Σε ένα κοντινό προάστιο των Βρυξελλών βρίσκεται η έδρα και το στρατηγείο των Rosas, της ομάδας της Ανν Τερέζα Ντε Κεερσμάκερ, μιας εμβληματικής μορφής του σύγχρονου χορού. Εδώ είναι τα γρεαφεία, η σχολή, οι χώροι πρόβας, αλλά και το θέατρο όπου είδαμε την πιο πρόσφατη παράστασή της, «Il Cimento dell’ Armonia e dell’ Inventione»: αυτός είναι και ο πλήρης τίτλος της σειράς κοντσέρτων του Βιβάλντι που όλοι γνωρίζουμε ως «Οι Τέσσερις Εποχές». Για ακόμα μια φορά, η ανεξάντλητη χορογράφος μάς εκπλήσσει: δεν ξέρω τι μπορεί να σας έρχεται στο μυαλό ως χορογραφία πάνω στο πασίγνωστο κομμάτι, όμως αυτό που είδαμε ήταν εντελώς αναπάντεχο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που οι παραστάσεις εντάσσονταν στο Kunstenfestivaldesarts, το περίφημο φεστιβάλ των Βρυξελλών που επικεντρώνεται στην πρωτοπορία: ναι, πάνω από σαράντα χρόνια από τις πρώτες της χορογραφίες, η Ανν Τερέζα Ντε Κεερσμάκερ παραμένει πρωτοποριακή.
Με αφορμή αυτή τη δουλειά, αλλά και το «Exit Above – After the tempest» που θα χαρούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, βρεθήκαμε σε ένα από τα σπάνια και σύντομα διαλείμματα της δουλειάς της για αυτή τη συνομιλία, που αποκαλύπτει –καμία έκπληξη- μια ρηξικέλευθη διανοούμενη με βάθος σκέψης αντίστοιχο με αυτό που αποκαλύπτεται και στις παραστάσεις της. Ελπίζω να τη χαρείτε όσο τη χάρηκα κι εγώ.

Ας ξεκινήσουμε από το «Il cimento…». Ακόμα μια φορά, η χορογραφία σας είναι εντελώς διαφορετική από οτιδήποτε θα ανέμενε κανείς από τη μουσική. Έχει ευθεία και απόλυτη σχέση με τη μουσική, όμως δεν αποτελεί χορογράφηση της μουσικής. Ακούμε επίσης τη μουσική των βημάτων των χορευτών στη σιωπή, τα βήματά τους, τους ήχους τους. Και δεν είναι γραμμικό, γιατί οι εποχές επανέρχονται.

Ναι, είναι κυκλικό. Ημικυκλικό, πιο σωστά.

Ναι, κι επίσης, υπάρχει μια απλότητα στους φωτισμούς. Όχι φυσικά με τον τρόπο που χρησιμοποιήσατε το φυσικό φωτισμό στην «Τσεζένα» ή το «En Atendant», καθώς εδώ ο φωτισμός είναι τεχνητός. Όμως περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα.

Είναι μια συνεργασία με τον Radouan Mriziga και τους τέσσερις χορευτές. Κι επίσης με την ομάδα του Aouatif Boulaich που σχεδίασε τα κοστούμια. «Οι τέσσερις εποχές» του Βιβάλντι είναι ένα από τα πλέον εμβληματικά κομμάτια της Δυτικής μουσικής. Εγώ το ανακάλυψα μέσα από την ηχογράφηση του Nikolaus Harnoncourt. Αλλά ήταν η Amandine Beyer, με την οποία έκανα την Partita 2 μαζί με τον Boris Charmatz, τα Βραδεμβούργια Κοντσέρτα του Μπαχ και τις Μυστηριακές Σονάτες του Bieber, η οποία εξ αρχής προσπαθούσε να με πείσει να δουλέψω πάνω σε αυτή τη μουσική. Εκείνη έκανε μια μυθική ηχογράφηση του κομματιού πριν από δέκα χρόνια με το σύνολό της, τους Gli Incogniti. Ο ίδιος ο Μπαχ ήταν πολύ μεγάλος θαυμαστής του Βιβάλντι. Είναι μουσική προγραμματισμένη. Συνδυάζει μια ανανεωμένη εκδοχή της φόρμας του κοντσέρτου, είναι έντονα βιολιστική, βιρτουόζικη, αλλά ταυτόχρονα περιέχει μιαν αφήγηση. Υπάρχουν τα κείμενα που τη συνοδεύουν. Και από την άλλη είναι μια πρόσκληση για να χορέψει κανείς και, με κάποιον τρόπο, να αφηγηθεί ιστορίες.

Ο Radouan κι εγώ μοιραζόμαστε ένα ενδιαφέρον για την ενσώματη αφαίρεση – είτε η αφαίρεση αυτή είναι χορός, είτε είναι αρχιτεκτονική, γεωμετρία, και παρατήρηση της φύσης, κυρίως στην πνευματική της πλευρά –όχι θρησκευτική, αλλά πνευματική. Ο  Radouan άλλωστε προέρχεται από το Ισλάμ, αλλά και από μια αγροτική οικογένεια στα βουνά του Άτλαντα. Εγώ κατάγομαι από μια οικογένεια αγροτών κοντά στις Βρυξέλλες. Νομίζω πως και οι δύο μοιραζόμαστε κοινή καταγωγή, και ταυτόχρονα είμαστε άνθρωποι που έχουμε ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας στην πόλη, στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Όμως η φύση βρίσκεται τώρα υπό τρομακτική πίεση: είμαστε στην κόψη του ξυραφιού, η βιοποικιλότητα εξαφανίζεται, είναι υπό κατάρρευση. Πιστεύω πως κι εμείς θεωρούμε τους εαυτούς μας ως κομμάτι της φύσης, οπότε οφείλουμε να έχουμε συνείδηση πως όταν καταστρέφουμε τη φύση, το περιβάλλον, καταστρέφουμε τον εαυτό μας. Στη μουσική του Βιβάλντι, όλα είναι εκεί: οι εποχές, η σχέση του ανθρώπου με τη φύση, ως αγρότη που δουλεύει με τη φύση. Υπάρχουν όμως μέσα της και πολλές καταιγίδες και θύελλες. Υπάρχει άνεμος, πολλοί διαφορετικοί άνεμοι. Υπάρχουν άλογα, μύγες, σκυλιά, τα ζώα που κυνηγάμε… Υπάρχουν ακόμη και μυθολογικές μορφές, όπως οι Νύμφες. Είναι τόσο πλούσια! Υπάρχει εκλεπτυσμός μέσα από την απλότητα. Και νομίζω πως αυτή η μουσική υποφέρει από την ίδια της την ομορφιά όπως ένα ηλιοβασίλεμα: είναι υπέροχη, μοναδική, αλλά έχει γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης σε ακραίο βαθμό μέσα από την εικόνα της. Αυτό λοιπόν είναι το θέμα μας. Είναι επίσης η συνεργασία με αυτούς τους τέσσερις εξαιρετικούς ερμηνευτές. Τρείς χορευτές με τους οποίους συνεργάζομαι εδώ και πολύ καιρό, και τον Nassim, ο οποίος προέρχεται περισσότερο από το περιβάλλον του breakdance.

Ήταν εμφανές στην παράσταση πως οι τρεις χορευτές ήταν σε μια κατεύθυνση, ενώ ο τέταρτος σε μια άλλη, αρκετά διαφορετική.

Ναι. Αλλά είναι όλοι πολύ καλοί. Και στροβιλίζονται. Στροβιλίζονται σε κάθετα και οριζόντια επίπεδα. Ναι λοιπόν, αυτό είναι κάτι που ταιριάζει πολύ με τη μουσική.

Πάντως έχετε δίκιο: η μουσική σε αυτή την εκδοχή ακουγόταν διαφορετική, παρόλο που την έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές στη ζωή μας.

Είναι και επειδή ξεκινάμε με το αργό κομμάτι από το «Φθινόπωρο». Όχι με το πασίγνωστο κομμάτι της έναρξης. Αυτό σε μας ακούγεται τρίτο.

Για ακόμα μία φορά, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από την προηγούμενη δουλειά σας που θα δούμε και στην Αθήνα, το «Exit Above-After the tempest».

 Δεν είναι εντελώς διαφορετικό. Υπάρχουν αρκετές αρχές για την οργάνωση του χρόνου και του χώρου οι οποίες επανέρχονται. Κι επίσης, η παρουσία της φύσης ήταν ήδη πολύ έντονη και στο «Exit Above». Όχι λοιπόν, δεν είναι εντελώς διαφορετικό. Στο «Exit above» έχουμε τη μουσική του Meskerem Mees, του Jean-Marie Aerts, του Carlos Garbin, αλλά και blues, που είναι η καταγωγή της pop μουσικής, χορευτική μουσική… Όλη η μουσική μας προσκαλεί να αφηγηθούμε ιστορίες και να χορέψουμε.

Και «Η καταιγίδα» είναι μια ιστορία πάνω στην οποία μπορεί κανείς να χορέψει;

«Η καταιγίδα», πιθανότατα το τελευταίο έργο του Γουίλιαμ Σαίξπηρ, ασχοελίται με ένα πλήθος από ζητήματα. Κάποια από αυτά είναι οι σχέσεις μεταξύ ανδρών, μεταξύ Δυτικών ανδρών, η σχέση με τη φύση, η οικειοποίηση της φύσης, οι σχέσεις εξουσίας. Κι όλα αυτά είναι παρόντα στη μουσική που χρησιμοποιήσαμε.

Είναι πράγματι το τελευταίο έργο του Σαίξπηρ. Όμως, παρόλο που στο έργο αυτό μπορούμε να διαισθανθούμε το θάνατο να πλησιάζει, υπάρχει και μια joie de vivre που τη συναντάμε και στη δική σας παράσταση.

Μα νομίζω πως είναι όπως και στη μουσική του Μπαχ. Υπάρχει πάντα μια αποθέωση της ζωής και της ζωτικότητας. Αυτή είναι η μουσική του Μπαχ, ταυτόχρονα με μια πολύ έντονη συνειδητοποίηση της θνητότητας κι αυτού που είμαστε ως ανθρώπινα πλάσματα μεταξύ ουρανού και γης. Αυτό είναι χαρακτηριστικό του Μπαχ. Υπάρχει αγαλλίαση, ενθουσιασμός, αλλά κι ένα είδος μελαγχολίας, θλίψης που συνδέεται με αυτή τη συνειδητοποίηση. Ο Μπαχ έγραψε μουσική που μας προετοιμάζει για να πεθάνουμε, και για τη δόξα του Θεού. Αυτό είναι το Soli Deo Gloria. Πιστεύω πως όλα τα μεγάλα έργα τέχνης έχουν μια διάσταση εξαιρετικά προσωπική, που είναι βασισμένη στα δικά σου βιώματα, στις εμπειρίες της δικής σου ζωής, των οποίων έχεις μια συνείδηση ίσως χωρίς να μπορείς να την ονοματίσεις. Μια συνείδηση ότι ανήκεις σε κάτι μεγαλύτερο από σένα, που μπορείς να το ονομάσεις κοσμική ή πνευματική διάσταση. Την αίσθηση πως ανήκεις σε κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό σου.

Συνηθίζετε πολύ τις συνεργασίες, και το βλέπουμε τακτικά αυτό τα τελευταία χρόνια.

Έχωδουλέψει με πολλούς καλλιτέχνες. Έχω συνεργαστεί με τον Jerome Bell, τον Boris Charmatz, με τον Salvador S. Sanchez, φυσικά, με τον Némo Flouret… Έχω δουλέψει πολύ με την αδελφή μου, Γιολάντα, πάνω σε θεατρικά έργα. Είναι λοιπόν αλήθεια. Δουλεύω πολύ συνεργαζόμενη. [00:10:00] Πιστεύω πως είναι ένας τρόπος να πηγαίνω σε περιοχές όπου δεν θα πήγαινα μόνη μου. Αυτό σε κρατάει φρέσκο και σε εγρήγορση. Υπάρχει πάντα μια διαπραγμάτευση. Μια διαπραγμάτευση ανάμεσα στο να κάνεις κάτι να συμβαίνει και το να αφήνεις κάτι να συμβαίνει, ανάμεσα στο να έχεις τον έλεγχο και να αφήνεσαι να χάσεις τον έλεγχο. Είναι σαν να χορεύεις σε τεντωμένο σχοινί. Και πάλι αυτή τη φορά, η συνεργασία είναι με τον Radouan, αλλά και με την υπόλοιπη ομάδα.

Θα μπορούσε κανείς να πει σε πρώτο επίπεδο πως έχετε δουλέψει πάνω σε πολύ διαφορετικές μουσικές. Παρόλα αυτά μοιάζει να υπάρχει ένα νήμα που συνδέει τα πάντα στη δουλειά σας: από τον Μπαχ και τον Βιβάλντι μέχρι το Vortex Temporum και τον Steve Reich ή τη μουσική που συνέθεσε για σας ο Thierry De Mey.

Είναι πολύ απλό: είναι καλή μουσική!

Άρα πιστεύετε σε αυτό που είπε κάποιος, ότι υπάρχουν μόνο δύο είδη μουσικής: η καλή και η κακή μουσική;

Όχι, όχι, από τη μουσική παίρνουμε τη φόρμα, και η φόρμα είναι σημαντική. Η πλευρά της φόρμας έχει ισχυρό DNA. Κι ύστερα, θα μπορούσε κανείς να πει πως και η Dolly Parton, έχει γράψει κάποια καλά κομμάτια μουσικής. Όπως κι ο Johannes Brahms έχει γράψει κάποια καλά κομμάτια μουσικής.

Ανήκετε στις χορογράφους που με τη δουλειά τους άλλαξαν το πρόσωπο του σύγχρονου χορού. Και πιθανότατα η μοναδική από αυτούς που εξακολουθείτε όχι μόνο να χορογραφείτε, αλλά και να χορεύετε.

Ναι.

Όταν ξεκινήσατε

Να χορεύω; Ξεκίνησα 8-9 ετών.

Όταν ξεκινήσατε τη δική σας ομάδα, την Rosas εδώ και πάνω από 40 χρόνια, είχατε την αίσθηση πως αυτό που κάνατε είναι καινούριο; Το συνειδητοποιούσατε;

Όχι, όχι, όχι! Δεν με απασχολούσε αυτό. Είχα πάντοτε μια βαθιά αγάπη για το χορό, μου αρέσει τόσο να χορεύω… Το παίρνω στ’ αλήθεια πολύ σοβαρά αυτό. Κι εξ αιτίας αυτής της αγάπης, δεν μου αρκεί να χορογραφώ, αλλά θέλω να χορεύω και η ίδια. Κάνω ό,τι μπορώ ώστε να το κάνω για όσο περισσότερο είναι δυνατόν. Κι αυτό απαιτεί δύο πράγματα: υπάρχει μια έννοια πειθαρχίας, και απαιτείται πολλή δουλειά. Αυτό σημαίνει να περνάς ατέλειωτες ώρες στο στούντιο. Οι εποχές είναι πολύ δύσκολες, γιατί οι κοινωνικές διεργασίες είναι πολύ έντονες. Κι όταν δεν είσαι η χορογράφος που απλά λέει σε όλους «πηγαίνετε προς τα δεξιά, πηγαίνετε προς τα αριστερά», είναι πολύ δύσκολο στις μέρες μας να κρατήσεις μια ομάδα ενωμένη. Εξαιρετικά δύσκολο.

Γιατί συμβαίνει αυτό;

Γιατί οι εποχές έχουν αλλάξει, και λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Γιατί νομίζω πως οι άνθρωποι σκέφτονται όλο και περισσότερο τον εαυτό τους. Η έννοια της συλλογικότητας και του μοιράσματος χάνεται. Και είναι δύσκολο να ασκήσεις ηγεσία. Είναι πολύ δύσκολο και απαιτητικό, αλλά όταν λειτουργεί, φέρνει αποτελέσματα. Πιστεύω πως ο χορός είναι σημαντικός. Οι παραστατικές τέχνες είναι σημαντικές. Ξέρετε, ο χορός, σε αντίθεση με τις εικαστικές τέχνες ή με την ηχογραφημένη μουσική, η δουλειά πρέπει να γίνεται ξανά και ξανά, συνέχεια, γιατί ο μόνος τρόπος με τον οποίο μια παράσταση υπάρχει, είναι να την παρουσιάζεις ζωντανά. Διαφορετικά εξαφανίζεται. Αυτό όμως σημαίνει πως η δουλειά πρέπει να γίνεται και να ξαναγίνεται. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό, και απαιτεί πολλή προσοχή, μεγάλη επένδυση. Και καθώς δουλεύεις με διαφορετικούς ανθρώπους, με πολλά άτομα, είναι πολύ απαιτητικό το να δημιουργήσεις μια ομάδα. Χρειάζονται πολλά γι αυτό.

Από την άλλη, αυτός ο ατομικισμός είναι ακριβώς αυτό που μας διδάσκει ο καπιταλισμός.

Απολύτως, απολύτως! Είναι ακριβώς αυτό για το οποίο πρόκειται. Έχει γίνει πια φυσική κατάσταση.

Κι εκτός από τις παραστάσεις, έχετε και τη σχολή.

Δεν την έχουμε τη σχολή. Τη δημιουργήσαμε εκ του μηδενός πριν από 25 χρόνια! Κι ακολουθεί τη δική της πορεία.

25 χρόνια είναι πολύς καιρός. Πόσο διαφορετικοί είναι σήμερα οι σπουδαστές σε σχέση με τότε;

Όταν ξεκινήσαμε, το 1985, δεν υπήρχε διαδίκτυο. Δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα. Η κάθε γενιά έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Πιστεύω πως ο covid υπήρξε ένας πολύ δύσκολος παράγοντας, ειδικά για τις σχολές χορού, αλλά και για τις παραστάσεις. Άλλαξε τα πράγματα. Άλλαξε –αν θέλουμε να το πούμε με τον πιο φτηνό τρόπο- άλλαξε την αγορά, άλλαξε όμως και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι σχετίζονται κοινωνικά. Υπήρξε ένα είδος μοναξιάς. Κι αυτό που συμβαίνει στον κόσμο τώρα είναι πολύ δύσκολο, γιατί νιώθουμε ταυτόχρονα πιο συνδεδεμένοι και πιο απομονωμένοι από ποτέ από τον υπόλοιπο κόσμο. Λαμβάνουμε διάφορες εικόνες στο κινητό μας και μένουμε άφωνοι και ανίσχυροι. Με όλη την αδικία και την κτηνωδία που συμβαίνει τελευταία, νιώθουμε άφωνοι κα ανήμποροι να αντιδράσουμε.

Μπορεί να υπεραπλουστεύω θέτοντας έτσι το ερώτημα, αλλά βλέποντας όσα συμβαίνουν σήμερα είστε αισιόδοξη για το μέλλον ή όχι;

Είναι δύσκολο ερώτημα, όμως. Νιώθεις πως είναι ηθικό σου καθήκον να είσαι αισιόδοξος για τις επερχόμενες γενιές. Νιώθω υπεύθυνη που είμαι μέρος τη γενιάς που τα έκανε θάλασσα. Αλλά είναι δύσκολο να είναι κανείς αισιόδοξος. Ξέρετε, είναι μια εποχή μεγάλων προκλήσεων. Ίσως, θα ήθελα να πω, να είναι και εποχή μεγάλων ευκαιριών. Όμως το μεγάλο ερώτημα, φυσικά, αφορά έναν αριθμό πραγμάτων που συμβαίνουν και είναι μη αναστρέψιμα –κλιματολογικά, για παράδειγμα. Κι η μεγάλη πρόκληση είναι το πώς θα καταφέρουμε να ζήσουμε με τόσους πολλούς ανθρώπους στη γη –η επιφάνεια της γης δεν πρόκειται να αλλάξει. Κι ύστερα, υποτίθεται πως εξελιχθήκαμε ιστορικά. Υπήρξαν συστήματα από τα οποία θα ελπίζαμε πως κάτι μάθαμε ιστορικά –κι όμως δεν μάθαμε! Θα μπορούσαμε να πούμε πως δεν αλλάξαμε από αυτά. Το «Ποτέ ξανά» θα έπρεπε να σημαίνει ΠΟΤΕ ξανά. Πουθενά! Κι όμως δεν συμβαίνει αυτό. Και λυπάμαι, αλλά και ως καλλιτέχνης και ως πολίτης, νιώθω ανίσχυρη. Ποτέ δεν είχα τόσο έντονα την εμπειρία του να νιώθεις, εκτός των άλλων, πως φοβάσαι να πεις δυνατά την άποψή σου. Κι αυτό είναι κάτι σημαντικό: οι άνθρωποι φοβούνται να μιλήσουν. Έχουμε χτίσει μια μακρά παράδοση –ειδικά στην Ευρώπη- δημοκρατίας και ελευθερίας του λόγου, και είναι η πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της ζωής μου που αισθάνομαι πως στ’ αλήθεια δέχονται επίθεση. Και όντως δέχονται επίθεση. Δεν είσαι πλέον ελεύθερος να πεις αυτό που σκέφτεσαι. Δεν υπάρχει ελευθερία λόγου. Και γίνεται με έναν πολύ μαλακό, ύπουλο τρόπο. Αυτό είναι στ’ αλήθεια κάπως τρομακτικό.

Συμφωνώ απολύτως. Οι νεώτερες γενιές καλλιτεχνών –και μιλώ περισσότερο για όσους σπουδάζουν θέατρο και μουσική, γιατί αυτούς ξέρω- είναι όλο και καλύτερα εκπαιδευμένοι και τεχνικά καταρτισμένοι, έχουν πολλές γνώσεις μοιάζουν να μην έχουν προσωπικό ύφος όπως είχαν οι παλαιότεροι. Στη δική σας γενιά, ήδη από το ξεκίνημα, γνωρίζαμε τι ακριβώς είναι ο καλλιτέχνης. Αυτό ισχύει και για τα δικά σας πρώτα έργα, παρόλο που τα είδα πολύ αργότερα. Τώρα οι νέοι μοιάζουν κάπως χαμένοι.

Δεν ξέρω. Μετά τη γενιά του covid, δεν μπορώ παρά να είμαι πολύ θετική για αυτή την νέα, τελευταία γενιά σπουδαστών τέχνης. Βλέπω πολύ αφοσιωμένους, γενναιόδωρους, έξυπνους νέους ανθρώπους, που έχουν ταυτοχρόνως πολύ μεγάλο βαθμό συνειδητοποίησης για το ποιες είναι οι περιπλοκές του κόσμου στον οποίο βρίσκονται. Έχω κι εγώ παιδιά, και δεν είναι εύκολο πράγμα το να ορίσεις τον εαυτό σου μέσα στην πολλαπλότητα των πραγμάτων και τις επιλογές που έχεις, αλλά και την απομάκρυνση από τη φυσική ροή των πραγμάτων. Την παρατήρηση, ας πούμε: σκέφτομαι πως παλιά οι αγρότες κοίταζαν τον ουρανό, τα ζώα ή τα δέντρα για να προβλέψουν τι καιρός επρόκειτο να έρθει. Τώρα κοιτάζεις το κινητό σου για να δεις την πρόβλεψη του καιρού. Αυτό ήταν και διαίσθηση. Τότε το μυαλό μας έπαιρνε πολλές αποφάσεις μέσα από το ένστικτο. Τώρα πια η διαίσθηση έχει χαθεί. Έχει γίνει κι αυτό φυσική κατάσταση, η απώλεια της διαίσθησης.

Και πάλι αναφέρετε τον covid ως σημείο καμπής.

Δεν είναι μόνο ο covid. Είναι μεγάλη ιστορία. Είναι η ιστορία του 19ου αιώνα, του 20ου αιώνα με τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο: η επιρροή αυτών των δύο στιγμών μαζικής καταστροφής. Η χρήση των χημικών όπλων συνετέλεσε στις μεγάλες βιομηχανικές αλλαγές. Πριν από 200 χρόνια, το  75% του παγκόσμιου πληθυσμού ήταν μικροκαλλιεργητές. Τώρα δεν υπάρχουν πια: υπήρξε μια κλιμακωτή ανάπτυξη. Το αέριο της μουστάρδας χρησιμοποιήθηκε ως χημικό όπλο κατά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, κι ανακάλυψαν πως ήταν καλό φυτοφάρμακο και βοηθούσε τα πάντα να αναπτυχθούν. Σας θυμίζω πως η μεγάλη έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού πριν από τέσσερα χρόνια, προκλήθηκε από φυτοφάρμακα: εκείνα ήταν που εξερράγησαν. Το Βέλγιο είναι η χώρα που χρησιμοποιεί τις περισσότερες PFAS (υπερφθοριωμένες ενώσεις). Και ξέρετε με τι έχουν να κάνουν όλα αυτά; Με τον καπιταλισμό. Ο καπιταλισμός είναι μια μάχη για την εξουσία και την επικράτηση –μια απεγνωσμένη μάχη, ακόμα και μέχρι θανάτου.

Καθώς εξακολουθείτε να μας εκπλήσσετε με κάθε νέα σας δουλειά, θα ήθελα να σας ρωτήσω τι έχετε στο μυαλό σας για το μέλλον.

Ω, είναι κάπως υπερβολικά νωρίς για να μιλήσουμε γι αυτό. Διάφορα πράγματα. Θέλω να συνεχίσω και να αναπτύξω τη δουλειά σε σχέση με τις εικαστικές τέχνες. Θέλω να εξακολουθήσω να χορεύω η ίδια. Προσπαθώ να συνδυάσω πράγματα που έχουν να κάνουν με την ομορφιά, να δουλέψω πάνω στην αισθητική. Σκέφτομαι την οικολογία, που προέρχεται από την ελληνική λέξη οίκος –ναι, πρόκειται για το σπίτι μας! Πρέπει να φροντίσουμε το σπίτι μας. Η οικολογία είναι πολύ σημαντική. Και το ήθος –εννοώ, η ηθική πλευρά. Δεν υπάρχει αγάπη χωρίς δικαιοσύνη. Και το αίσθημα του δικαίου έχει χαθεί προ πολλού. Για να αναπτύξουμε ένα αίσθημα αρμονίας –αν μιλήσουμε για το «Il cimento…»- αρμονίας ανάμεσα σε όλα τα έμβια συστήματα πάνω σε αυτό τον πλανήτη: τα ζώα, τα φυτά, το νερό, τον αέρα, το έδαφος… Κι ίσως το σπουδαιότερο όλων είναι η έκρηξη στην απώλεια της βιοποικιλότητας. Όλοι μιλούν διαρκώς περί διαφορετικότητας, όμως η βιοποικιλότητα στην πιο ξεκάθαρή της έννοια καταρρέει με τον πλέον δραματικό τρόπο. Κι οι κάτοικοι της πόλης ούτε καν το συνειδητοποιούν.

Έχω την αίσθηση πως η δική σας οπτική γωνία εμπεριέχει και το μακρύ παρελθόν της φλαμανδικής τέχνης. Εσείς νιώθετε να ανήκετε σε αυτή την παράδοση;

Των φλαμανδών πριμιτίφ; (Γέλια)

Δεν θα πήγαινα τόσο μακριά!

Κατά μία έννοια… Η γλώσσα μας και το μέρος που γεννηθήκαμε παίζουν ρόλο. Είναι όπως με τα ζώα: όταν πρόκειται να πεθάνουν, επιστρέφουν στο μέρος όπου γεννήθηκαν. Εγώ πάντως δεν είμαι δέντρο. Έχω πόδια, δεν έχω ρίζες ώστε να μένω πάντα στο ίδιο μέρος. Ναι λοιπόν, είμαι συνδεδεμένη και με το μακριά, και με το εδώ κοντά. Φυσικά και οι ρίζες σου είναι σημαντικές, μέσω της οικογένειάς σου και όλων αυτών. Αλλά στις μέρες μας έχει γίνει επικίνδυνο το να εκφράζεις τέτοιες ιδέες, γιατί τίποτα δεν είναι πιο εύκολο από το να δίνεις απλές απαντήσεις σε περίπλοκα προβλήματα. Κι αυτό είναι που συμβαίνει, αυτό κάνει ο εθνικισμός. Πιστεύω πως πάνω από όλα είμαστε ανθρώπινα πλάσματα και πολίτες του κόσμου. Κι ύστερα αρχίζουν οι διάφορες υποδιαιρέσεις: αν είσαι άνδρας, γυναίκα, αν θέλεις να ορίσεις με άλλο τρόπο τη δική σου σεξουαλικότητα ή ταυτότητα φύλου. Κι ύστερα αν είσαι μεγαλύτερος ή νεώτερος, αν ζεις στα βουνά ή κοντά στη θάλασσα… Ποια είναι η μητέρα σου, ο πατέρας σου, η κόρη σου, η αδελφή ή ο αδελφός σου… Είσαι λοιπόν πολλά πράγματα. Μπορεί να είσαι χορογράφος ή τραπεζίτης. Όλοι όμως είμαστε ανθρώπινα πλάσματα.

Η δική σας γενιά καλλιτεχνών, πάντως, στο Βέλγιο, προκάλεσε μια έκρηξη στο θέατρο και το χορό. Ήσασταν πολλοί, εμφανιστήκατε σχεδόν μαζί. Και ήσασταν όλοι διαφορετικοί.

Ναι, πράγματι. Πιστεύω όμως πως αυτό συνέβη κι επειδή την κατάλληλη στιγμή υπήρξε ένας αριθμός καλλιτεχνών οι οποίοι βρήκαν ανθρώπους να ασχοληθούν μαζί τους, να τους φροντίσουν σε ότι αφορά την οργάνωση της δουλειάς τους, και που δημιούργησαν γι αυτούς πλατφόρμες να δομήσουν και να παρουσιάσουν τα έργα τους, να τα υποστηρίξουν οικονομικά και μέσα από οργανισμούς. Και κάπως έτσι όλα μπήκαν στη θέση τους. 

Το «Exit Above – After the tempest» σε χορογραφία της Ανν Τερέζα Ντε Κεερσμάκερ θα παρουσιαστεί στο Ηρώδειο την Τρίτη 25 Ιουνίου στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Περισσότερες πληροφορίες και εισιτήρια: EXIT ABOVE – after the tempest – Athens Epidaurus Festival (aefestival.gr)