Τον βρίσκουμε καθημερινά στο The Press Project και στη σελίδα George Micalef Art στο facebook να στηλιτεύει σκιτσογραφώντας όλα τα θλιβερά και τα σάπια του τόπου που πατούμε και της ελληνικής κοινωνίας. Ο Γιώργος Μικάλεφ είναι ένας συνειδητοποιημένα τολμηρός καλλιτέχνης που βλέπει στα χρώματα ψυχή και τα χρησιμοποιεί με ενσυναίσθηση, προκειμένου να αναπαραστήσει αληθινά Τάρταρα και υπαρκτούς παραδείσους. Χρειάστηκαν τόνοι χαρτιού, γραφίτη και μελάνης, αλλά και 5 χειρουργικές επεμβάσεις στα χέρια του, πριν αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη ζωγραφική το 2009. Και ζωγράφος και γραφιάς, «το βλέπω ετυμολογικά» μου είπε. Ζει και γράφει, διατηρώντας ακλόνητη την πίστη του στο ότι η χαρά κι η ανθρωπιά σε βρίσκει εκεί που δεν το περιμένεις.

Ποιες είναι οι «καλές» – άρα και ποιες οι «κακές» – τέχνες; Τον διαχωρισμό τον αναλαμβάνει το μάτι του εκάστοτε θεατή ο οποίος είναι ελεύθερος να δει ένα έργο απ’ τη δική του οπτική, συμμετέχοντας έτσι στη δημιουργία. Βέβαια, τον όρο «κακές τέχνες» μου αρέσει να τον χρησιμοποιώ, αυτοαναφορικά και σαρκαστικά κυρίως. Μην έχοντας φοιτήσει σε κάποια σχολή καλών τεχνών ή κάτι ανάλογο, συνήθιζα να λέω ότι προέρχομαι από την Ανωτάτη Σχολή Καλών & Κακών Τεχνών Γαρίτσας, της γειτονιάς που μεγάλωσα στην Κέρκυρα δηλαδή. Τις σπουδές στην τέχνη δεν τις υποτιμώ ή τις επιτιμώ, αλλά ούτε τις αξιολογώ απαραιτήτως θετικά. Από μια σχολή δεν είναι σίγουρο ότι θα βγεις οπωσδήποτε καλλιτέχνης.

Είναι η Τέχνη της ζωγραφικής για όλους; Ένας σπουδαίος μουσικός είχε πει κάποτε «Αν είναι τέχνη, δεν είναι για όλους κι αν είναι για όλους, δεν είναι τέχνη». Δεν θα ήθελα να είμαι τόσο αυστηρός – και απαισιόδοξος – αν και η σύγχρονη πραγματικότητα μας βεβαιώνει πως η ζωγραφική δεν είναι για όλους. Δυστυχώς σήμερα, υπάρχει κόσμος που βλέπει ένα έργο μόνο ως  κάδρο, γιατί δεν έμαθε ποτέ να βλέπει το περιεχόμενο του. Κάποιοι άλλοι βλέπουν ένα έργο μοντέρνας ζωγραφικής και θεωρούν πως είναι απλά μια υπερεκτιμημένη μουτζούρα που ο καθένας μπορεί να φτιάξει. Κι ακόμα, υπάρχουν κι εκείνοι που θεωρούν τη ζωγραφική ως κάτι το ξεπερασμένο και προτιμούν τις «ψαγμένες» performance και τις εγκαταστάσεις. Θα ήθελα, ωστόσο, να ελπίζω πως με μια σωστή προσέγγιση, με ουσιαστική παιδεία,  κάθε άνθρωπος θα μπορούσε να την αγαπήσει, είτε ως θεατής είτε ως δημιουργός.

Πότε, πώς και γιατί πρωτοστράφηκες στο σκίτσο; Το σκίτσο με συγκινούσε πάντα, μαζί όμως μου δημιουργούσε και δέος. Όταν αποφάσισα να καταπιαστώ μαζί του, έβαλα στην άκρη τα πινέλα για αρκετό καιρό και ασκήθηκα με τρελή επιμονή. Τότε γεννήθηκε και η ιδέα του ζωγραφικού ημερολογίου που αρχικά αποτύπωνε σκηνές της προσωπικής μου ζωής. Έτσι σιγά σιγά μετά το 2015, έκανα τις πρώτες χοντροκομμένες, σκιτσογραφικές μου απόπειρες. Αρχές του ’17 συναντήθηκα με τον Κώστα Εφήμερο και ξεκίνησε η συνεργασία μου με το The Press Project με την καθημερινή στήλη του ζωγραφικού ημερολογίου, υπό ένα νέο πρίσμα, πλέον, αυτό του σατιρικού σχολιασμού της επικαιρότητας. Εξάλλου, πάντα μου άρεσε να ενημερώνομαι ειδησεογραφικά και ένιωθα την ανάγκη να εκφράζομαι και να παίρνω θέση για αυτά που συμβαίνουν. Τώρα πια, το σκίτσο αποτελεί απαραίτητο συνοδευτικό του πρωινού μου καφέ, έτσι ξεκινά η μέρα μου!

Ποια χρώματα θα χρησιμοποιούσες για να ζωγραφίσεις την καθημερινότητά σου στη χώρα μας σήμερα; Πολύ μαύρο, πολύ γκρι, δυστυχώς. Η υποκρισία στην πολιτική, στην κοινωνία, η μισαλλοδοξία, η βία προς τους αδύναμους, η καταστροφή του πλανήτη ακόμα, όλα αυτά με καταβάλλουν, με θυμώνουν. Υπάρχουν, όμως, στον σκοτεινό αυτό καμβά και πολλά λαμπερά σημεία με όλα τα φωτεινά χρώματα. Η χαρά κι η ανθρωπιά σε βρίσκει εκεί που δεν το περιμένεις.

Η πρώτη σου ατομική έκθεση το 2013 είχε τίτλο «Μια διπολική διαταραχή των χρωμάτων». Πάσχουν τα χρώματα από διπολικές διαταραχές; Όταν έχουν ψυχή, τα χρώματα μοιάζει να πάσχουν από ψυχικές ασθένειες:  χαίρονται, μυρίζουν θάνατο, έρωτα, ενθουσιάζονται, συνομιλούν με τον θεατή, τον κοροϊδεύουν, τον αγκαλιάζουν, ουρλιάζουν, γελάνε. Είναι γεμάτα από ζωηρές αντιφάσεις. Όταν είναι νεκρά απέχουν πολύ από τέτοιες διαταραχές, είναι πολύ  ήσυχα, πολύ υπάκουα, πολύ άτονα. Καθόλου ελκυστικά, κι ας έχουν την υγειά τους. Ως δημιουργός και ως λάτρης της ζωγραφικής, πάντα προτιμούσα τα χρώματα με ψυχή κι ας είναι πιο τζαναμπέτικα και πιο βασανισμένα.

Γεννιέται κανείς καλλιτέχνης; Φοβάμαι πως ναι. Δεν υποτιμώ καθόλου τις σπουδές, αυτές, όμως, δεν σε κάνουν καλλιτέχνη, αν μέσα σου δεν σε τρώει από μικρό το σαράκι της καλλιτεχνικής έκφρασης. Αν μιλήσω για τον εαυτό μου, από μικρός δεν είχα όνειρα επαγγελματικά. Ούτε γιατρός, ούτε ψαράς, ούτε πιλότος, τίποτα. Στο σχολείο είδα πως μπορούσα να ζωγραφίζω καλύτερα από τα περισσότερα παιδιά της τάξης μου και ότι μου άρεσε να εκφράζομαι με αυτό το μέσο. Κι έτσι συνέχισα. Κοιτάζοντας τώρα τη ζωή μου, στα 33 πια, είμαι σίγουρος πως δεν θα ήθελα, ούτε θα μπορούσα να ζήσω χωρίς την τέχνη.

Γιατί άφησες την Κέρκυρα και πού ζεις στην Αθήνα; Είμαι από τους ανθρώπους που λατρεύουν τον τόπο τους, χωρίς να είμαι τοπικιστής, και πάντα όταν σκέφτομαι τη λέξη σπίτι, το νησί αυτό έρχεται πρώτα στο μυαλό μου. Η Κέρκυρα, όπως μας λένε και οι Κόρε Ύδρο, δεν είναι μια απλή επαρχία. Κάποια στιγμή, παρ’ όλους τους δυνατούς δεσμούς μαζί της, η Κέρκυρα άρχισε να με πνίγει, για προσωπικούς λόγους. Ήξερα ότι έπρεπε να αλλάξω παραστάσεις και να φύγω μακριά, αλλά περίμενα να μου χτυπήσουν την πόρτα και να με πάρουν απ’ το χέρι. Την πόρτα μου την χτύπησε η μέλλουσα γυναίκα μου, με πήρε και ήρθαμε στην πρωτεύουσα. Μένουμε, βέβαια, ευτυχώς μακριά από το κέντρο. Μας αρέσει πολύ η ησυχία.

Βιοπορίζεσαι από την τέχνη σου; Όντας εξαιρετικά ολιγαρκής, μπορώ να πω πως ναι. Δεν είμαι από τους «τυχερούς» της ζωής και πάντα με καταδίωκε ένα μεγάλο οικονομικό άγχος. Έχω εργαστεί ως ηλεκτρονικός, ξενοδοχοϋπάλληλος, καφετζής, ντελίβερι, βοηθός τοπογράφου. Λόγω κάποιων προβλημάτων υγείας που χειροτέρευαν, έπρεπε να επιλέξω αν θα σακατευόμουν περισσότερο δουλεύοντας εδώ κι εκεί  ή αν θα ακολουθούσα τη ζωή του καλλιτέχνη. Διάλεξα το δεύτερο : είναι ένας δρόμος  με πολλές ανηφόρες, δυσκολίες και αρκετή μοναξιά αλλά δεν το μετανιώνω. Καταλαβαίνω ότι ήταν μονόδρομος για μένα αυτή η επιλογή.

Πλην του χαρτιού, σε τι άλλες επιφάνειες ζωγραφίζεις; Έχοντας εργαστεί πλάι στον καλό φίλο και συνεργάτη Ps Mavro, εθίστηκα στα χαρτόκουτα, υλικό το οποίο αγαπά πολύ ο ζωγράφος.  Σε περιόδους που η οικονομική κατάσταση δεν μου επέτρεπε αγορές τελάρων, το χαρτόκουτο ήταν ιδανική λύση αλλά όχι η μόνη. Με μια βόλτα στους δρόμους μπορείς να βρεις αρκετές επιφάνειες, όπως παλιά ντουλάπια, πόρτες, τζάμια… Οτιδήποτε μπορεί να ζωγραφιστεί, ζωγραφίζεται. Είναι κρίμα να κολλάμε σε μια επιφάνεια, θεωρώντας την πιο «σοβαρή» από μια άλλη. Μας περιορίζει. Ο πειραματισμός με τα πιο «ευτελή» υλικά, μπορεί να ανοίξει νέους δημιουργικούς ορίζοντες σε έναν εικαστικό.

Τι υλικά χρησιμοποιείς; Αγαπώ πολύ τα λάδια όσον αφορά τη ζωγραφική. Είχα δοκιμάσει μια περίοδο ακρυλικά, αλλά τα παράτησα γρήγορα. Λάδια χρησιμοποιώ σχεδόν παντού. Σε καμβά, χαρτί, χαρτόνι, ξύλο, πλαστικό. Κάποιες φορές χρησιμοποιώ και αντικείμενα που είτε τα κολλάω πάνω στη ζωγραφιά, είτε τα ράβω. Από κόκκαλα και δόντια από νεκρά ζώα – βρίσκεις πολλά στους αγρούς γύρω από το σπίτι μου – μέχρι πλαστικά παιχνίδια. Τα πάντα μπορούν να μεταμορφωθούν σε τέχνη.

 

Υπάρχουν συγκεκριμένοι ήρωες που επαναλαμβάνονται στα δημιουργήματά σου; Πέρα από τον εαυτό μου τον οποίο αναπαράγω συχνά, επαναλαμβάνονται κυρίως πρόσωπα του περιβάλλοντος μου,  άνθρωποι που αγαπάω και τα ζώα μου φυσικά. Είναι και οικογενειακή υπόθεση η ζωγραφική.

Μια κριτική, που διάβασα για την δουλειά σου, αναφέρει πως αφορά τους τσακισμένους και τους βαθιά ευαίσθητους ανθρώπους. Πώς το ερμηνεύεις αυτό; Η ζωή περιέχει αρκετό πόνο, χαρά, απόγνωση, έρωτα, μικρούς και μεγάλους θανάτους, σε καταστρέφει και σε ξαναγεννά. Όσοι έχουν βιώσει έντονα τέτοιες καταστάσεις είναι πράγματι πιο ευαίσθητοι δέκτες της δουλειάς μου, η οποία είναι συχνά αφηγηματική, διηγούμενη ιστορίες για αληθινά Τάρταρα και πραγματικούς μικρούς παραδείσους. Για να είμαι ειλικρινής, δεν προσπάθησα να απευθυνθώ ποτέ κάπου συγκεκριμένα. Συνήθιζα πάντα να αφήνω το στίγμα μου και σε όποιον αρέσει να ακολουθεί. Έτσι, κάθε φορά, η δημιουργία μου βρίσκει μόνη της το κοινό της, το οποίο αποδεικνύεται αρκετά ετερόκλητο, μπορώ να πω.

Ζωγράφος ή γραφιάς; Και τα δύο. Το έβλεπα πάντα κάπως ετυμολογικά, δηλαδή ότι ζω και γράφω. Αυτό κάνω. Μια καταγραφή της ζωής μέσα από τα μάτια μου, είτε με λόγια, είτε με χρώματα. Και τα δύο, οπωσδήποτε.

Θα ήθελες η δουλειά σου να ληφθεί υπόψιν από τον ιστορικό του μέλλοντος; Ποιος καλλιτέχνης δεν θα τό ‘θελε, έστω και στις πιο μύχιες σκέψεις του; Απ’ όταν πρωτάκουσα τη λέξη υστεροφημία στο σχολείο, κάτι σκίρτησε μέσα μου. Μια ευκαιρία στον παράδεισο! Μικρός φοβόμουν πολύ το θάνατο και στο άκουσμα της λέξης ανυπαρξία, αρρώσταινα. Τώρα που ωρίμασα κάπως, έστω δυο γραμμές να γραφτούν για κάτι που έχω φτιάξει, δεν θα με χάλαγαν καθόλου.

Υπάρχουν καλλιτέχνες που αισθάνεσαι «συγγενείς» σου; Πολλοί δημιουργοί έχουμε την (ψευδ)αίσθηση ότι επικοινωνούμε με τους μεγάλους παλαιούς ή είμαστε παιδιά τους και κατ’ επέκταση συνεχιστές του έργου τους. Δεν μπορώ να αισθανθώ συγγένεια με κάποιον καλλιτέχνη που λατρεύω. Θα το θεωρούσα μεγάλη ιεροσυλία.

Σε ενδιαφέρει η δουλειά σου να αποτελεί δίαυλο επικοινωνίας με άγνωστους ανθρώπους; Δεν υπάρχει η τέχνη για την τέχνη. Πάντα με ενδιαφέρει κι αυτός ο άγνωστος Άλλος, ο αποδέκτης του έργου μου. Σίγουρα μου δίνει μεγάλη χαρά όταν κατορθώνεται η επικοινωνία μεταξύ μας, είτε με τα σκίτσα, είτε με τη ζωγραφική.

Η δουλειά σου, όσο την παρακολουθώ, διέπεται από ωμή αλήθεια, γεγονός που δεν θα μπορούσε παρά να εγείρει αντιδράσεις από σκοταδιστές. Θα μοιραστείς μαζί μας κάποιες από αυτές; Θυμάμαι ακόμα μια διαδικτυακή επίθεση φονταμενταλιστών που είχα δεχτεί πριν καμιά δεκαριά χρόνια για ένα από τα ανοσιουργήματά μου. Ένας, λοιπόν, από αυτούς μου είχε γράψει πως πρέπει να λουστώ με βενζίνη και να αυτοπυρποληθώ για να συνηθίσω την κόλαση στην οποία θα πάω. Τέτοια μυαλά τα θεωρώ γελοία και επικίνδυνα μαζί. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν άλλωστε – με απειλές και ύβρεις – και άτομα του ακροδεξιού χώρου το καλοκαίρι που μας πέρασε, με αφορμή ένα σκίτσο που σατίριζε τον …χρυσαυγίτικο πρωταθλητισμό. Προτιμώ, όμως, να φέρνω στη μνήμη μου την ομορφότερη αντίδραση: ήταν τα λόγια μιας άγνωστης τότε σε μένα κοπέλας, για τα έργα της πρώτης μου ατομικής έκθεσης ζωγραφικής το 2013. Την κοπέλα την έλεγαν Κατερίνα και ένα χρόνο μετά παντρευτήκαμε.


Δεν είναι δύσκολο να διατηρείς ένα καθημερινό σκιτσογραφικό ημερολόγιο σχολιασμού της κοινωνικοπολιτικής επικαιρότητας;
Υπάρχουν μέρες που χαζεύω για ώρα πάνω από μια κενή σελίδα και ανούσιες ειδήσεις να μου τρυπάν το μυαλό, χωρίς να βγάζω άκρη για το τι να φτιάξω. Από την άλλη, αποτελεί πλέον εθισμό το ημερολόγιο. Αν δεν ξεκινήσω τη μέρα μου με το ημερολόγιο, το νευρικό μου σύστημα με επιπλήττει. Με τον καιρό αναπτύσσεις μηχανισμούς και μπορείς να πιαστείς από το οτιδήποτε για να φτιάξεις σκίτσο. Με μια προσεκτική ματιά στα γεγονότα της ημέρας, η έμπνευση θα έρθει κι από εκεί και πέρα λειτουργώ με μεγάλη ελευθερία. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς.

Πού σε βρίσκουμε σήμερα και ποια τα επαγγελματικά σχέδια για παρακάτω; Τα σκίτσα μου βρίσκονται καθημερινά στο The Press Project με το οποίο συνεργάζομαι από τις αρχές του 2017 καθώς και στη σελίδα μου στο facebook, George Micalef Art. Να αναφέρω επίσης τις σελίδες με κόμικς «Cave Caudas» και «Gatowski», η τελευταία σε συνεργασία με τον Γιώργο Μεσημέρη στο σενάριο. Θα ήθελα, κάπου παρακάτω, να εκδώσω ένα βιβλίο το οποίο γράφω με πολύ αργούς ρυθμούς. Ετοιμάζω επίσης δύο-τρεις σειρές ζωγραφικών έργων για μελλοντικές εκθέσεις. Μέσα στο μυαλό μου έχω  ακόμα περισσότερα σχέδια, όμως, όλα απαιτούν αρκετό χρόνο και κόπο κι η κάθε μέρα έχει μόνον 24 ώρες κι εγώ μονάχα δυο χέρια… και αυτά, μπαλωμένα.