Φωτογραφίες: Σοφία Μανώλη
Παρακολουθώντας τα ευφυέστατα μονόπρακτα του Άλαν Μπένετ που αποτελούν το Talking Heads, δύο σκέψεις έρχονται αυθόρμητα στο μυαλό, σχεδόν ταυτόχρονα. Η πρώτη είναι: Πώς είναι δυνατόν να μην παίζονται συνεχώς αυτά τα κείμενα. Κι η δεύτερη: Διάβολε, πώς γίνεται να μην ξέρω αυτή την ηθοποιό; Για να λύσουμε αυτό το μυστήριο είναι που ζητήσαμε να συναντήσουμε την Πηνελόπη Σταυροπούλου. Ταυτόχρονα, γνωρίσαμε από κοντά μια ευφυή, γενναία και γοητευτική προσωπικότητα. Και μια σπουδαία οικοδέσποινα.
Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα βλέποντας την παράσταση είναι πως οι ήρωες είναι πρόσωπα αρχετυπικά εγγλέζικα. Πώς τα κάνει κανείς δικά μας; Γιατί στην παράσταση πέρασαν σε εμάς διατηρώντας την “αγγλικότητά” τους. Να σας πω, το συγκεκριμένο θέμα δεν μας απασχόλησε. Δεν ασχοληθήκαμε με το να διαμορφώσουμε δηλαδή με έναν τρόπο τα πρόσωπα ώστε να μην είναι αρχετυπικά εγγλέζικα, όπως αναφέρετε. Η σκηνογράφος μας, η Αλεξία Θεοδωράκη, έδωσε πολύ ωραία την εποχή (‘70-’80) μέσα από τα κοστούμια, την ταπετσαρία, την αισθητική γενικότερα. Μέσα από το υπέροχό μας σκηνικό, που ήταν σύλληψη του σκηνοθέτη μας Βαγγέλη Παπαδάκη, και η σκηνογράφος μας το έκανε πραγματικότητα. Και νομίζω πως πέτυχε ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα.
Υποκριτικά και τεχνικά τώρα, δεν νομίζω πως ασχοληθήκαμε καθόλου με αυτό. Αντίθετα, εγώ είχα μέσα μου την άποψη πως θα έπρεπε ίσως να το κάνουμε πιο “ελληνικό”, να το πω έτσι, γιατί δεν είμαστε συνηθισμένοι στην αγγλική κουλτούρα. Σκέφτηκα πως ίσως θα είναι πιο ενδιαφέρον για τον κόσμο, τον τόπο μας, σε ένα μικρό θέατρο 80 θέσεων. Ένας από τους λόγους που έγινα ηθοποιός είναι πως ταυτίζομαι με τους ρόλους. Μπορεί δηλαδή να είναι μια αιτία η ταύτισή μου στην πορεία με την προσέγγισή μου στο ρόλο. Αφήνω ένα «Μπορεί» γιατί δεν θέλω να πω, «Ναι, έτσι έγινε». Δεν ξέρω, χαίρομαι που το κάναμε και που έχουμε αυτό το αποτέλεσμα.
Αλήθεια, ηθοποιός πότε αποφασίσατε να γίνετε; Πώς; Κατ’ αρχάς να πω πως είμαι απόφοιτος του Εθνικού Θεάτρου. Στο Εθνικό δεν πήγα αμέσως μετά το σχολείο. Ενδιάμεσα, δοκίμασα και άλλους δρόμους. Ξεκίνησα σπουδές δημοσιογραφίας, μετά πήγα στην Αγγλία να σπουδάσω Business Administration, όμως γύρισα πίσω στην Ελλάδα, με καλούσε ο έρωτας. Πάντα ήθελα να ασχοληθώ με τον Άνθρωπο. Σκέφτηκα να πάω για σπουδές διορθωτικού λόγου παιδιών, αλλά δεν το έκανα τελικά, αφ’ ενός επειδή οι καλύτερες σχολές τότε ήταν στη Γερμανία και δεν γνώριζα γερμανικά, και αφ’ ετέρου θυμάμαι πως ο πατέρας μου με συμβούλευσε πως, ως πολύ ευαίσθητη από τη φύση μου, δεν θα το αντέξω αυτό το επάγγελμα. Θα ταυτιστώ με τα παιδιά. Φαίνεται είχε καταλάβει από τότε την τάση μου να ταυτίζομαι που λέγαμε και στην αρχή…
Πάντα όμως είχα κλίση στη μάθηση. Μου άρεσε να μαθαίνω, να γράφω, να διαβάζω. Επειδή είμαι δυσλεκτική, αν και ως παιδί δεν το γνώριζα, προτιμούσα να διαβάζω ποίηση επειδή τα ποιήματα είχαν λίγες γραμμές. Έπειτα ανακάλυψα τα θεατρικά έργα, που λόγω των διαλόγων ήταν επίσης ευκολοδιάβαστα. Είδα λοιπόν, πως μέσα από τα θεατρικά έργα γνωρίζεις και προσεγγίζεις πράγματα προς καλυτέρευσή σου. Και το θέατρο άρχισε να μου αρέσει όλο και περισσότερο! Μέσα από το θέατρο ανακάλυψα πως μου άρεσε να είμαι και άλλοι «εαυτοί», ή να βρίσκω τον εαυτό μου μέσα από άλλους εαυτούς. Δεν πιστεύω πως είμαστε ένα πράγμα. Πιστεύω πως είμαστε πολλά πράγματα μαζί. Γι’ αυτό νομίζω πως θέλησα να γίνω ηθοποιός.
Και ο Σαίξπηρ το λέει αυτό. Έχει πει πως είναι λάθος να ταυτιζόμαστε με έναν ήρωα του έργου, είμαστε όλοι οι ήρωες του έργου. Έτσι είναι, είμαστε πολλά πράγματα. Και ευτυχώς! Θα ήμασταν πολύ βαρετοί άνθρωποι αν ήμασταν μόνο ένα.
Θα πρέπει να πω πως είναι από τις πιο πρωτότυπες προσεγγίσεις του γιατί γίνεται κανείς ηθοποιός. Είναι έξω από αυτά που ακούω συνήθως. Χαίρομαι! Επίσης, να συμπληρώσω εδώ πως δεν μου αρέσει καθόλου και δεν μου ταιριάζει το ναρκισσιστικό παίξιμο. Άλλο στη ζωή που θέλω να είμαι μια νόστιμη κυρία και να αρέσω στους, λίγους, γύρω μου και άλλο να ναρκισσεύομαι στη σκηνή. Οι ρόλοι στο Talking Heads νομίζω πως δίνουν αυτή τη θαυμάσια ευκαιρία, και αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που τους αγάπησα τόσο.
Το κατανοώ αυτό που μου λέτε αλλά δεν μπορώ να μην πάρω το θάρρος να πω πως είστε μια πολύ ωραία γυναίκα! Ευχαριστώ πάρα πολύ, και χαίρομαι πολύ όταν το ακούω. Δεν ανακατεύτηκα όμως εγώ με αυτό καθόλου. Είχα μια μαμά νάρκισσο και αυτό με κράτησε μακριά από όλη αυτή τη φθορά – γιατί περί φθοράς πρόκειται, να ασχολείσαι συνεχώς με τον καλλωπισμό σου.
Ας περάσουμε λίγο στους σταθμούς της καλλιτεχνικής σας πορείας. Δουλέψατε με τον Μίνω Βολανάκη. Πείτε μου για τον Βολανάκη. Είμαι μάλλον από τους τελευταίους της γενιάς μου που είδαν δουλειές του στη σκηνή αλλά δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω. Βολανάκης, μεγάλη ιστορία! Γινόταν μία οντισιόν, πήγα. Εκεί αρχικά γνωρίζαμε τον βοηθό του, τον Γιώργο Βούρο, που μαζί με την Μίρκα Γεμεντζάκη στη φωνητική, μας προετοίμαζαν για την οντισιόν. Ήταν ολόκληρη διαδικασία δηλαδή. Δεν ετοιμαζόμασταν απλώς σπίτι μας και πηγαίναμε… Η οντισιόν γινόταν για την Μήδεια με την Καρέζη, τη Μήδεια στα αγγλικά και τον Κύκλο με την κιμωλία, τρία έργα λοιπόν. Μετά από αρκετή εκπαίδευσή, έναν μήνα μπορεί και παραπάνω, έφτασε η ώρα της οντισιόν. Για να χαλαρώσουμε, μας έκανε ερωτήσεις. Μία από τις ερωτήσεις που έκανε σε εμένα ήταν αν έχω αδέρφια. Του απαντώ: Ναι, έχω άλλη μία αδερφή. Με ξαναρωτάει: Μεγαλύτερη ή μικρότερη; Του λέω μεγαλύτερη. – Είσαι η μικρή και καταπιεσμένη ε;, σχολιάζει. Λέω: Νομίζω… «Προσλαμβάνεσαι!» μου απαντά! Και έτσι δεν πέρασα καν οντισιόν. Ήταν μορφή, ήταν ιδιαίτερος άνθρωπος! Και έτσι ξεκινήσαμε.
Οι πρόβες με τον Μίνω ήταν σα να έχεις κάνει βουτιά σε έναν ωκεανό γνώσης. Ήταν σαν κινητή εγκυκλοπαίδεια. Ήξερε πάρα πολλά πράγματα, αγαπούσε πάρα πολύ τον ηθοποιό, έλεγε μοναδικά πράγματα, ήταν πολύ ηθικός, ήταν από τους πλέον άντρες που έχω γνωρίσει – και εννοώ γιατί το λέω αυτό. Ήταν πολύ σοβαρός, αλλά και αρκετά αστείος όταν ήθελε. Η αγάπη του για τους ηθοποιούς ήταν ιδιαίτερη, και η αγάπη του για κάθε ρόλο. Όταν έκανες πρόβα τις τρεις σου ατάκες με τον Βολανάκη, ένιωθες πρωταγωνιστής. Αυτό μόνο ο Μίνως μπορούσε να το κάνει. Και αυτό φαινόταν από αυτό που μας έλεγε, ότι κάθε ρόλος όταν γράφτηκε, γράφτηκε στην τελειότερη μορφή του. Ποτέ πριν δεν υπήρξε καλύτερος ποτέ μετά δεν έγινε καλύτερος. Άρα αυτό που λες είναι το πιο σημαντικό πράγμα που έχει να πει ο ρόλος σου. Δεν θα βρει να πει τίποτα καλύτερο στο μέλλον.
Ήταν τρομερός. Ναι, ήταν.
Μου θυμίσατε μια φράση που είχε πει ο Γκυ Ντεμπόρ: Ποτέ δεν θα ξαναπιούμε τόσο νέοι… Τι ωραίο κι αυτό…
Επί τη ευκαιρία: Είχατε μια περιπέτεια για την οποία γράψατε και ένα βιβλίο. Το γεγονός ότι είχατε το θάρρος να μιλήσετε γι’ αυτό, σας βάζει σε μια θέση όπου κάθε φορά που έχετε να μιλήσετε για τη δουλειά σας, να έρχεται ο κάθε Βουδικλάρης και να φέρνει το θέμα εκεί. Δεν είναι κουραστικό αυτό; Κατ΄ αρχάς σας ευχαριστώ πολύ για το ερώτημα, το οποίο πρώτη φορά μου θέτουν με τόσο έξυπνο τρόπο. Το να μιλήσω για τον αλκοολισμό δεν μου είναι δύσκολο. Δεν μου είναι δύσκολο να πω τίποτα προσωπικό. Είδα ότι οι άνθρωποι υποφέρουν πάρα πολύ που δεν μιλάνε. Και τα Talking Heads – και αυτός είναι ένας λόγος που με δελέασε για να τα παίξω – είναι φωνές που δεν μιλάνε. Εγώ λοιπόν, κατεξοχήν είμαι αυτή που μιλώ για τους άλλους. Το θέμα είναι ότι από μένα δεν πουλάει αυτό τελικά. Ενώ όλοι περιμένουν πως θα πουλήσει αυτό, δεν πουλάει. Δεν ξέρω γιατί κάνουν τόσο κόπο να φέρουν την κουβέντα στον αλκοολισμό ενώ εγώ για κάποιο λόγο, θέλετε το look μου, θέλετε ο λόγος, θέλετε ότι δεν είμαι ο άνθρωπος που έχω λυγίσει από αυτό, για όλους τους παραπάνω λόγους αυτό το θέμα «δεν πουλάει». Με έχουν λυγίσει περισσότερο άλλα θέματα και προβλήματα που αντιμετώπισα στη ζωή μου και όχι αυτό. Εξακολουθώ να βοηθώ ανθρώπους, και με συγκινεί πάρα πολύ το γεγονός πως θα λάβω ένα email από κάποιον που θα μου πει ότι διάβασε το βιβλίο μου και μέσα από αυτό προσπάθησε να απεξαρτηθεί. Αυτό ναι, μου δίνει μεγάλη χαρά! Δεν ξέρω αν είναι κουραστικό το να με ρωτούν συνεχώς για τον αλκοολισμό, ξέρω τον τσάμπα κόπο που κάνουν να πουλήσουν κάτι που εγώ για κάποιο λόγο δεν μπορώ να το πουλήσω καλά. Έτσι, μέσα από εσάς, θέλω να πω και σε άλλους δημοσιογράφους, αν έρθουν ποτέ στη ζωή μου και αν συνεχίσουν να έχουν ενδιαφέρον για τις δουλειές που κάνω ή που θα ξαναβρεθώ, να μην κουράζονται με τον αλκοολισμό. Κάνω αυτό που πρέπει να κάνω, και αυτό γίνεται χωρίς φώτα. Εξακολουθώ να βοηθώ ανθρώπους και προσπαθώ να γίνομαι οδηγός για άλλους να μην πίνουν. Αυτό δεν διαφημίζεται, δεν πουλιέται. Δεν είμαι ευπώλητη σε αυτό (γέλια). Τσάμπα κουράζονται. Άλλωστε νομίζω πως έχω κάνει πολύ καλύτερα πράγματα από αυτό. Έχω υπάρξει καλύτερη, και αυτό που θα ήθελα είναι όταν με γκουγκλάρουν να μην βγαίνουν τα δημοσιεύματα αναφορικά με το αλκοόλ, αλλά δημοσιεύματα που αφορούν στη δουλειά μου. Εκεί προσπαθώ να είμαι όσο καλύτερη γίνεται, και αυτό με ενδιαφέρει!
Για να επιστρέψουμε στα θεατρικά λοιπόν, στο θέατρο επιλέγετε ρόλους ή συνεργασίες; Υπήρχαν δηλαδή πάντα πράγματα που θέλατε να παίξετε ή άνθρωποι με τους οποίους θέλατε να συνεργαστείτε; Με ενδιέφερε πάντα να κάνω τις δουλειές που ήθελα εγώ να κάνω. Δηλαδή όταν άκουγα οντισιόν που έκανε ο Μιχαηλίδης έτρεχα στον Μιχαηλίδη. Όταν άκουγα ότι κάνει οντισιόν ο Κουτσομύτης πήγαινα. Και κάποιοι φίλοι που με κάλεσαν και έκανα κάποια guest star, και αυτά τα χάρηκα πολύ. Δεν έκανα ποτέ για παράδειγμα βιντεοκασέτες, που στα χρόνια μου ήταν πολύ της μόδας. Θα είχα γίνει πολύ διάσημη αλλά θα είχα προδώσει τον εαυτό μου. Κυνηγάω έργα, σκηνοθέτες, συνεργασίες και πετάω εύκολα τις καρδάρες κάτω…
Υπάρχουν κάποιες καρδάρες που πετάξατε για τις οποίες μετανιώσατε;Πάρα πολλές. Ούτε μία ούτε δύο. Ήμουν πολύ πιο νέα πολύ πιο απόλυτη…
Δεν έχει ένα ενδιαφέρον το ότι είμαστε τόσο απόλυτοι όσο είμαστε νέοι και τελικώς μεγαλώνοντας. Όταν μεγαλώσει πολύ ο άνθρωπος, ξαναγίνεται απόλυτος, αλλά πλέον στις δικές του πεποιθήσεις. Αυτό το θεωρώ πιο έντιμο. Ενώ όταν είμαστε νέοι, είμαστε απόλυτοι γιατί είμαστε απόλυτοι. Μεγαλώνοντας ξαναγίνεσαι απόλυτος αλλά μέσα από εσένα. Ξέρεις αν θέλεις να πιεις, ξέρεις αν θέλεις να κοιμηθείς, ξέρεις αν θέλεις να μιλήσεις σε κάποιον ή δεν θέλεις. Ξέρεις πώς θέλεις να ντυθείς, δεν πειραματίζεσαι. Δεν θα μπορούσαμε να γεννηθούμε απευθείας μεγάλοι, και δεν θα είχε και νόημα.
Αναφέρατε τον Γιώργο Μιχαηλίδη. Πείτε μου λίγα λόγια γι’ αυτή τη συνεργασία. Ο Μηνάς Χατζησάββας, που ήμασταν φίλοι από το Εθνικό, μου είπε πως ψάχνει ο Μιχαηλίδης μία ηθοποιό για το ρόλο της Ιππολύτης στο Κρίμα που είναι πόρνη του Τζων Φορντ. Εγώ δεν το ήξερα τότε ότι έχω δυσλεξία, αλλά είχα καταλάβει ότι τα πάω καλά όταν πάρω στο σπίτι μου και μελετήσω το κείμενο και πάω μετά, ότι δεν είμαι καλή στο prima vista δηλαδή. Οπότε, πήγα στο ραντεβού στον Μιχαηλίδη και του λέω: Συγγνώμη μπορώ να πάρω το κείμενο να μου πείτε τι θέλετε, και να έρθω άλλη μέρα; Και μου είπε ναι. Και πήγα μετά από τρεις ημέρες, πέρασα την οντισιόν μου και μου είπε: «Είσαι η Ιππολύτη». Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη είχε τον πρώτο ρόλο.
Το θυμάμαι σαν να ήταν χθες. Άρα με έχετε δει…
Ναι. Είναι ίσως ένας από τους ωραιότερους ρόλους που έχω κάνει. Είχα πάρει τις καλύτερες κριτικές… Δυστυχώς έφυγα όταν έγινα πολύ γνωστή στο χώρο. Επιλογή μου ήταν, δεν το μετάνιωσα που αποφάσισα να μεγαλώσω μόνη μου τα παιδιά μου. Απλώς ο χώρος είναι σκληρός, και εδώ και μια δεκαετία που έχω γυρίσει μου γυρίζουν την πλάτη, δεν θέλουν. Έχουν την εντύπωση πως ήμουν ασφαλής στο σπίτι μου. Κάθε άλλο. Με τόσα που πέρασα εγώ μόνο ασφαλής δεν ήμουν… Δεν πειράζει, δεν ζητάω τα ρέστα όλοι κάνουμε τις επιλογές μας και προχωράμε με αυτές. Γι’ αυτό κι εγώ μετά από τόσα χρόνια είπα να κάνω τη δική μου προσπάθεια, να δώσω έναν χαιρετισμό στον κόσμο που δεν με ξέρει, έναν χαιρετισμό στον κόσμο που με ξέρει, και έναν χαιρετισμό στους συναδέλφους μου: ότι εδώ είμαι, παιδιά! Είναι δύσκολες οι εποχές, αλλά εγώ δεν θυμάμαι και ποτέ στο θέατρο να μην λέμε: Είναι δύσκολη χρονιά φέτος. Παρόλα αυτά, τότε όταν γίνονταν επιτυχίες ξεκινούσες με τρία άτομα, σαν το Κρίμα που είναι πόρνη, και φτάσαμε να έχουμε ουρές μέχρι έξω! Ξεκινήσαμε όμως με 3-4 άτομα. Είχαμε παίξει ακόμα και με 4 άτομα.
Ήταν τρομερή η αίσθηση από αυτή την παράσταση! Σαν να είσαι μπροστά σε ένα καμίνι. Και τα κοστούμια του Μεντζικώφ ήταν συγκλονιστικά!
Λείπει κανείς 18 χρόνια, για τον οποιονδήποτε λόγο από το θέατρο, και γυρίζει. Πόσο διαφορετική βρήκατε την κατάσταση από τότε που την είχατε αφήσει. Πράγματι πιο δύσκολη! Με βρήκε μέσω fb ο βοηθός του Βολανάκη, ο Γιώργος Βούρος, που έκανε κάποιες παραγωγές στο θέατρο Βαφείο, στις οποίες συμμετείχα. To A Lovely Sunday for Creve Coeur (μτφ: Μια υπέροχη Κυριακή για εκδρομή), του Τένεσι Ουίλιαμς, κάνοντας την Μπόντυ, μια παρεμβατική χοντρούλα που έτρωγε λουκάνικα. Ένα φοβερό έργο που δεν το ήθελαν οι stars, δεν πήγε καλά αυτό το έργο ποτέ, αλλά για μένα είναι ένα έργο που πρέπει να γίνει οδηγός για όλους τους ψυχολόγους και τους ψυχιάτρους. Είναι συγκλονιστικό , το αγάπησα πάρα πολύ, το σκηνοθέτησε ο Γιώργος Βούρος με τη Μαρία Σκούπα. Επίσης στο Βασιλιάς Ληρ του Σαίξπηρ σε σκηνοθεσία Γιώργου Βούρου έκανα τη μεσαία κόρη, την Ρέγκαν. Έτσι έγιναν τα πράγματα με την επιστροφή μου.. Πέρυσι μου ζητήθηκε να συμμετάσχω σε 3-4 παραγωγές αλλά αρνήθηκα. Αρνήθηκα να παίζω κάθε Τετάρτη ή κάθε Δευτέρα ή κάθε Τρίτη. Πολύς θόρυβος για το τίποτα! Δεν θέλω να υπάρξω έτσι. Υπάρχω σαν άτομο γενικά, δεν αναζητώ το θέατρο για να υπάρχω. Θα ήθελα όσο μου το επιτρέπει η υγεία και η εμφάνισή μου να είμαι συνέχεια στο θέατρο, αλλά έχω υπάρξει περισσότερα χρόνια εκτός θεάτρου από ότι μέσα στο θέατρο. Άρα ξέρω να ζω και χωρίς. Δεν θέλω να γίνει απειλή το θέατρο για μένα, ούτε εγώ να είμαι απειλή γι’ αυτό. Θέλω να υπάρχω στο θέατρο και να χρειάζομαι για το θέατρο. Πιστεύω πως η απόσταση μού έδωσε ένα μεγάλο πλεονέκτημα, και για την υποκριτική μου και για τον τρόπο μου στο θέατρο. Αφού δεν βγάζεις χρήματα από αυτό, θα πρέπει να είσαι καλά μέσα σε αυτό. Έχω παίξει στα 25 μου την Αγαύη. Στην Κύπρο, σε σκηνοθεσία Ανδρέα Πάντζη, με την υποστήριξη του Θ.Ο.Κ. Με την Εύα Στιλάντερ. Έκανε τον Διόνυσο εκείνη, και εγώ την Αγαύη. Και εκεί πήραμε πολύ καλές κριτικές. Αλλά επειδή ήμουν πολύ νέα το υποτίμησαν, θυμάμαι, οι συνάδελφοί μου εδώ, ενώ πήγαμε πολύ καλά στην Κύπρο. Πάντα ο τόπος μας υποτιμά πολύ εύκολα και εξυψώνει πολύ εύκολα. Δεν τα λέω με παράπονο, μου αρέσει να λέω αυτά που αισθάνομαι. Δεν θέλω να καλλωπίζω τα πράγματα.
Αποφασίσατε να γυρίσετε, δηλαδή, αλλά με τους όρους σας. Ναι, αυτό δεν αλλάζει τελικά. Αλλά και τι να κάνω, να παίξω ό, τι να ναι; Και ποιος ο σκοπός; Αφού υπάρχει το ζύγισμα. Ζυγίζεις, λες: Για κάθε Δευτέρα, θα κάνω πρόβες δύο μήνες που θα πληρώνω από την τσέπη μου τη βενζίνη μου. Και θα παίζω κάθε Δευτέρα, ενώ θα αγωνιώ όλη την εβδομάδα να κάνω πρόβες κατ’ οίκον μόνη μου για να θυμάμαι τα λόγια της Δευτέρας. Και τι θα μου προσφέρει; Χρήματα δεν θα μου προσφέρει, «δόξα» δεν θα μου προσφέρει, βελτίωση- αυτοβελτίωση – δεν θα μου προσφέρει… Μήπως και με δει κάποιος και πει: «Εγώ θέλω αυτή να παίξει στην άλλη μου παράσταση κάθε Τετάρτη;» Στα Talking Heads εγώ ήθελα κάποια standards. Είπα ότι αφού το κάνω, ας το κάνω σωστά, 3 φορές την εβδομάδα Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή. Μου έλεγαν πως δεν θα βρω θέατρο αυτές τις μέρες. Αλλά βρήκα, και όλα καλά! Με ενεθάρρυνε πάρα πολύ στην απόφασή μου και η συμμαθήτρια και φίλη μου Ελένη Ράντου, που όταν της είπα πως σκέφτομαι να ανεβάσω ένα έργο του Άλαν Μπένετ, χωρίς δεύτερη κουβέντα μού είπε: Να το κάνεις! Εγώ περίμενα να μου πει όχι, καθώς είναι ένας άνθρωπος τόσα χρόνια στο θέατρο και με δύσκολες μέρες και με εύκολες μέρες, οπότε περίμενα να μου πει, τι θέλεις τώρα εσύ και μπλέκεις με όλα αυτά; Και μου είπε να το κάνω. Μου έδωσε δύναμη αυτό. Πολλές φορές μου κάνουν την ερώτηση: Πώς πήρες την απόφαση να κάνεις όλο αυτό; Γιατί και μοιάζω και είμαι πολύ ανασφαλής. Προφανώς όμως δεν είμαι τόσο ανασφαλής… Έφτασα στα όρια της κατάθλιψης στις πρόβες. Φοβήθηκα πολύ. Μόνη μου; Έναν άντρα, δύο γυναίκες; Άγνωστη για τον κόσμο; Και πείσμωσα πολύ! Δούλεψα πολύ! 17-18 ώρες κάθε μέρα. Μου αρέσει να δουλεύω σκληρά.
Αυτό φαίνεται στο αποτέλεσμα. Κλείνοντας και γυρίζοντας στους τρεις ρόλους των Talking Heads, τι κοινό έχουν αυτοί οι τρεις άνθρωποι; Κατ’ αρχάς δεν θα μπορούσα να είμαι κανένας από τους τρεις, γιατί αυτοί οι ήρωες δεν είχαν φωνή. Εγώ έχω φωνή. Δεν φοβάμαι την αλήθεια, δεν την αποφεύγω. Γι’ αυτό κάποιες φορές δεν διστάζω να πω και κάποια προσωπικά μου θέματα στο fb, κάποιος άλλος που δεν έχει φωνή βρίσκει ένα πάτημα σε αυτό που λέω και σκέφτεται πως και κάποιος άλλος έχει περάσει το ίδιο. Υπάρχουν έξω άνθρωποι οδηγοί που τους ακολουθείς. Αυτό είναι το παιχνίδι, να ακολουθείς τους νικητές, τους νικητές όπως τους καταλαβαίνει ο καθένας. Νικητές για μένα δεν είναι οι γυαλιστεροί άνθρωποι, δεν είναι οι άνθρωποι που πατούν επί πτωμάτων, δεν είναι οι άνθρωποι που κάνουν υποχωρήσεις. Είναι μεγάλη έννοια ο νικητής…
Η διαφορά είναι ότι εσείς έχετε παίξει την Αγαύη, άρα έχετε υποχρεωθεί να δείτε τι είναι αυτό που κρατάτε στα χέρια σας. Οι άλλοι το αποφεύγουν. Λένε πως οι αλκοολικοί λένε ψέματα. Όταν έκανα απεξάρτηση έλεγα: Μα εγώ δεν λέω ψέματα! Και ένας σοφός άνθρωπος μού είπε: Ναι, αλλά μπορεί να λες ψέματα στον εαυτό σου. Και τελικά, όντως έλεγα ψέματα στον εαυτό μου. Υποχρεώθηκα κάποια στιγμή να δω ότι αυτό που κρατώ δεν είναι λιονταρόπουλο. Αυτή είναι μια δύσκολη ώρα για τον κάθε άνθρωπο. Αλλά πάντα βρίσκουμε τη δύναμη να σταθούμε όρθιοι αυτή τη στιγμή και να προχωρήσουμε μπροστά. Γιατί στη ζωή, όπως λέγαμε και στην αρχή, δεν είμαστε ένα πράγμα, αλλά πολλά!