ανακάλυψα χάρις στους καθηγητές που είχα στο Τμήμα Θεάτρου στη Θεσσαλονίκη. Μεγάλωσα στο Βούπερταλ βλέποντας πολλές ταινίες στο σπίτι και στον κινηματογράφο. Θυμάμαι ότι έπαιρνα το εβδομαδιαίο πρόγραμμα της τηλεόρασης -ήμουν 14-15 χρονών- και σημείωνα: σήμερα 1 η ώρα τη νύχτα θα δω Τρυφώ, αύριο θα δω αμερικάνικο mainstream. Δεν είχα καμία σχέση με το θέατρο. Δεν είχα δει ποτέ παράσταση μέχρι να αρχίσω να σπουδάζω θέατρο! Δεν ήξερα ποιος είναι ο Τσέχωφ ή ο Ίψεν. Ήξερα τον Σαίξπηρ γιατί είχαν γίνει ταινίες τα θεατρικά του! Οι γονείς μου ήθελαν πάρα πολύ να σπουδάσω -θα ήμουν ο πρώτος στην οικογένεια που θα σπούδαζε μετά από δύο γενιές μεταναστών στη Γερμανία. Αποφάσισα να δηλώσω πρώτη επιλογή το Τμήμα Θεάτρου στη Θεσσαλονίκηγιατί μέχρι τότε δεν υπήρχε τμήμα Κινηματογράφου!. Είπα “Θα σπουδάσω θέατρο, το ίδιο πράγμα είναι!” Φυσικά και δεν είναι το ίδιο. Το κατάλαβα μετά από δύο μαθήματα και είπα “Χριστέ μου, τι κάνω εδώ πέρα; Πότε θα συζητήσουμε για ταινίες;” Αλλά μέσα στη σχολή είχα καθηγητές που με βοήθησαν να αγαπήσω το θέατρο: ο Νικηφόρος Παπανδρέου, ο Βίκτωρ Αρδίττης, η Δηώ Καγκελάρη… Και έτσι συνέχισα. Μετά άρχισα να πηγαίνω πάρα πολύ στο θέατρο. Πριν αναλάβουμε την Πειραματική έβλεπα γύρω στις 100 παραστάσεις το χρόνο – με την Πειραματική είχαν γίνει 150!
Επόμενο σχέδιο έχεις; Θέλω πολύ να φύγω από την Αθήνα. Μέσα στον Ιούνιο θα πάω στο Γκρατς της Αυστρίας για μια πρώτη φάση έρευνας, γιατί του χρόνου θα κάνουμε μια παράσταση εκεί με τον Ανέστη. Τέλος Ιουνίου θα κάνω ένα σεμινάριο δραματουργίας στη Βαρσοβία στο Νόβυ Τεάτρ του Βαρλικόφσκι. Μετά, όσο περίεργο και να ακούγεται, θέλω να ξεκουραστώ. Αλλά με τους δικούς μου όρους, όχι με όρους που μου επιβάλλονται: κάτσε σπίτι. Να ξεκουραστώ περπατώντας! I’m gonna walk the earth, που λέει κι ο Σάμιουελ Τζάκσον στο Pulp Fiction! Να επιλέξω πώς θα διαχειριστώ τον όποιο ελεύθερό μου χρόνο. Και να ταξιδέψω πάλι. Θέλω να πάω στο Βούπερταλ, έχω να δω τους γονείς μου ενάμιση χρόνο.