Ο Γιαν Σκάτσελ (1922-1989) είναι Τσέχος ποιητής, ίσως η σημαντικότερη –με τον Paul Celan (1920-1970)- φωνή της μεταπολεμικής Ευρώπης. Στη χώρα μας είναι ελάχιστα γνωστός. Κυκλοφορεί μία μικρού σχήματος –ολίγων και λιτών ποιημάτων- συλλογή, μεταφερμένη θαυμάσια στην ελληνική από τον συμπατριώτη του Κάρολο Τσίζεκ με τίτλο Το σφάλμα των ροδακίνων (Μπιλιέτο 2003), και λιγοστά σε λογοτεχνικά περιοδικά ποιήματα συγκροτούν τη διακριτική του παρουσία στα ελληνικά γράμματα. Αρχισυντάκτης, στην Πράγα, του λογοτεχνικού περιοδικού «Ξένος στο σπίτι», περιέπεσε σε δυσμένεια μετά την Ἄνοιξη της Πράγας. Έκτοτε, δημοσίευε κυρίως με ψευδώνυμο σε παράνομες αυτοεκδόσεις (σαμιζντάτ).

Το 1960 εξέδωσε τον κύκλο ποιημάτων Ό,τι απόμεινε απ’ τον άγγελο. Παραθέτω το ποίημα του τίτλου:

Ξημέρωμα,

τα δέντρα όλα είναι ακόμη κυρτωμένα

και ανέγγιχτα τα πράγματα,

σε δυο λεύκες ανάμεσα υψώνεται ο άγγελος,

διώχνει τον ύπνο στο φτερό.

 Μέσ’ στις ρωγμές του ύπνου τραγουδά.

 Όποιος περάσει πρώτος το σοκάκι,

εκστασιάζεται με το τραγούδι αυτό,

θα νιώθει κάτι πιθανώς,

μα δεν το βλέπει.

 Είναι πρασινωπό,

κι αυτό είναι ό,τι απόμεινε απ’ τον άγγελο.

  Ένας απόηχος, ίσως, του γνωστού πίνακα του Paul Klee (1879-1940) «Angelus Novus» (1920), στον οποίο ο Walter Benjamin (1892-1940), όπως γράφει το 1928 στον Μονόδρομο, είδε τον τρομαγμένο «άγγελο της ιστορίας» που θέλει να τρέξει μακριά από τα ερείπια του παρελθόντος, αλλά έχει στραμμένα τα νώτα του στο μέλλον.

Γωνία εστίασης είναι το Βερολίνο του Μεσοπολέμου, της επώασης του αβγού του φιδιού, εκεί που ο Πάουλ Τσέλαν διέκρινε «τον καπνό που ερχόταν απ’ το μέλλον». Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1958, ο Heiner Müller (1929-1995), διαβάζοντας τον Μπένγιαμιν γράφει το ποίημα «Ο δυστυχής άγγελος». Ο δικός του άγγελος είναι πετρωμένος και περιμένει την άνθηση της πέτρας, δηλαδή την άνθηση του σοσιαλιστικού ονείρου. Ο Μύλλερ γρήγορα θα διαψευσθεί και θα αντιδράσει, έστω σπασμωδικά. Του απαντά το 1960 από την Πράγα ο Σκάτσελ που δεν περιμένει καμιάν Άνοιξη. Είναι ένας «ξένος» μέσα στο σπίτι του, όπως όλοι οι αληθινοί ποιητές, δηλαδή οι σύγχρονοι προφήτες. Έτσι είδε, λόγου χάρη, τον Friedrich Hölderlin ο Τσέλαν γράφοντας γι’ αυτόν το ποίημα «Τύμπινγκεν, Γενάρης»:

Αν ερχόταν,

αν ερχόταν στον κόσμο ένας άνθρωπος, σήμερα, με

το φωτογένι του Πατριάρχη: θα μπορούσε,

αν ήτανε να μιλήσει για τούτο

τον καιρό, θα

μπορούσε

μόνο να ψελλίζει και να ψελλίζει,

πάντο- και πάντο-

τετε.

 Pallaksch, Pallaksch.»)

Ψέλλισμα ώς τη σιωπή. Το ποίημα γράφτηκε το 1961, ένα χρόνο μετά το ποίημα του Σκάτσελ. Προφανής διάλογος ποιητών με το βλέμμα στην ορατή και αθέατη ερείπωση του καιρού τους.

  Μεσολαβητής και κινητήριος μοχλός όλων είναι ο «τρομερός [δεινός] άγγελος» του R.MRilke (1875-1926), δεσπόζουσα μορφή στις Ελεγείες από το Ντουΐνο. Οι ελεγείες ολοκληρώθηκαν το 1922 και υποδεικνύουν με ασφάλεια τον «AngelusNovus» του Κλέε.

  Βερολῖνο. Λίγο μετά την πτώση του Τείχους και λίγο πριν τον θάνατό του ο Χάινερ Μύλλερ «διόρθωσε» τον δικό του «δυστυχή άγγελο» της ιστορίας. Είναι το τέλος κάθε ιστορικής αυταπάτης, όπως την προφήτεψε με τα νώτα στραμμένα στο μέλλον ο Κλέε και διέκρινε το τελευταίο ίχνος του «άγγελου της ιστορίας» ο Γιαν Σκάτσελ:

Ανάμεσα σε πόλη και πόλη

Μετά το Τείχος η άβυσσος

Άνεμος στους ώμους το ξένο

Χέρι στη μοναχική σάρκα

Ο άγγελος τον ακούω ακόμη

Αλλά δεν έχει πλέον άλλο πρόσωπο

Από το δικό σου που δεν γνωρίζω.

                                («Ο δυστυχής άγγελος ΙΙ», 1991)

Ίσως, σε αυτόν τον πολύσημο διάλογο των ποιητών παίρνει δικαιωματικά τη θέση του και ο Γιώργος Σεφέρης: «Τον άγγελο / τον περιμέναμε προσηλωμένοι τρία χρόνια» (Μυθιστόρημα, 1935). Είναι ο άγγελος της αρχαίας τραγωδίας. Αλλά η πραγμάτευση αυτή απαιτεί ένα δεύτερο σημείωμα.

Ο Συμεών Σταμπουλού είναι φιλόλογος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής.   Δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία και γλώσσα στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας.