Ο Γκασπάρ Νοέ είναι βυθισμένος στην προώθηση της νέας του ταινίας, Climax, και το ραντεβού μας έχει ήδη μετατεθεί τρεις φορές, είτε χρονικά είτε τοπικά. “Είναι σαν τη Μέρα της Μαρμότας” θα μου πει όταν βρεθούμε. “Απαντω διαρκώς στις ίδιες ερωτήσεις, των οποίων η απάντηση στο 80%  των περιπτώσεων, βρίσκεται ήδη στο Δελτίο Τυπου!”. Όπως στους περισσότερους παριζιάνους, το μικροσκοπικό σπίτι όπου μένει με τη σύντροφό του, την επίσης σημαντική κινηματογραφίστρια Λουσίλ Χατζιχαλίλοβιτς, είναι μάλλον ακατάλληλο για επισκέψεις, κι έτσι συμφωνούμε να βρεθούμε σε ένα μπιστρό κάπου εκεί κοντά. Η γειτονιά του είναι όπως θα τη φανταζόταν κανείς: πολύβουη και πολύχρωμη, γεμάτη με αφρικανικά κομμωτήρια, τούρκικα εστιατόρια και καταστήματα τροφίμων προορισμένα για μετανάστες από κάθε γωνιά της γης. Ο ίδιος απέχει αρκετά από αυτό που θα υπέθετε κανείς από τις ταινίες του: γλυκύτατος, σχδόν ντροπαλός, αλλά με αληθινά βιτριολικό χιούμορ, καταπολεμά τη νευρικότητά του με αλλεπάλληλα τσιγάρα, τα οποία και κάνει τράκα, καθώς έχει φύγει από το γραφείο χωρίς τα δικά του. Πάνω από ένα παστίς, , ο σημαντικότερος σκηνοθέτης που δρα στη Γαλλία αυτή τη στιγμή, αλλά κι ένας από τους αγαπημένους μου εν ζωή κινηματογραφιστές, για την επόμενη μία ώρα θα είναι στη διάθεση του artivist.

Μου έλεγες πριν πως βρίσκεις ότι το Climax είναι μια εμπορική ταινία! Ναι, πίστευα πως είναι ένα φιλμ πιο εύκολο από τα άλλα. Η πιο μεγάλη εμπορική μου επιτυχία  ήταν το Μη Αναστρέψιμος, ενώ πίστευα πως δεν θα ήταν. Πίστευα επίσης πως το Enter the Void ήταν πιο εμπορικό, ενώ το LOVE αποδείχτηκε πως ήταν περισσότερο. Τελικά, δεν γνωρίζουμε ποτέ τι θα θελήσει να δει το μεγάλο κοινό. Αυτή όμως η ταινία έχει καλή μουσική, έχει νεαρούς χορευτές… Είναι μια εμπορική ταινία. Πίστευα πραγματικά πως το Μη Αναστρέψιμος μπορούσε να τρομάξει τον κόσμο, αλλά ίσως ο θεατής να θέλησε να δει τη Μόνικα Μπελούτσι σε μια δύσκολη κατάσταση, κι η ταινία πήγε πολύ καλά – ίσως για τους λάθος λόγους.

Ακριβώς, έτσι είναι. Κι ίσως οι ταινίες που έκανα μετά να μην πηγαίνουν καλά για τους σωστούς λόγους!

Ίσως να είναι κι έτσι, συμβαίνει και σε άλλες περιπτώσεις. Όμως το Climax είναι ένα feel-good movie!

Feel-good! Μα ναι, υπάρχουν και κάποιοι που επιβιώνουν στο τέλος! (ακράτητα γέλια).

Για κάποιο λόγο μόλις θυμήθηκα την πρώτη φορά που είχες έρθει στην Ελλάδα, όταν προβλήθηκε στις Νύχτες Πρεμιέρας το Μόνος Εναντίον Όλων. Παρουσιάζοντας την ταινία, μας είχες πει: η γυναίκα που θα δείτε στο φιλμ ήταν στ’ αλήθεια έγκυος! Ναι, καμιά φορά λέω τέτοιες μαλακίες παρουσιάζοντας τις ταινίες μου. Μια φορά, παρουσιάζοντας αυτή την ταινία, είπα: Επιτέλους μπορούμε να δούμε την ολοκληρωμένη βερσιόν του φιλμ, γιατί αυτολογοκριθήκαμε όταν ήταν να την δείξουμε στις Κάννες, και μετά δείξαμε την ίδια βερσιόν στη λογοκρισία εδώ για να πάρουμε σήμα καταλληλότητας, όμως τώρα ήρθε η ώρα να δούμε την ολοκληρωμένη εκδοχή. Και κάποιοι πίστεψαν πως ήταν αλήθεια, αλλά έλεγα ό,τι ΄νάναι!

Πάντως όσοι ήμασταν σε εκείνη την προβολή, μας έμεινε αξέχαστη… Θυμάμαι επίσης ότι στο τέλος του Μόνος Εναντίον Όλων ακολουθούσε συζήτηση. Η αίθουσα ήταν κατάμεστη, και βρίσκονταν εκεί άνθρωποι αρκετά ανοιχτόμυαλοι, αλλά υπήρχαν και κάποιοι που είχαν θυμώσει και με ρωτούσαν: Μα γιατί νιώσατε την ανάγκη να κάνετε μια ταινία πάνω στην αιμομιξία ανάμεσα σε ένα πατέρα και την κόρη του; Κι εγώ απάντησα: Ξέρετε, δεν πηγαίνω όσο θα έπρεπε στον ψυχαναλυτή μου, κι είχα ανάγκη να μιλήσω για κάποια πράγματα που έχουν συμβεί με την κόρη μου, κι έτσι τα έδειξα ανοιχτά! Εγώ στο μεταξύ δεν έχω παιδιά!!! (Γέλια) Κι εκεί ακούστηκαν κραυγές και κάποιοι έφυγαν! Και τότε είπα: Τώρα μπορούμε να μιλήσουμε πιο άνετα, μιας και ξεφορτωθήκαμε μερικούς και δεν είμαστε πλέον στριμωγμένοι στην αίθουσα!

Σου αρέσουν αυτού του είδους οι πλάκες, έτσι; Ναι, πολύ! Ξέρεις, υπήρχε ένα περιοδικό στη Γαλλία που λεγόταν Χαρακίρι στα τέλη της δεκαετίας του 60 και τις αρχές του 70. Εκεί είχε τα πιο χοντρά αστεία που μπορείς να διανοηθείς. (Σ.Σ. Ήταν το προγονικό περιοδικό του Charlie Hebdo). Το λάτρευα! Όσο πιο κυνικά ήταν τα αστεία του, τόσο πιο πολύ μου άρεσαν.

Ήρθες στη Γαλλία σε αρκετά νεαρή ηλικία. Ναι, ήμουν δεκατριών ετών.

Για να φύγετε από τη δικτατορία στην Αργεντινή; Δεν επρόκειτο να  συλλάβουν και να βασανίσουν εμένα ή την αδελφή μου που ήμασταν παιδιά, αλλά για τη μητέρα και τον πατέρα μου ήταν δύσκολα τα πράγματα, γιατί ήταν αριστεροί  εκείνη την εποχή, και αρκετοί φίλοι τους είχαν εξαφανιστεί ή ήταν στη φυλακή.

Άρα κινδύνευαν. Α ναι, έπρεπε να φύγουν. Πρώτος έφυγε ο πατέρας μου, κι εμείς με τη μητέρα μου μείναμε εκεί άλλους έξι μήνες. Αλλάζαμε σπίτια διαρκώς, γιατί εκείνη φοβόταν μην μας συλλάβουν. Και μετά από έξι μήνες φύγαμε κι εμείς. Ήταν μια πολύ θερμή περίοδος. Δεν ξέρω αν υπήρξαν περισσότερα θύματα από τη δικτατορία στην Ελλάδα ή από αυτή στην Αργεντινή, αλλά εν πάση περιπτώσει ήταν άγρια τα πράγματα. Η δική μας πάντως, εκπαιδευμένη από τη CIA, χρησιμοποιούσε βασανιστήρια. Σχεδόν παντού γινόταν αυτό, όπως και στις χώρες όπου τους είχαν εκπαιδεύσει οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες. Κι όταν σε μας κάποιοι εξαφανίζονταν, ήξερες πως μάλλον δεν θα εμφανιστούν ξανά, αλλά κι αν εμφανίζονταν είχαν βασανιστεί, είτε άντρες ήταν είτε γυναίκες.

Και πότε και πώς αποφάσισες να κάνεις σινεμά; Η μητέρα μου ήταν πολύ σινεφίλ, και με πήγαινε συνεχώς σινεμά – ο πατέρας μου κάπως λιγότερο.  Επίσης είχα την τύχη να έχω ένα φίλο στο σχολείο του οποίου ο παππούς ήταν ο ταμίας της πιο μεγάλης αίθουσας του Μπουένος Άιρες, και γνώριζε όλους τους άλλους ταμίες, κι έτσι κάθε απόγευμα – γιατί στο Μπουένος Άιρες το σχολείο είναι μόνο το πρωί – πηγαίναμε και βλέπαμε μία ή δύο ταινίες. Όταν λοιπόν ήμασταν έντεκα-δώδεκα ετών, πηγαίναμε και βλέπαμε όλες τις ακατάλληλες ταινίες, γιατί οι ταμίες μάς έβαζαν κρυφά. Έτσι βλέπαμε δέκα ταινίες την εβδομάδα. Και μετά στη Γαλλία βλέπαμε ταινίες και στην τηλεόραση. Όταν λοιπόν τελείωσα το σχολείο, το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν πως ήθελα να κάνω σινεμά, αλλά δεν είχα ιδέα πώς γίνεται αυτό.

Υπήρξαν κάποιες ταινίες που είδες και είπες πως αυτό θέλεις να κάνεις; Όταν ήμουν παιδί, είχα εμμονή με το 2001, η Οδύσσεια του Διαστήματος. Αλλά και με τις ταινίες του Τζέημς Μποντ, όπως το Ζήσε κι Άσε τους Άλλους να Πεθάνουν. Μετά, όταν ήμουν έφηβος, η πρώτη ταινία με την οποία έπαθα εμμονή ήταν το Eraserhead του Ντέιβιντ Λυντς. Πρέπει να ήμουν γύρω στα δεκαπέντε, και το είδα δέκα φορές, λατρεύω αυτό το φιλμ.

Κάποιες φορές όταν βλέπω τις ταινίες σου νομίζω πως ο λόγος δεν είμαι πάντα τόσο σημαντικός, κάποιες φορές μπορεί να είναι και η σιωπή. Στο Μόνος Εναντίον Όλων έχει κι ο λόγος σημασία, αλλά αν δεις το Μη Αναστρέψιμο ή το Enter the Void ή το τελευταίο, έχω την εντύπωση πως η εικόνα έχει την ίδια ή και μεγαλύτερη βαρύτητα σε σχέση με το περιεχόμενο.  Μπορείς να κάνεις ταινίες σαν να είναι θεατρικά έργα, αλλά μπορείς και να κάνεις ταινίες σαν να είναι τα Σλαβικά Όρη στο λούνα παρκ, σαν roller coaster. Κάποιες φορές λοιπόν νιώθω πως πρέπει να τις μετατρέψω σε roller coaster, παρόλο που  υπάρχει μια αφήγηση μέσα τους. Με εξιτάρουν όμως περισσότερο οι κινήσεις της κάμερας με το  τράβελινγκ παρά το ίδιο το κάδρο. Ένα φιλμ είναι μια διαδοχή από πλάνα. Μπορείς να τα κάνεις σταθερά ή κινούμενα.

Υπάρχουν σκηνές στο Climax που μου έφεραν έντονα στο μυαλό τις πρώτες σκηνές  του Μη Αναστρέψιμου. Το Climax έγινε με ρυθμούς επείγοντος και στην πραγματικότητα χωρίς αληθινό σενάριο, υπήρχαν μόλις 2-3 σελίδες! Το γυρίσαμε επίσης με χρονολογική σειρά, και αυτοσχεδιάσαμε πολύ. Όταν λοιπόν κάτι γίνεται βιαστικά, μερικές φορές βγάζεις παλιά κουνέλια από το καπέλο σου. Υπάρχουν λοιπόν πολλά gimmicks που είχα χρησιμοποιήσει στις προηγούμενες ταινίες μου: την έγκυο γυναίκα που τη χτυπούν την έχω ήδη βάλει σε δύο ταινίες, την κάμερα που κινείται προς όλες τις κατευθύνσεις επίσης την έχω χρησιμοποιήσει ξανά, όπως και μια ταινία που διαδραματίζεται μέσα σε μια νύχτα όπου στην αρχή όλα πάνε καλά και τελικά όλα στραβώνουν, το έχω ξανακάνει στο Μη Αναστρέψιμος. Είναι αλήθεια πως πολλά πράγματα που λειτούργησαν στο παρελθόν, τα χρησιμοποίησα και τώρα. Ακόμα και τον αυτοσχεδιασμό. Αν προσπαθήσεις να δώσεις κείμενο σε κάποιον που δεν είναι ηθοποιός και δεν έχει εξοικείωση με κείμενα που έχουν γράψει άλλοι, θα παίξει άσχημα. Καθώς λοιπόν αυτή τη φορά δούλεψα με μη επαγγελματίες, τους άφησα να πουν αυτά που ήθελαν και κράτησα τους διαλόγους που προέκυπταν. Λατρεύω να δουλεύω με μη επαγγελματίες, όσο και με ηθοποιούς. Όταν όμως δουλεύεις με κάποιον που δεν είναι ηθοποιός, πρέπει να τον αφήσεις να λειτουργήσει με τον τρόπο του.

 

Δεν μιλήσαμε σχεδόν καθόλου για το LOVE. Νομίζω πως είναι μια ταινία που παρεξηγήθηκε ιδιαιτέρως. Είναι πολύ παράξενο. Η επικοινωνία σήμερα, είτε μέσω του διαδικτύου είτε δια του τύπου, γίνεται όλο και περισσότερο απλουστευτική. Εχω την εντύπωση πως περιορίζεται στις λέξεις: σεξ, βία, κακοποίηση… Είναι συνεχώς οι ίδιες ηλίθιες λέξεις που βγαίνουν στην επιφάνεια. Η συναισθηματική φύση του LOVE, που για μένα ήταν πιο σημαντική από την απεικόνιση ή μη των γεννητικών οργάνων, πράγμα που μάλλον προβλημάτισε πολύ κόσμο. Είναι η ταινία που πλησιάζει περισσότερο την πραγματική ζωή από όσο γνωρίζω, και δεν με ενόχλησε που η ταινία ήταν ακατάλληλη για τους κάτω των 12 ετών – κάπως έτσι είναι κι η ζωή. Επίσης, νομίζω πως τα πιο βλακώδη άρθρα που γράφτηκαν για μένα σε όλη μου την καριέρα ως σκηνοθέτης ήταν πάνω στο LOVE. Αλλά ακριβώς όπως όλοι μιλούσαν για το πέος στη σκηνή του βιασμού της Μπελούτσι στο Μη Αναστρέψιμο, έτσι και στο LOVE, που είναι μια ταινία που μοιάζει με τη ζωή, άρχισαν να μιλούν για πορνογραφία στο  – λες κι όταν πηδιέσαι στην κανονική σου ζωή τίθεται το ερώτημα αν αυτό που κάνεις είναι πορνογραφικό ή όχι! Όταν κάνεις έρωτα και γλύφεις ή ρουφάς, είναι το ίδιο φυσιολογικό όπως όταν τρως ή πλένεσαι. Κι εκεί συνειδητοποιείς τη μαζική ψύχωση, τον τρόπο που όλα σήμερα είναι εκ των προτέρων διαμορφωμένα… Είναι τρομακτικό το πώς οι άνθρωποι αυτολογοκρίνονται ακόμα και στο να δείξουν ένα στήθος. Όλα τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα στο Instagram, όπου αν δείξεις ένα γυναικείο στήθος, σου κλείνουν το λογαριασμό. Ενώ πριν από αιώνες, όλα τα αγάλματα ήταν γυμνά. Τώρα το γυμνό αντρικό ή γυναικείο, προκαλεί φόβο, λες κι εκεί βρίσκεται η ζώνη του κινδύνου για την κοινωνία, μήπως και κάποια αστή νιώσει έλξη για έναν αφρικανό κηπουρό.  Για τους αμερικανούς, είναι λες και το πέος είναι το πρόσωπο του διαβόλου, ενώ αντιθέτως, ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου είναι το μαχαίρι και το μυδράλιο! Η κοινωνία έχει αρρωστήσει…

 

Πάντως για μένα η σκηνή του βιασμού στο Μη Αναστρέψιμο είναι βαθύτατα ηθική. Δεν είναι καρικατούρα, υπάρχουν τέτοιοι βιασμοί. Αλλά η πλειοψηφία των κοριτσιών και των αγοριών που βιάζονται, είναι από ένα μέλος της οικογένειας, κάποιον πρώην αρραβωνιαστικό ή ένα γείτονα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι ένας σαδιστικός βιασμός.

Τουλάχιστον όμως παρουσιάζεται για μια φορά ως μια ανυπόφορη πράξη βίας που διαρκεί πολύ – όχι με τον αμφίσημο τρόπο που τον βλέπουμε αλλού. Η πιο αμφίσημη τέτοια σκηνή που θυμάμαι, ήταν στα Αδέσποτα Σκυλιά του Σαμ Πέκινπα. Αλλά υπάρχουν κι άλλες φρικαλέες  τέτοιες σκηνές όπως ήταν στο Deliverance (Όταν Ξέσπασε η Βία).

Πράγματι, πολύ σοκαριστική σκηνή. Ίσως αυτό που προκάλεσε τη δημοφιλία του Μη Αναστρέψιμου, ήταν πως πρωταγωνιστούσε το πιο γνωστό ζευγάρι σταρ του γαλλικού σινεμά, πράγμα που ήταν καλό για μένα, αλλά το κοινό προφανώς έβλεπε στη σκηνή το βασιλιά και τη βασίλισσα να τους βρίσκουν συμφορές.

Πάντως και στο Μη Αναστρέψιμος και στο LOVE, αναζητούσες να αποτυπώσεις κάτι πολύ προσωπικό στις σχέσεις των ηθοποιών. Όταν σκηνοθετείς μια ταινία, έχεις την επιθυμία να κλείσεις εκεί κάτι που μοιάζει να έχει ένα νόημα για σένα, προσπαθείς να βάλεις μέσα της τον απόλυτο πόθο, την απόλυτη ηδονή. Βάζεις μέσα της το καλύτερο και το χειρότερο της ύπαρξης, όπως στα όνειρα, που είναι πάντα πολύ συμβολικά. Δεν προβάλλεις εκεί παρά τους πόθους και τους φόβους σου. Και μπορεί αυτοί οι πόθοι και οι φόβοι να είναι οικουμενικοί, ή πολύ πιο συγκεκριμένοι. Για παράδειγμα, αν φοβάσαι τις αράχνες και βάλεις αράχνες σε μια σκηνή για να φοβηθεί ο κόσμος, δεν σημαίνει πως ο κόσμος που δεν έχει αραχνοφοβία δεν θα φοβηθεί. Ό, τι θεωρώ φρικτό κι ό,τι θεωρώ υπέροχο, το βάζω εκεί μέσα. Γιατί ξέρω πως ένα μεγάλο μέρος αυτών που θα δουν το φιλμ, θα ταυτιστούν με αυτές τις εικόνες ευτυχίας ή δυστυχίας. Η σκηνή του τρίο στο  LOVE, που είναι η μεγαλύτερη της ταινίας, είναι μια ευτυχισμένη σκηνή, που δείχνει το καλύτερο στη σεξουαλικότητα, όπως η σκηνή του βιασμού στο Μη Αναστρέψιμο δείχνει το χειρότερο. Κάποιες φορές σε μια ταινία ξέρεις ποια είναι η σημαντικότερη σεκάνς από τη διάρκειά της! Στο Μόνος Εναντίον Όλων, είναι το αγκάλιασμα του πατέρα με την κόρη του – είναι επίσης κι η πιο συγκινητική. Τώρα που το σκέφτομαι, στο Climax, είναι η χορογραφία της αρχής, που κρατάει πεντέμισι λεπτά, και δεν έχει καν λόγο.

Μου είπες πως το Climax έγινε σε πολύ λίγο χρόνο, βιαστικά. Υπάρχει κάποιο επόμενο πρότζεκτ  ήδη στο μυαλό σου; Όχι. Αλλά είτε θα πρόκειται για μυθοπλασία είτε για ντοκιμαντέρ, θα ήθελα να ξεκινήσω να γυρίζω εικόνες περισσότερο παρά να γράφω. Κάποιες φορές σκέφτεσαι ένα πρότζεκτ και ξέρεις πως θα ήθελες να βυθιστείς σε αυτό. Αλλά δεν έχω ξεκάθαρη εικόνα γι αυτό που θα ήθελα να κάνω τώρα. Περιμένω να τελειώσω με την προώθηση του Climax πριν να περάσω σε κάτι άλλο, γιατί είναι δύσκολο να συνεχίζεις να απαντάς σε ερωτήσεις σε σχέση με την ίδια ταινία, δεν σου αφήνει περιθώρια.

Όταν ήρθες στη Γαλλία, για πόσο καιρό εξακολουθούσες να νιώθεις ξένος; Πάντοτε ένιωθα ξένος, και το λατρεύω αυτό! Όταν γεννήθηκα στην Αργεντινή, φύγαμε με τους γονείς μου στις ΗΠΑ. Βρέθηκαν λοιπόν εκεί ως παιδί. Όμως όταν ήμουν σχεδόν πέντε ετών, επιστρέψαμε στην Αργεντινή, κι εγώ μιλούσα με αμερικάνικη προφορά. Προφανώς με αποκαλούσαν γιάνκη, πράγμα που το πήρα άσχημα. Ένιωθα λοιπόν πως δεν ήμουν όπως οι συμμαθητές μου που ήταν εντελώς αργεντινοί. Κι όταν μετά έπρεπε να αφήσω τη χώρα μου και να έρθω εδώ, ήμουν ξένος. Αλλά από την άλλη πλευρά, δεν υπήρξα ποτέ ο πιο αργεντινός από τους αργεντινούς. Και τότε άρχισα να μιλάω γαλλικά με μια προφορά μάλλον αμερικάνικη παρά αργεντινή, κι όλοι με ρωτούσαν από πού έρχομαι. Και μετά άρχισα να μιλάω τα γαλλικά πολύ σωστά, και οι άνθρωποι δεν με αναγνώριζαν πια ως ξένο, αλλά μπορεί να ανήκω εδώ στη γειτονιά, αλλά δεν ανήκω γενικότερα εδώ, αφού δεν με απασχολούσε , ας πούμε η γαλλική πολιτική, δεν έκανα ποτέ μου στρατιωτική θητεία σε καμιά χώρα, και δεν υπερασπίστηκα ποτέ μου καμιά σημαία. Κι αν στο Climax λέει πως είναι μια γαλλική ταινία και περήφανη γι αυτό, είναι περισσότερο γιατί προς δόξαν της σημερινής γαλλικής πραγματικότητας,  είναι πιο εύκολο να κάνεις μια ταινία κάπως ελεύθερα στη Γαλλία αυτή τη στιγμή παρά κάπου αλλού, καθώς υπάρχουν όλο και περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες που δεν είναι πλέον και πολύ χαλαρά, και η Αμερική γίνεται όλο και περισσότερο αντιδραστική και σχιζοφρενική.

Το γεγονός του να νιώθει κάποιος ξένος σχεδόν παντού, είναι ένας από τους λόγους που γίνεται καλλιτέχνης; Αυτό σε κάνει να έχεις επιθυμίες αντί για καθήκοντα. Όταν φορτωθείς μια εθνικότητα στην πλάτη σου, είναι σαν ξαφνικά να έχεις καθήκοντα προς μια οικογένεια, προς ένα λαό. Εγώ έχω την εντύπωση πως δεν έχω κανένα καθήκον προς κανένα λαό. Αυτά είναι φοβίες, πως κάποιοι είναι καλοί και κάποιοι άλλοι δεν είναι καλοί. Ενώ εγώ ν δω κάποιους που δεν μου αρέσουν αλλάζω απλώς πεζοδρόμιο κι αυτό είναι όλο. Μια φορά είχα μια συνέντευξη με κάποιον που άρχισε να μου μιλάει για το Θεό. Του είπα να αλλάξουμε θέμα γιατί αρχίζω να εκνευρίζομαι! (Γέλια)

Κι αυτός τι έκανε; Τίποτα! Όταν ήμουν παιδί νόμιζα πως κανείς πλέον δεν προφέρει αυτή τη λέξη. Και τώρα βλέπω αυτή την ψυχική ασθένεια να επανέρχεται…  Οι θρησκείες είναι ένα είδος μηχανής που χρησιμεύει στο να κάνει πλύση εγκεφάλου στους ανθρώπους.

Πραγματικά δεν καταλαβαίνω πώς η Ευρώπη έχει πάρει μια τέτοια συντηρητική στροφή. Κάποτε δεν καταλαβαίναμε πώς υπήρχαν ισλαμικά κράτη. Και τώρα… Με όλο το σεβασμό που έχω για τον καινούριο Πάπα, που σίγουρα είναι καλύτερος από όλους τους προηγούμενους, δεν καταλαβαίνω πώς οι άνθρωποι μπορούν να είναι τόσο υλιστές στη ζωή τους και ταυτόχρονα τόσο δεισιδαίμονες. Από τη μια να σκέφτονται μόνο το χρήμα, κι από την άλλη να νιώθουν την ανάγκη να έχουν ένα φάντασμα πάνω από τα κεφάλια τους. Κάποιες στιγμές σκέφτομαι πως θα έπρεπε να κάνουμε μια καμπάνια εναντίον της θρησκείας. Το όπιο του λαού…

Προφανώς έχει να κάνει με το φόβο του θανάτου. Η πλειοψηφία των θρησκειών πάνω σε αυτό το φόβο παίζει. Έμαθα κάτι που δεν το ήξερα, ότι φαίνεται πως στην εβραϊκή  θρησκεία δεν υπάρχει επέκεινα. Στο Ισλάμ υπάρχει, για τους χριστιανούς υπάρχει ο Παράδεισος, για τους βουδιστές η μετεμψύχωση… Ήδη από τη στιγμή που καταλήγεις πως η ζωή σου είναι προσωρινή, και πως η μόνη ευτυχία που μπορείς να έχεις είναι εδώ και τώρα, αυτό σε κάνει πιο ενεργητικό.