Στον απόηχο της Επιστροφής του Διονύσου, του μεγάλου αφιερώματος στο Θεόδωρο Τερζόπουλο που διοργανώθηκε από το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, το artivist δημοσιεύει τις εισηγήσεις τριών σημαντικών ανθρώπων που συνεργάστηκαν μαζί του ή ασχολήθηκαν με το έργο του, με την ευγενική άδειά τους. Θα ακολουθήσουν δύο σημαντικές συνεντεύξεις – έκπληξη.

« Κάνεις θέατρο για το απρόοπτο, το παράδοξο, το αδιατύπωτο ». Έτσι σε υποδέχεται ο Θεόδωρος Τερζόπουλος στην πρόβα.

Ομως πως ένας ηθοποιός,  μπορεί να το κάνει πράξη ; Να αρνηθει ό,τι έχει μάθει και κυρίως να εγκαταλείψει την ασφάλεια των εκφραστικών τρόπων που χρησιμοποιεί και να συμφιλιωθεί με το εσωτερικό του άγνωστο ;Να τολμήσει να καταδυθεί στις περιοχές του υποσυνείδητου και της φαντασίας του, να συναντήσει και να αποδεχθεί το προσωπικό του «τραύμα», και στη συνέχεια να το κάνει καλλιτεχνικό υλικό ;Διαδικασία επίπονη και χρονοβόρα, ιδίως για κάποιον ηθοποιό που δεν έχει μεγαλώσει καλλιτεχνικά μέσα στην μέθοδο του Τερζόπουλου.

Ομως εκείνος ξέρει να περιμένει. Πιστεύει στις επιλογές του και περιμένει.

 

Αρχίζει με το πιο ανωδυνο : το κείμενο. Πολύ γρήγορα καταλαβαίνεις ότι το κείμενο είναι δευτερεύουσας  σημασίας για την διαδικασία. Πρέπει πρώτα να το καταστρέψεις, για να βγάλεις την ιδέα που θα στηριχθεί το δρώμενο.Το ζητούμενο δεν είναι να αφηγηθείς την ιστορία, το ζητούμενο είναι να μετακινήσεις την δεδομένη ιστορία στο χώρο του ανύπαρκτου, της φαντασίας και να φτιάξεις μια νέα ιστορία. Αυτό δημιουργεί ενδιαφέρον.

Εχουμε μάθει να διαβάζουμε τα κείμενα δραματικά και εμμέσως να αυτοβιογραφούμαστε.Εδώ μαθαίνεις οτι το εκάστοτε θέμα, αποτελεί  απλώς ένα άλλοθι για την δημιουργία του θεατρικού  δρώμενου.

Alarme. Φωτό: Μαριλένα Σταφυλίδου

Πρώτα απομυθοποιείς και μετά δίνεις χώρο στο απομυθοποιημένο.Παιχνίδι παρερμηνειών και παρεξηγήσεων είναι το θέατρο του Τερζόπουλου.Ο ηθοποιός καλείται να εγκαταλείψει όλους τους κώδικες που ξέρει σχετικά με την ερμηνεία.Θα του ζητηθεί μια αφήγηση που δεν ερμηνεύει, γιατί ό,τι ερμηνεύεται εκπίπτει αυτομάτως στο δράμα. Δεν υπάρχει ούτε περιγραφή, ούτε σχολιασμός της λέξης που εκφέρεται. Ο λόγος ξεπροβάλλει από το υποσυνείδητο , την φαντασία, την παραπραξία.Θα σου μάθει, αντίθετα με ότι έχεις συνηθίσει, ότι οι συνειρμοί δεν είναι δική σου υπόθεση. Είναι των άλλων και ότι εμείς τους δίνουμε απλώς τα ερεθίσματα.Οτι ο ήχος δεν πρέπει να περιέχει συναίσθημα ούτε υπονοούμενο.

Θολές μνήμες, θολές μορφές, στενωποί, κουβαλούν τις ασυνάρτητες σκέψεις, που πάνω τους σιγά-σιγά χτίζεται η ερμηνεία.

« Βαθιά καταληψία έχουν οι λέξεις, και οι συμπεριφορές ανεξιχνίαστο στόχο. Αυτή είναι η γλώσσα της παρακμής», θα τον ακούσεις πολλές φορές να σου λέει στην πρόβα.

Ακόμα και ο λόγος πρέπει να είναι παράδοξος. Παράδοξος αλλά προσλήψιμος. Να υπάρχει διαρκώς θέση και άρση. Να λέμε κάτι και την επόμενη στιγμή να το αναιρούμε. Μια συνεχής αμφιθυμία.

Θα σου ζητήσει να απομακρυνθείς από εγκεφαλικές λειτουργίες που έχεις μάθει να χρησιμοποιείς ως ασφαλιστικές δικλείδες και θα σε πιέσει να αποφορτίσεις το μυαλό από ίδέες, λόγια και έννοιες.

«Γιατί το μυαλό-θα σου πει- έχει μάθει να δείχνει αυτό που θέλει η κοινωνία, και δικαιούσαι να είσαι στην πρωτοπορεία  μόνο αν είσαι ανήθικος. Να θυμάσαι: η ηθική, είναι ο φερετζές της κοινωνίας».

Αρα, που οδηγεί τον ηθοποιό να στηριχτεί ; στο ΣΩΜΑ.

Γιατί το σώμα, για εκείνον, ΔΕΝ έχει ηθική, δεν περιγράφει. Στο σώμα βρίσκεται η οντολογική  διάσταση του ανθρώπου. Το σώμα κουβαλάει μνήμες αιώνων, και μόνο αυτό μπορεί να γίνει εργαλείο για χρήσεις που υπερβαίνουν την κανονικότητα.

«Οι ερεθισμοί του παρόντος είναι ευτελείς», θα σου πει, «και μόνο όταν ξυπνήσει η μνήμη του σώματος μπορεί να αρχίσει μια πραγματική επανάσταση».

Ομως για να αρχίσεις να μπαίνεις σ΄αυτή την μεγάλη περιπέτεια της αποκάλυψης , θα πρέπει να αποδεχθείς ότι το σώμα σου, δεν σου ανήκει, ότι δεν είναι ένα οικείο σώμα. Είναι ένα ξένο, ανοίκειο σώμα, ένα ξένο ρούχο και ως τέτοιο πρέπει να το χρησιμοποιήσεις και να το προσφέρεις. Οπως είναι το σώμα ενός παράνομου, μιας ιερόδουλης ή ενός άστεγου σαν αυτούς που βλέπουμε τόσο συχνά πια τα τελευταία χρόνια. Θα σε μάθει ότι μόνο αν αποξενώσεις το σώμα σου, μπορείς να το κάνεις εργαλείο αυτοκαταστροφής και να κάνεις ορατή την βία.

Το αποφορτίζεις από κάθε ιδεολογία και το σώμα σου είναι διαθέσιμο για οποιαδήποτε ακρότητα, είτε ερμηνευτική, είτε αισθητική.

Αφηγούμαι και το σώμα μου παραπράττει, όπως το σώμα ενός ανοικού, σαν το σώμα να έχει μια περίεργη αυτονόμιση, λες και τα οργανα δεν υπακούουν στις εντολές του εγκεφάλου. Αυτό είναι πολύ συνοπτικά και απλοικά, η ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ.

Οι σχέσεις των σωμάτων πάνω στη σκηνή, δεν ειναι ποτέ ρεαλιστικές. Είναι έμμεσες, διαγώνιες, ο καθένας παλεύει με την σκιά του.

«Το σώμα και το κοστούμι του είναι το έργο τέχνης», θα σου πει, και θα συμπληρώσει « το φως δεν έχει βάρος, δεν αρκεί από μόνο του».

 Amor. Φωτό: Johanna Weber

Απαρραίτητο στοιχείο για μια παράσταση του Τερζόπουλου είναι ο «κοινόχρηστος χρόνος». Αυτός που ενοποιεί δύο η τρείς ή περισσότερες διαφορετικές δράσεις. Αυτός ο χρόνος θα φτιάξει τον χώρο.

Και έτσι μετά το ΣΩΜΑ, αγγίζουμε τον δεύτερο μεγάλο άξονα, που είναι η διαχείρηση του χρόνου, ή καλύτερα η ΔΙΑΝΟΙΞΗ του χρόνου.

Στόχος είναι πάντα ο ΑΡΓΟΣ ΧΡΟΝΟΣ. Αυτός ο χρόνος θα δημιουργήσει  τον ρυθμό, αυτός ο χρόνος θα δημιουργήσει τις εκπλήξεις. Αναζητούμε το χρόνο που θα αποκτήσουν λόγο ύπαρξης τα λόγια.

Ο χρόνος ακινητοποιείται, το φως μετακινείται πολύ αργά. Μέσα από αυτήν την αίσθηση του χρόνου, εμφανίζεται η ερμηνεία.

Μεγάλες παύσεις, αργές κινήσεις σε λάθος κατευθύνσεις, λοξές δράσεις.

«Προς το κοινό-αγνοώντας το, προς τον τοίχο-διαπερνώντας τον», φωνάζει.

Μεσα σ΄αυτόν τον χρόνο, το σώμα υπολειτουργεί, και τα πάντα επαναπροσδιορίζονται, αναστέλλεται οποιαδήποτε  ρεαλιστική λειτουργία.

Είναι μια πολύ επίπονη και εξαιρετικά ελκυστική δοκιμασία για τον ηθοποιό, αυτή η προσέγγιση του χρόνου. Ακόμα και αν τον ανντιλαμβάνεται με την λογική, στην αρχή, το σώμα του,  το νευρικό του σύστημα αντιδρούν, αρνούνται να υπακούσουν. Κυριαρχεί ο φόβος για το άγνωστο, ή για την εμφάνιση αυτού που ο καθένας έχει κρύψει βαθιά μέσα του. Εκείνη τη στιγμή χρειάζεται η απόλυτη πίστη στις αρχές της μεθόδου. Η πίστη ότι αυτός ο χρόνος θα σε απαλλάξει από τα βαρίδια του ρεαλισμού και θα σε φέρει καθαρό σ΄αυτή τη διαδικασία. Αλλοιώς η οποιαδήποτε αμφιβολία θα σε αποπροσανατολίσει, και στη καλύτερη περίπτωση θα σου δημιουργήσει αντιστάσεις και εμπόδια.

Πολλές φορές ο Τερζόπουλος μιλάει για «ανοϊκή συμπεριφορά». Ομως τι είναι άνοια για τον ίδιο και την καλλιτεχνική του δημιουργία; Είναι η κατάργηση του κοινωνικού χρόνου και η εμφάνιση του έμμονου χρόνου. Ενός χρόνου που υπάρχει πάντα στην τραγωδία. Μεγάλες παύσεις και διαφορετικές ταχύτητες. Η παύση προκύπτει από την αυτοσυγκέντρωση και την ακινητοποίηση του χρόνου.  Μαθαίνεις οτι μέσα από την  αυτοσυγκέντρωση δικαιολογούνται όλα τα μη ρεαλιστικά η σουρρεαλιστικά στοιχεία. «Ο χρόνος είναι στη φορμόλη», λέει και επιμένει.

Ολα μετακινούνται αργά : η σκιά, το φως… Μέσα σ΄αυτή τη διάνοιξη του χρόνου, όλες οι αισθήσεις οξύνονται, μεγαλώνει το πεδίο των αισθήσεων που κοιμούνται.  Ετσι μπορεί να μυρίζει π.χ. μια ιδέα ή μια έννοια. Πολλά που φαίνονται παράλογα στην «κανονική» ζωή, γίνονται πολύτιμα εργαλεία τέχνης και δικαιώνονται απόλυτα στο θέατρο του Τερζόπουλου.

Alarme. Φωτό: Μαριλένα Σταφυλίδου

Μα πάνω απ΄ολα το θέατρο του Τερζόπουλου είναι βαθιά πολιτικό. Ανθρωπος με βαθιά πολιτική συνείδηση ο ίδιος δεν θα μπορούσε να παράξει διαφορετικό καλλιτεχνικό έργο. Η σχέση του με την εξουσία, όλα αυτά τα χρόνια, το έχει αποδείξει περίτρανα. Αλλωστε ο ίδιος αντιλαμβάνεται την εξουσία, την κάθε μορφή εξουσίας, ως υπέρβαση των ορίων και μια αγωνιώδη αναζήτηση της αιωνιότητας. Για αυτόν, όποιος ταυτίζεται με την εξουσία, ταυτίζεται με την ιδέα του θανάτου. Και όποιος υπερβαίνει τα όρια, βρίσκεται ήδη στη περιοχή του θανάτου.

Κλείνοντας, δεν θα ξεχάσω ποτέ τι μου είχε πει σε μια συζήτησή μας :

  • Η τέχνη πρέπει να έχει μια αναφορά στο κακό που έρχεται από το μέλλον.
  • Η τέχνη ορίζεται από την αφαίρεση
  • Οι όροι σου στο θέατρο πρέπει να είναι ιδεολογικοί και όχι αισθητικοί.

Σ΄ευχαριστώ πολύ Θόδωρε.