Φωτογραφίες: Άρης Λυχναράς

 

Οι αδυναμίες δεν κρύβονται: θεωρώ τον Ιώκο – Ιωάννη Κοτίδη ως έναν από τους πιο ξεχωριστούς, ταλαντούχους, ευαίσθητους και μοναδικούς καλλιτέχνες της γενιάς του. Είτε τον βλέπω στο θέατρο, είτε στο σινεμά, είτε στα drag show του με την περσόνα Imiterasu, ο Ιώκο αφήνει στη μνήμη στίγμα ανεξίτηλο. Η βιντεοεγκατάστασή του «Έργο για Έναν Άνθρωπο Μονάχα – Μέρος Πρώτο» πάνω σε ένα ποίημα της Μάτσης Χατζηλαζάρου με αναστάτωσε, κι η ερμηνεία του στο βραβευμένο στις Κάννες «Η Απόσταση Ανάμεσα Στον Ουρανό Κι Εμάς» του Βασίλη Κεκάτου με συντάραξε. Αυτή την περίοδο, ο Ιώκο παρουσιάζει την παράσταση-περφόρμανς-διάλογο με ατάκες από αγαπημένες του κινηματογραφικές ταινίες «Θρυλικότητες», σε χώρο και χρόνο ασυνήθιστο: σε μια κινηματογραφική αίθουσα, είτε μετά τα μεσάνυχτα, είτε νωρίς το απόγευμα. Με αυτή την αφορμή επιχειρήσαμε μια φιλική συζήτηση, που παράλληλα θα επέτρεπε σε όποιον δεν τον ξέρει ήδη, να τον γνωρίσει: πιστέψτε με, θα χάσετε αν δεν το κάνετε!

 

Ας ξεκινήσουμε από το τι ακριβώς είναι αυτό που συμβαίνει επί σκηνής.

Είναι μια ερωτική εξομολόγηση εμπνευσμένη από κινηματογραφικές ταινίες, που παίζεται και σε κινηματογραφικό χώρο. Αν θέλουμε να το ανοίξουμε παραπάνω, είναι όντως μια υβριδική παράσταση-περφόρμανς. Δεν με ενδιαφέρει για αυτό το πρότζεκτ να ακολουθήσω τις αυστηρές θεατρικές συμβάσεις. Το θέμα πάντα, πάντα, με ό,τι κάνουμε, είναι η ιστορία που λέμε. Βάσει της ιστορίας που θέλω να πω, ήθελα αυτό: μια υβριδική παράσταση φτιαγμένη από όσα είδα βλέποντας ταινίες πολλές για χρόνια τώρα, με στόχο να παρουσιαστεί σε έναν κινηματογραφικό χώρο και να γίνει και μια πρόσμιξη κοινού από ανθρώπους που βλέπουν μόνο εικαστικά ή μόνο μουσικά πράγματα ή μόνο θέατρο ή μόνο σινεμά. Κάπως να γίνει μια τέτοιου είδους πρόσμιξη και μια ανταλλαγή. Ήμουν σαφής;

Είσαι σαφής. Εγώ το ακούω και ως συνέχεια αυτού που είχες κάνει με το ποίημα της Χατζηλαζάρου. Έχει μια συγγένεια τελικά.

Είναι μέσα στα υλικά μου. Μού αρέσουν. Όπως και τα ραβασάκια μου αρέσουν, δεν τα κάνω στη ζωή μου, αλλά τα βάζω στη δουλειά μου. Μου αρέσουν στη δουλειά μου, δεν μου αρέσουν στη ζωή μου! Έχει πλάκα αυτό.

Γιατί όχι στη ζωή;

Δεν με απασχολεί τόσο. Ό,τι ήταν να μας συμβεί, συνέβη. Στη δουλειά όμως έχει σημασία. Από την πολύ μικρή μου εμπειρία και όσο τα έχω χρησιμοποιήσει, πάλι από κάποια ανάγκη ξεκίνησε. Το υλικό πάντα έχει να κάνει με αυτό που θα ήθελα να μοιραστώ. Την ιστορία που θέλω να πω. Βλέπε Χατζηλαζάρου: ήθελα αυτό να το κάνω κάτι. Με είχε τρελάνει αυτό το ποίημα. Ως απλός παρατηρητής της ζωής που ζούμε, παρατηρώ ένα τεράστιο κομμάτι έλλειψης στοιχειώδους ενσυναίσθησης τριγύρω -και σε μένα πολλές φορές, σε όλους μας. Κι αν κάτι θέλω να κάνω, είναι τα πράγματα που με συγκινούν, βλέποντας, ακούγοντας ή ερχόμενος αντιμέτωπος με ένα υλικό -είτε είναι δικό μου είτε είναι ενός άλλου, ποιητή, συγγραφέα κτλ-  όλα αυτά να τα κάνω κάτι, με βάση το τι μου δημιουργήθηκε στην ψυχή, τις φορές που με συγκίνησαν πολύ βάσει των πρώτων εμπειριών μου. Μετά τον Covid, είχαμε κάνει ένα live, και είχε έρθει ο Χρήστος Πολίτης -ήταν και υπεύθυνος συντονισμού της συζήτησης με τους κινηματογραφιστές που κάναμε την πρώτη Κυριακή στο χώρο της παράστασης- και του είπα: Θέλω να κάνω ένα πρότζεκτ που να έχει ως πρωταρχικό υλικό τον κινηματογράφο. Το αφήνουμε εκεί. Αυτό έγινε τον Μάιο του ’22. Από τότε ξεκίνησα να μαζεύω διάφορες ατάκες που μου ερχόντουσαν ως συνειρμοί. Και το Μάρτιο του ’23 είπα: αυτό κάτι πρέπει να γίνει. Έρχεται ο Φλεβάρης του ’24 και λέω στον κολλητό μου το Γιώργη Δικαίο: θέλω να προτείνω αυτό! Ναι, μια χαρά. Φύγαμε! Το βάζω κάτω, το προτείνουμε και παράλληλα –δυστυχώς- φτιάχνω και ένα no budget plan. Περνάει το καλοκαίρι και μαθαίνουμε καθυστερημένα ότι έγινε δεκτή η αίτηση για επιχορήγηση και …τα κεφάλια μέσα! Από όλο αυτό το σύνολο σημειώσεων, συνειρμών, πώς μπορεί να βγει ένα κείμενο που να με ενδιαφέρει; Είχε πάρα πολύ στρες φυσικά.  Εδώ σε αυτό που ξέρουμε καλά και ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις ανεπάρκειές μας. Φαντάσου πρώτη φορά να κάνεις παστίτσιο -δεν έχω κάνει ποτέ, οπότε μάλλον θα είμαι πολύ αγχωμένος την πρώτη φορά.

Δεν είναι τόσο δύσκολο, έχω κάνει!

Μακάρι να λέω αυτό μετά! Τώρα έχει φτάσει σε ένα σημείο που το χαίρομαι. Είχε ένα στρες για πρακτικούς λόγους, προσαρμογής των προγραμμάτων μας. Ο Γιώργης έμαθε όλο το κείμενο. Όταν μπήκαμε για τις επίσημες πρόβες, δυστυχώς δεν μπορούσε να συμβαδίσει λόγω προγραμμάτων. Βρήκαμε ως λύση να είναι ηχογραφημένος, γιατί ήθελα πολύ να είναι παρών σε αυτή τη δουλειά –όπως και η Μαρία Δαμασιώτη. Φυσικά και υπήρχαν στιγμές απείρου άγχους, αλλά όχι όπως σε άλλες δουλειές. Καλά πάει, όσο γίνονται τα πράγματα κάτι κερδίζω. Από όταν ξεκίνησαν οι παραστάσεις είμαι πολύ χαρούμενος, τηρουμένων των συνθηκών που ζούμε. Δεν ξέρω αν μπορώ να πω ότι νιώθω χαρά γενικά, αλλά είμαι ευγνώμων για αυτά που έχω και αυτά που συμβαίνουν -δεν μπορώ να κάνω ότι δεν υπάρχουν.

Θέλω να κάνουμε το δρόμο από το τώρα στην αρχή. Αν θυμάμαι καλά η καταγωγή σου είναι από τη Βέροια.

Μακροχώρι Ημαθίας, Γεννήθηκα στη Βέροια, στο νοσοκομείο δηλαδή γιατί είναι εκεί, αλλά μεγάλωσα στο Μακροχώρι Ημαθίας.

Πώς ανακαλύπτει κανείς το θέατρο η την περφόρμανς, τις παραστατικές τέχνες, στο Μακροχώρι Ημαθίας; Πώς μπαίνει στη ζωή ενός παιδιού; Θυμάσαι πότε για πρώτη φορά είπες: εγώ θέλω να κάνω στη ζωή μου κάτι τέτοιο;

Με τα πρώτα μου σχέδια. Ζωγράφιες – σχέδια. Παιδί, πολύ παιδί. Όπως όλους, φαντάζομαι, κάποιος λίγο-πολύ μας έδειξε κάποια πράγματα. -γονιός θα ήτανε, παππούς, φίλος… Τώρα, θα είναι μπάσκετ; Έτσι έγινε κάποιος μπασκετμπολίστας. Εγώ δεν έγινα. Ούτε καρατέκα: σταμάτησα πριν τη μαύρη ζώνη.

Α, ναι;

Ναι, γιατί ήμουνα φύτουκλας σιχαμένος, και είπα: Θα πάω γυμνάσιο τώρα, σοβαρεύομαι!. Η μάνα μου καμιά φορά ζωγράφιζε μαζί μου. Έχω διάφορες μνήμες με τους δικούς μου. Μετά από πολύ παιχνίδι κι εγώ άρχισα να φτιάχνω. Ήταν πολύ χειρωνακτικοί τύποι επίσης οι δικοί μου, αλλά αυτό δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Τα αδέρφια μου δεν ακολούθησαν απαραίτητα αυτούς τους δρόμους. Μάλλον με έναν τρόπο κάτι προϋπάρχει. Το πότε θα φανεί, είναι προσωπικό του καθένα και έχει να κάνει με πολλά. Βλέπε, χωρίς να θέλω να συγκριθώ, τον Χαλεπά. Πέθανε η μάνα του κι έκανε ένα τρομερό μπαμ στα 70. Αλλά σίγουρα από παιδί θυμάμαι κάποια πρώτα χαζοσχέδια –τώρα τα λέω έτσι, τότε ήταν μια τρομερή ανακάλυψη. Οι δικοί μου, καμία σχέση με την τέχνη φαινομενικά. Θυμάμαι ότι η πιο έντονη επαφή μου με την τέχνη ήταν η τέχνη της αφήγησης. Παππούδες όλοι από τον Πόντο η πρώτη γενιά, οι προπαππούδες μου. Οι παππούδες μετέπειτα, οικονομικοί μετανάστες στη Γερμανία. Του παππού του έλειπε ένα δάκτυλο, το έφαγε η ροδέλα στο ορυχείο. Εξαιρετική αφήγηση: «- Παππού, γιατί είναι το δάχτυλο κοντό; – Γιατί έχει τη βέρα!». Συνήθως γύρω από τη σόμπα του χειμώνα, το καλοκαίρι στην αυλή μεταξύ δουλειάς, αναδουλειάς, ησυχίας, λέγανε τα δικά τους. Δεν ήταν διδακτικοί, του στυλ «Έλα παιδί μου να σου πω εγώ που ξέρω», καθόλου! Εμείς με ποδήλατα, κρυφτό κτλ.

Στα πολύ τρυφερά μου χρόνια δεν είχαμε ίντερνετ. Πρόλαβα λάσπες και χώματα, τη φύση. Μου ακούγεται τόσο μακρινό, ενώ δεν είναι πραγματικά καθόλου. Είχα την επαφή αυτή, να λένε τα δικά τους και εμείς να ρωτάμε: «Και τι έγινε τότε, τι έγινε μετά;» Είναι μια καθαρή μορφή Τέχνης αυτή της αφήγησης. Μετέπειτα στην Αθήνα είχα δασκάλα τη Μάνια Μαράτου. Σπουδαία αφηγήτρια. Τη θαυμάζω απεριόριστα, και ξεκλείδωσε όλο αυτό το πράγμα μέσα μου. Ψυχικά σίγουρα. Καλλιτεχνικά, τα πράγματα θέλουν το χρόνο τους. Ωρίμασα μάλλον μετέπειτα, αλλά σίγουρα κατάλαβα ότι μ’ αρέσει.  Ό, τι κάνω, με έναν τρόπο είναι μια ιστορία στο κεφάλι μου, κάτι αφηγείται. Θα είναι μια παράγραφος; 15 σελίδες; είναι μια ιστορία στο κεφάλι μου. Το πώς θα την πω έχει να κάνει με την ανάγκη μου και την ανάγκη της ιστορίας. Αυτό μόνο με γλυπτό, αυτό μόνο με drag performance. Αυτό μόνο -καλώς εχόντων των πραγμάτων- με ταινία. Αχ ναι, κωλώνω, αλλά θα το καταφέρω! Αυτό μόνο με περφόρμανς-παράσταση. Αυτή ήταν λοιπόν η απαρχή, και άρχισε σιγά-σιγά να ξεκλειδώνει πιο έντονα. Έκανα και κλασική κιθάρα, γιατί είχε ο πατέρας μου μία, που την πήρε από μια γνωστή του που την πουλούσε για να κάνει εγχείρηση ο καλός της. Με βοήθησε ακουστικά στην αντίληψη. Δεν θυμάμαι Χριστό να παίξω ένα ακόρντο φυσικά. Και το μαράζι μου είναι ότι δεν μπορώ να τραγουδήσω και να παίξω ταυτόχρονα όργανο. Απλά δεν μπορώ.

Με τον τρόπο που τραγουδάς είναι δύσκολο. Γιατί η έκφραση είναι συνολική, δεν έχει χώρο για όργανο.

Είσαι πολύ ευγενής και γλυκός και σε ευχαριστώ.

Δεν είμαι ευγενής και γλυκός, απλά λέω αυτό που βλέπω -έχω την τύχη να σε έχω δει, αρκετές φορές  μάλιστα.

Αλήθεια είναι.

Αν δεν απατώμαι ο πρώτος σταθμός μετά την Ημαθία ήταν η Θεσσαλονίκη. Πότε και πώς;

Στα δεκαοκτώμισι ξεκίνησα προετοιμασία για την Καλών Τεχνών. Κάποια στιγμή δούλευα σε ένα μπιτσόμπαρο μέσα στα χωράφια,

Μπιτσόμπαρο μες στα χωράφια !?!

Pool bar μέσα στα χωράφια. Εξαιρετικό!

Αυτό είναι από μόνο του μια ιστορία.

Όντως! Δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμα! Γνωρίζω εκεί τον Τέο Μαυρόπουλο, ο οποίος είναι γιος του ηθοποιού και είναι dj, και παθαίνουμε κολλητηλίκια! Είχαμε μια πολύ μικρή διαφορά ηλικίας, και την είδε και μεγάλος αδερφός. Ο πατέρας μου ήταν συμμαθητής με τον δικό του, τον ηθοποιό Δημήτρη Μαυρόπουλο. Δεν έχουν κρατήσει επαφές. Απλώς καμιά φορά όταν τον βλέπει σε παραστάσεις, τον χαιρετάει. Επιστροφή τώρα στο pool bar μες στα χωράφια. Κάποια στιγμή κάτι λέγαμε για σχέδια, και μου πετάει ο Τέο Μαυρόπουλος: «Γιατί δεν δίνεις για Καλών Τεχνών;» Μπουμ! Αποκάλυψη! Τι είναι αυτή η Καλών Τεχνών; Κι αρχίζω και ψάχνω, και ξεκινάω προετοιμασία, σχέδιο, στη Θεσσαλονίκη. Δύο χρόνια μετά, περνάω στην Καλών Τεχνών της Φλώρινας τη χρονιά της κρίσης. Που σημαίνει ότι η υποτροφία μου πήγε καλιά της. Δεν μάθαμε ποτέ καν τι ήταν αυτή η υποτροφία.

Όταν λες χρονιά της κρίσης;

2010, ήμουν είκοσι χρονών. Μόλις είχε αναγγελθεί: It’s official!  Δεν κάνουμε πλάκα! Τον ήπιαμε!  Έχω έρθει Αθήνα  Δεκέμβρη του 10, κάνω προετοιμασία με τον γλύπτη Κώστα Αργύρη –λατρεία!- περνάω στην Αθήνα και παράλληλα κάνω σεμινάρια με τη Μάρθα Φριντζήλα και το Βασίλη Μαντζούκη  στο Baumstrasse. Εκεί ένα-δύο χρόνια μετά γνωρίζω και τη Μάνια Μαράτου σε ένα σεμινάριο αφήγησης: ήταν τρομερή αποκάλυψη για μένα. Έτσι ξεκινάω με το θέατρο. Ήδη είχα ξεκινήσει στην ερασιτεχνική ομάδα της Βέροιας. Ερχόμενος Αθήνα ήδη είχα κάνει δύο παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη.

Τι παραστάσεις;

Χοροθεάτρου. Aniline dance theatre, χορογραφίες και σκηνοθεσία Νατάσσα Αραμπατζή και Αλέξανδρος Γκουντινάκης. Αυτή ήταν η πρώτη μου παράσταση. Ξαφνικά το σώμα άρχισε να δένει λόγω της προετοιμασίας. Γιατί έκανα με χορευτές χοροδιδάσκαλους πρόβα και μας πατούσαν κάτω. Στα 18μιση-19 το σώμα ήταν έτοιμο να δεχτεί τα πάντα. Από σκληρή προπόνηση, παρότι φουλ αγύμναστος, αδύνατος μεν, αλλά… Το καράτε το σταματήσαμε μια δεκαετία πριν. Η μόνη γυμναστική που έκανα ήταν το τσιγάρο! Και πρέπει να το σταματήσω… Περνάω στην Καλών Τεχνών το ’11, και λέω στη Μάρθα: Θέλω να ξεκινήσω προετοιμασία για δραματική σχολή. Και ξεκινάω προετοιμασία με την Νάνσυ Σιδέρη και την Δήμητρα Βλαγκοπούλου. Δεν περνάω την πρώτη χρονιά. Περνάω την τρίτη χρονιά, που έκανα με την Νάνσυ, στο Ωδείο Αθηνών. Έδωσα και για Εθνικό και τις τρεις χρονιές.

Αυτή τελικά είναι μια πολύ καλή σχολή.

Ναι, αλήθεια είναι. Με τα καλά της και τα στραβά της, όπως όλοι μας και όλα γύρω μας. Αλλά πραγματικά πολύ καλή σχολή. Στο Ωδείο Αθηνών, όπου μαθαίναμε όχι απλά να παίζουμε. Άνετα θα μπορούσε να είναι σχολή σκηνοθεσίας! Πήγα στη σχολή και έμαθα ακόμα παραπάνω από την Καλών Τεχνών. Βίντεο τέχνης, ιστορία, πρακτικές γνώσεις…  Από ταινίες, ως τότε είχα δει βασικά animation, πέρα από αυτές που βλέπαμε με τα αδέρφια μου. Και μετέπειτα, από πιο arthouse, οι πρώτες του Αλμοδοβάρ που μου στέλνει ο κολλητός μου γύρω στα 15. Αρχίζουμε και βλέπουμε ταινίες με διάφορους φίλους και αρχίζει και ανοίγει όλο αυτό. Παράλληλα, όσο σπούδαζα και μεγάλωνα, έβλεπα κι άλλο. Ένα διάστημα το έκοψα τελείως, όπως έκοψα και το θέατρο και τα εικαστικά. Περνάω φάσεις, για μεγάλο διάστημα δεν έκανα τίποτα ως θεατής. Και μετά ξανά. Τελείωσα τις σχολές μου και είπα: φτάνει. Δεν φτάνει μεν ποτέ η γνώση, αλλά φτάνει η παιδεία μέσα στα καλούπια. Ήθελα να φτιάξω πράγματα. Επιτέλους! Και πολύ άργησε αυτό για τα δικά μου κριτήρια. Κριτήρια δικά μου για τον εαυτό μου είναι, δεν αφορούν άλλους. Το κάθε τι έρχεται στο χρόνο του. Θα ήθελα κάποια πράγματα να τα έχω κάνει, να είχα το τσαγανό. Καταλαβαίνω για ποιους λόγους δεν έγιναν. Καταλαβαίνω ότι δεν είχα την οικονομική δυνατότητα ή το κουράγιο το σωματικό, ή ότι είχα άλλες προτεραιότητες: να πληρώσω τη ΔΕΗ από το να σκεφτώ –δυστυχώς- πώς θα κάνω ένα πρότζεκτ.

Αυτό είναι μια κατάσταση που ισχύει και μαστίζει πολλούς. Αυτό που πρόσεξα σε σένα από νωρίς, είναι ότι είτε κάνεις τα δικά σου έργα, είτε κάνεις drag, είτε παίζεις σε παραστάσεις άλλων, ακόμα και στην «Κακούργα πεθερά», έχεις το δικό σου στίγμα. Υπάρχει παντού.

Δεν ξέρω αν είναι καλό η κακό.

Εγώ το θεωρώ καλό. Υπάρχουν καλλιτέχνες που ψάχνουν χρόνια να βρουν το δικό τους στίγμα; Εσύ το έχεις άμα τη εμφανίσει. Δεν είναι λίγο.

Σε ευχαριστώ που το λες. Μάλλον έχει να κάνει με το ότι ξέρω τι με συγκινεί, και είμαι ανοιχτός στο να συγκινηθώ και από πράγματα που δεν τα έχω γνωρίσει ακόμα. Δεν κρύβομαι, ούτε αν κλάψουμε ούτε αν γελάσουμε. Είναι πολύ καθαρό. Ήρθε η Χατζηλαζάρου, μου έσκασε κατακέφαλα, και κάθε φορά που την άκουγα μέχρι να αποφασίσω ότι θέλω να την κάνω κάτι, πάθαινα το ίδιο πράγμα! Και έλεγα: δεν είναι δυνατόν, αυτό κάτι είναι. Το ίδιο μου συνέβη και με αυτό με τις ταινίες που κατέληξε στις «Θρυλικότητες».

Αυτό είναι ένα άλλο που έχουμε κοινό εμείς οι δύο: ότι έχουμε και μια πλευρά drama queen.

Δεν είναι drama queen να μπορούμε να συνδεθούμε με τα πράγματα. Drama queen είναι αν αντιδράμε υπερβολικά και με πράγματα σε βαθμό που δεν τους αρμόζει.

Έχεις δίκιο. Αλλά το ότι για τους πολλούς αυτά τα δύο έχουν αρχίσει και ταυτίζονται είναι περίεργο.

 Ναι, είναι σαν να σου λέει κάποιος :θέλω σχέση και να τον βαφτίζουμε needy. Όχι, δεν υπάρχει άσπρο-μαύρο. Υπάρχει μια γκάμα χρωμάτων πάντα, από την απόλυτη παρουσία χρωμάτων μέχρι την απουσία, το μαύρο. Αλλά δεν είναι drama queen-ισμός το να σε διαλύσει μια ταινία, είναι μια απόλυτη σύνδεση. Μπορεί να συμβεί και με ένα γλυπτό ή με οποιοδήποτε έργο τέχνης…

Ή μια συναυλία. Δεν ξεχνώ το κλάμα που κάναμε παρέα στην Anohni στο Ηρώδειο οι δυο μας φέτος…

Εμείς το παρακάναμε! Γιατί φωνητικά ήταν τέλεια, αλλά ως συναυλία δεν ήταν τέλεια Ναι, το κλάμα μια συναυλίας. Έχω βάλει κάτι και γι αυτό στο κείμενο –όχι συγκεκριμένα για αυτό, αλλά για την κοινή στιγμή: ο Γιώργος είναι στο δωμάτιό του, μεγαλώνει, κι υπάρχει ένας φανταστικός φίλος εκεί έξω για εκείνον, που νιώθουν το ίδιο ή ακούνε το ίδιο τραγούδι. Το λέω σαν  να μιλάω για τον έρωτα. Τους ήχους που άκουγες στο δωμάτιό σου, τους άκουγα κι εγώ, κι ήμασταν οι καλύτεροι φίλοι κι ας μη γνωριζόμασταν. Νομίζω ότι αυτό που λες για τη συναυλία, είναι αυτό.

Ακριβώς αυτό είναι!

Είναι αυτοί που κλαίνε και γελάνε ή παθιάζονται, και ξαφνικά σαν να αιωρούνται τα σώματα των θεατών για να ακούσουν… Είτε έχουν ακούσει το τραγούδι πολλές φορές, είτε το ακούν πρώτη φορά. Εγώ το έχω πάθει και με άλλο τραγουδιστή αυτό, με άλλο κομμάτι.

Υπάρχει επόμενο σχέδιο;

Ναι, αλλά δεν θέλω να το προδώσω. Δεν μου αρέσει να τα λέω, γιατί μετά μπορεί να μην τα καταφέρω, κυρίως για οικονομικούς λόγους. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει προσμονή από τον κόσμο, μην τρελαθούμε. Απλά μην το ματιάσω!

Κατανοητό. Πώς τα βγάζουμε πέρα κάνοντας Τέχνη σε αυτή τη χώρα;

Κάνοντας παράλληλα και κάτι άλλο. Εγώ δεν τα βγάζω πέρα. Ποτέ δεν τα έβγαλα πέρα. Μονάχα με την μεγάλου μήκους ταινία του Βασίλη Κεκάτου πληρώθηκα όσο μου άξιζε, το «Οι άγριες μέρες μας» που θα κάνει πρεμιέρα στη Μπερλινάλε.

Πάντως και στο βραβευμένο μικρού μήκους που προηγήθηκε, το «Η Απόσταση Ανάμεσα Στον Ουρανό Κι Εμάς», ερμηνεύεις ένα πολύ ωραίο ρόλο, που είναι και απολύτως εσύ.

Η «Απόσταση» είναι η δουλειά όπου πληρώθηκα καλύτερα από ποτέ. Από όλες τις απόψεις -στο έργο μου από ερμηνευτικής πλευράς. Στο δημιουργικό κομμάτι δεν έχω πληρωθεί πουθενά όσο αξίζει η δουλειά μου, όπως νομίζω και σχεδόν κανένας δημιουργός πλην ελαχίστων. Εκ των πραγμάτων δεν γίνεται. Δεν επιτρέπεται. Γιατί προκύπτει μια τρύπα κάπου, ένα τάδε απρόβλεπτο έξοδο, και αντί για ένα Χ ποσό απαιτείται ένα ψ. Από πού θα τα βρεις;

Ας μιλήσουμε λίγο για το drag, γιατί είναι κάτι στο οποίο κατά διαστήματα επανέρχεσαι σταθερά.

Ναι. Και στα γλυπτά μου θα επανέλθω. Το κάνω όταν έχω την ανάγκη να πω κάτι. Αν δεν έχω να πω κάτι, δεν χρειάζεται να το κάνω. Αυτό νομίζω ότι είναι το σωστό. Και τώρα στις «Θρυλικότητες» εγκαθιδρύω ένα άλλο πλάσμα.

Και γιατί το λένε έτσι αυτό το πλάσμα, Plāsma;

Είναι μια παραλλαγή κλόουν, χωρίς να είναι όμως καθαρός κλόουν. Μιλάει κανονικά, άμα θέλει, άμα δεν θέλει μιλάει gibberish -που λέμε και στο χωριό μου, το gibberish το λέμε κάθε μέρα! (Γέλια) Είναι μέσα στα πράγματα που ήθελα πολύ να φτιάξω. Και επιτέλους έγινε. Υπάρχει άλλο ένα, που μας απέρριψαν την πρόταση, όπως φαντάζομαι και πολλές άλλες προτάσεις. Εκείνο θα γίνει κάποια άλλη στιγμή. Ούτως ή άλλως, εγώ τα ίδια καταθέτω ξανά και ξανά, γιατί νιώθω την ανάγκη και πιστεύω ότι έχουν κάτι να πουν.

 

Οι «Θρυλικότητες» παίζονται κάθε Σάββατο και Κυριακή στο Cinobo Όπερα – Αίθουσα 2 ως τις 26 Ιανουαρίου. Σύλληψη / Κείμενο / Σκηνοθεσία: Ιώκο Ιωάννης Κοτίδης. Ερμηνεία: Plāsma. Πρωτότυπη μουσική σύνθεση / Μουσικός επί σκηνής: Βασίλης Ζλατάνος. Ακούγονται οι: Μαρία Δαμασιώτη, Γιώργος Δικαίος. Σκηνογράφος / Ενδυματολόγος: Ελένη Στρούλια. Σχεδιασμός φωτιστικών κατασκευών: Τζάνος Μάζης. Ειδικές κατασκευές κοστουμιών: Δημήτριος Παρασκευόπουλος. Βοηθός σκηνοθέτη: Ηλιάνα Καλαδάμη. Περισσότερες πληροφορίες και εισιτήρια: Θρυλικότητες *μια κραυγή γι’ αγάπη | Εισιτήρια online! | More.com