Φωτογραφίες: Σοφία Μανώλη
Επιμέλεια κειμένου: Δήμητρα Αλεξοπούλου
Ο Κλέων Γρηγοριάδης ήδη από το ξεκίνημά του ως ηθοποιός διέθετε μια σπάνια αρετή που ποτέ δεν έχασε, και που λίγοι μπορούν να καυχηθούν πως έχουν: μια αλήθεια άμα τη εμφανίσει. Όποιος είχε την τύχη να τον απολαύσει πριν από πολλά χρόνια (άνω των είκοσι πέντε) στο Σαν έλληνας του Στήβεν Μπέρκοφ που είχε ανεβάσει στο Εμπρός ο Τάσος Μπαντής, γνωρίζει για τι πράγμα μιλάω. Μετά από πολλές θεατρικές, κινηματογραφικές και θεατρικές περιπέτειες, αλλά και μια μνημειώδη παρέμβαση ως ενεργός πολίτης στο δελτίο ειδήσεων του παλαιού mega τις ημέρες του δημοψηφίσματος που τον έκανε αντικείμενο ενθουσιωδών συζητήσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα, απεφάσισε να πολιτευτεί, και σήμερα δίνει καθημερινό παρών στα έδρανα της Βουλής των Ελλήνων ως βουλευτής του Μέρα 25. Δεν θα υποκριθώ πως μπορώ να κρατήσω την απόσταση που αρμόζει σε μια «κανονική» συνέντευξη ή να συνομιλήσω μαζί του στον πληθυντικό, θα ήταν καθαρή υποκρισία: ο Κλέων Γρηγοριάδης με τιμά με τη φιλία του εδώ και πολλά χρόνια. Απλώς θα προσπαθήσω να μεταφέρω εδώ το θάρρος, την ευθύτητα, τον αυτοσαρκασμό και την επώδυνη ειλικρίνειά του.
Έβλεπα ειδήσεις εκείνη την ημέρα, και παρακολούθησα το διασυρμό στον οποίον υπέβαλες τη Μαρία Σαράφογλου στο δελτίο ειδήσεων του τότε mega επί τη αφορμή του δημοψηφίσματος το ’15. Νομίζω ότι υπήρξε το σημείο που πυροδότησε μέσα σου, όχι την πολιτική σκέψη γιατί αυτό ξέρω ότι το είχες ανέκαθεν, αλλά την πολιτική πράξη. Υπήρχε ένα κλίμα ότι ο ελληνικός λαός δεν έχει δικαίωμα να επιλέξει τη ρήξη με τους δανειστές του. Ότι αφού επέλεξε τον ΣΥΡΙΖΑ που ευαγγελιζόταν τη ρήξη έκανε κάτι απονενοημένο, άρα προσπαθούσαν να τον ανατάξουν. Είδα πολύ έντονα ότι η δημοκρατία δεν λειτουργεί στη χώρα. Φαντάζομαι ότι δεν λειτουργούσε ήδη από δεκαετίες και συνεχίζει να μην λειτουργεί, αλλά τότε ήταν πολύ έντονο στα μάτια μας. Αυτό με κινητοποίησε και ένοιωσα για πρώτη φορά ότι θέλω να πάρω θέση. Σκέφτηκα ότι πρέπει, αφού είμαι γνωστός. Αλλά δεν είχα πια βήμα. Το αναζήτησα. Για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή μου πήρα τηλέφωνο διευθυντές ειδήσεων που ήξερα, και όλοι μου έλεγαν, γιατί ήξεραν ότι είμαι με το Όχι: Συγνώμη, θα χάσω τη δουλεία μου. Είχα απογοητευτεί, έλεγα ότι το σύστημα είναι αρκετά έξυπνο και δεν θα μου δώσει την ευκαιρία. Αν δεν ήταν η Σαράφογλου και ήταν η Τρέμη, κι αν ο σκηνοθέτης – που δεν με ήξερε – δεν ήταν νέος στη ροή και ήταν έμπειρος, ποτέ δεν θα με είχαν πάρει τηλέφωνο γιατί θα ήξεραν ότι θα μπλέξουνε.
Και το έκαναν το λάθος. Το έκαναν. Κι εγώ έπαιξα τον ιστορικό μου ρόλο: κάποιος έπρεπε να το κάνει. Αλλά δεν θεωρώ ότι έκανα κάτι ηρωικό, ούτε φοβερά σπουδαίο. Ξέρεις τι θεωρώ; Ότι εξέφρασα το άι σιχτίρ ενός ολόκληρου λαού με τα ίδια λόγια που θα το έλεγε! Το timing ήταν απόλυτα σωστό. Αγανάκτησα με τον γκεμπελισμό της ιδιωτικής τηλεόρασης την ίδια μέρα με όλους τους υπόλοιπους έλληνες. Πέντε χρόνια μετά και δεν υπάρχει καμία μέρα στη ζωή μου που να μη με σταματήσει κάποιος στο δρόμο, συνήθως κάτω των τριάντα, να μου πει: Συγχαρητήρια για αυτό που κάνατε τότε. Το 38% από αυτούς μου λένε: Εγώ Ναι ψήφισα, αλλά μπράβο σας που το κάνατε! Ακόμα και αυτοί που ψήφισαν Ναι είχαν αγανακτήσει… Ουσιαστικά το Όχι ήταν η απάντηση στην ιδιωτική τηλεόραση, όχι στο ερώτημα του δημοψηφίσματος. Στο αν φοβάμαι τις μαλακίες που μου λένε αυτοί Απάντησαν: όχι, δεν φοβάμαι.
Και για να αποφασίσεις να εμπλακείς ενεργά, τι μεσολάβησε; Ο Βαρουφάκης. Ένας άνθρωπος πολύ ικανός στο να σε παρασύρει. Πολύ ξεχωριστός, πολύ ιδιαίτερο μέγεθος. Σκέφτηκα ότι αν ένας άνθρωπος με τέτοιες ικανότητες, με τη δυνατότητα να περνάει σαν βασιλιάς στο καπιταλιστικό αστικό περιβάλλον, τα έχει αφήσει όλα αυτά και έχει δοθεί καθημερινά σε ένα αγώνα προλεταριακό, θα έλεγε κανείς, σαν να μην είχε άλλη επιλογή παρά μόνο να διεκδικήσει κάτι καλύτερο για την πατρίδα του ή να πεθάνει από την πείνα, αν κάποιος πιο σπουδαίος από μένα αφιερώνει τη ζωή του σε κάτι, αυτό θα έχει κάποια αξία που εγώ δεν μπορώ να δω.
Αυτό που βλέπω να συμβαίνει με τον Γιάνη Βαρουφάκη, το έχω δει και με άλλους στο παρελθόν σε κρίσιμες στιγμές επιλογών. Μία ήταν όταν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έπεισαν έναν ολόκληρο λαό ότι ο κατάλληλος διαχειριστής της κατάστασης εκείνη τη στιγμή ήταν ο Κώστας Σημίτης. Και όλοι είδαμε πόσο καλά πήγε αυτό. Επί της ουσίας διαβάλλοντας και τους αντιπάλους του για τη θέση, όπως τον Γεράσιμο Αρσένη. Όταν τον γνώρισα προσωπικά, κατάλαβα ότι κάτι είχε πάει πάρα πολύ λάθος. Ήταν η μόνη ελπίδα του ΠΑΣΟΚ να συνεχίσει να είναι κάτι
Επειδή λοιπόν ξέρω ότι από τα περισσότερα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας δεν πρόκειται ποτέ να μάθω ποιος είναι ο Βαρουφάκης, θα ρωτήσω εσένα. Είναι πολύ γοητευτικός, ενδιαφέρων, πολυσχιδής, πολυπράγμων.. Εγώ καμιά φορά είμαι υπερβολικός λόγω χαρακτήρα, αλλά νομίζω ότι δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι είναι ένας άνθρωπος που γεννιέται σε μία ήπειρο κάθε πολλά χρόνια, και ότι έχει το δυναμικό και τον οπλισμό να αλλάξει την πορεία της. Δεν έχω γνωρίσει άλλον τέτοιον άγια να έχω μέτρο σύγκρισης, ξέρω όμως ότι έχει τη δυναμική να αλλάξει τη ροή των πραγμάτων. Αν σου συμβεί να γνωρίσεις έναν τέτοιο άνθρωπο, κάτι σαν τον Τσώρτσιλ ας πούμε, το καταλαβαίνεις, πέφτει ένα λεωφορείο πάνω σου, δεν είναι αστείο. Βεβαίως μπορεί να κάνω και λάθος. Αλλά ξέρω ότι είναι ανιδιοτελής, έντιμος, τρομακτικά αξιοπρεπής. Εκφράζει ως πολιτικό πρόσωπο την αντίσταση του καιρού μας και του λαού μας. Και φυσικά δεν είναι τέλειος. Έχει ένα είδος τελειότητας: δεν συμβιβάζεται με την συνθηκολόγηση. Αυτό είναι ασυγχώρητο και τον κάνει τεράστιο εχθρό του συστήματος. Γι αυτό έχει υποστεί μια τεράστια δαιμονοποίηση. Αυτή θα βασιστεί στα τρωτά σου, πάντα έτσι γίνεται – και δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος χωρίς τρωτά. Συχνά είναι ανταγωνιστικός σαν μικρό παιδί- όταν οδηγάμε μηχανές μπορεί τα πράγματα να γίνουν επικίνδυνα! Το κακό γνωρίζει ότι θα πρέπει να πιάσει μια τρίχα και να την κάνει τριχιά. Με τον Βαρουφάκη θα αποτύχει, διότι ο τρόπος που επικοινωνεί με τους ανθρώπους είναι πρωτογενής. Αν αναγκαστεί, θα περιφέρεται στην Αθήνα σαν τον Σωκράτη και θα λέει αυτό που έχει να πει. Και είναι ακατάβλητος. Δεν ενδιαφέρεται για καμία εξουσία. Όταν ηγείσαι κοινοβουλευτικής ομάδας κι έχεις τέτοιους μηχανισμούς μέσα στη Βουλή, όλα σε χαλάνε, έχεις όλα τα κομφόρ, σε έναν χρόνο σε έχουν κάνει σκατά. Ο Βαρουφάκης δεν θα γίνει, δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα στο λογισμικό του. Είναι η τελευταία μεγάλη ευκαιρία της Ευρώπης – αν και θα έλεγα ότι πρέπει να την αναζητήσουμε σε διανοούμενους και φιλόσοφους όπως ο Σλαβόι Ζίζεκ. Αυτός όμως κάνει πολιτική, και αυτό είναι πολύ πιο σημαντικό από αυτό που κάνει ο Ζίζεκ, που κάνει το εύκολο του δύσκολου κομματιού.. Έφτιαξε ένα κίνημα πανευρωπαϊκό που πήρε ενάμιση εκατομμύριο ψήφους στην Ευρώπη, κι ένα κόμμα στην Ελλάδα, και με αυτή την δαιμονοποίηση μπήκε στη Βουλή, γιατί 224.000 ψηφοφόροι λένε: Όχι, δεν πιστεύω όλα αυτά που λένε για αυτόν. Δεν είναι αυτός η αιτία που πτώχευσε η Ελλάδα. Είναι δύσκολο να είσαι αριστερός και αντιστασιακός, αλλά πιο εύκολο όταν είσαι φιλόσοφος ή καλλιτέχνης.
Πάντως σε σένα σίγουρα κατάφερε να προκαλέσει σημαντικές αλλαγές. Οι επιλογές σου σε σχέση με την καλλιτεχνική σου ζωή επί της ουσίας είναι αντίθετες από αυτή που έκανες αυτή τη στιγμή, που είναι εξαιρετικά δύσκολη. Έχεις δίκιο απόλυτο. Επέλεγα πάντα την εύκολη λύση στη ζωή μου, να αράξω. Έπαψα να θέλω να αράζω μόνος μου. Πρώτον, γιατί κατάλαβα ότι σε αυτό οφειλόταν η κατάθλιψή μου. Δεύτερον, γιατί αυτός ο άνθρωπος με μετατόπισε δείχνοντάς μου ποια είναι η βασική αιτία που δεν μπαίνεις σε έναν αγώνα: γιατί λες ότι κι αν υπάρχει μια πεφωτισμένη εμπροσθοφυλακή της κοινωνίας φιλοσοφική ή πολιτική, η οποία είναι ισχνή μειοψηφία και πάντα υπήρχε – ο Μπερλίνγκουερ, ο Ένγκελς – η κοινωνία εξακολουθεί να είναι 500 χρόνια πίσω. Τέτοια στην Ελλάδα ήταν ο Γιώργος Χειμωνάς, μια προσωπικότητα φωτισμένη. Αυτό δεν σημαίνει, εφόσον σεβόμαστε την δημοκρατία σαν την μεγαλύτερη κατάκτηση της ανθρωπότητας, ότι πρέπει με το στανιό να συμπαρασυρθούν κι οι άλλοι. Οφείλουμε να πάμε με αυτό που θέλουν οι πολλοί. Σε αυτό είμαι αμετακίνητος. Είχα πειστεί λοιπόν πως οι πολλοί θα χρειαστούν τρεις χιλιετίες για να φτάσουν να διεκδικούν τα στοιχειώδη, δηλαδή κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα και αγάπη χωρίς όρους. Η άρνησή μου να συμμετέχω ήταν επειδή μου φαινόταν μάταιος κόπος και χαμένος αγώνας, γιατί η ανθρωπότητα δεν είναι ώριμη για τέτοια βήματα. Τι συνέβη το Μάη του ΄68; Τι συνέβη στο χιπισμό; Τι συνέβη στη γαλλική ή στην οκτωβριανή επανάσταση; Συνέβη ότι η ανθρωπότητα έβαλε το πόδι της πιο μακριά από εκεί που έφτανε. Μέσα σε συνθήκες συγκεκριμένες, συνήθως πείνας- ο Μαρξ τα έχει πει καλά αυτά- μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας παρασύρεται μπροστά και ταυτίζεται με την εμπροσθοφυλακή. Συνήθως αυτό κρατάει έξι μήνες, άντε 1-2 χρόνια, και μετά ξαναγυρνάει στα παλιά. Πίστευα βλακωδώς να περιμένουμε να ωριμάσουν οι συνθήκες, όπως έλεγε το ΚΚΕ. Ότι ο κομμουνισμός θα έρθει όταν οι άνθρωποι θα είναι ώριμοι. Δεν είναι έτσι όμως. Τα πράγματα δεν πάνε ούτε συντεταγμένα, ούτε συγκροτημένα: είναι χύμα! Οι συνθήκες ωριμάζουν τώρα και μετά δεν ωριμάζουν για εκατό χρόνια! Και ό, τι κάνει η ανθρωπότητα είναι κατάκτησή της. Ο Μάης του ΄68 έχει εγγράψει μία υποθήκη στο υποσυνείδητο της ανθρωπότητας. Και όσο απόκοτο κι αν ήταν, την επόμενη φορά θα υπάρχει στη συλλογική μνήμη. Είναι πολύ χρήσιμο που δοκιμάστηκε ο χιπισμός, το κάντε έρωτα όχι πόλεμο. Έτσι προχωράει η ανθρωπότητα. Με πράγματα που δοκιμάζονται και απορρίπτονται. Όταν γνώρισα τον Βαρουφάκη του είπα: Δεν θέλω να μπλέξω με την πολιτική. Μου είπε: Πιστεύω ότι κάνεις λάθος, υποτιμάς τον ελληνικό λαό, πάντα επέλεξε σωστά από αυτά που του έδιναν και πάντα τον πρόδωσαν οι ηγεσίες του. Και άρχισα να βλέπω το δίκιο του. Το ΄81, μου λέει, είχανε καλύτερη λύση από τον Ανδρέα; Δεν είχαν. Ο Ανδρέας δεν στάθηκε αντάξιος των περιστάσεων και όχι ο λαός που τον ψήφισε. Μετά από τριάντα χρόνια ο λαός αυτός ψήφισε Τσίπρα, που έλεγε να παντρεύονται οι ομοφυλόφιλοι, ότι η Μακεδονία δεν είναι ολόκληρη ελληνική –που δεν τα ήθελαν. Και ο Τσίπρας βγήκε ίδιος με τον Μητσοτάκη. Αυτοί το σωστό επέλεξαν, ο Τσίπρας συνθηκολόγησε. Αυτό που είπε ο Βαρουφάκης είναι ότι αν βρεθεί μία ηγεσία αντάξια των περιστάσεων και δεν τους προδώσει, αυτοί θα είναι υποστηρικτές. Και όταν του είπα: είναι ανάγκη να λέμε όλα αυτά για το μεταναστευτικό, για τους τούρκους, και να χάνουμε όλες τις ψήφους; απάντησε: Ναι, είναι απόλυτη ανάγκη. Γιατί θα πρέπει να φάμε όλοι μαζί από κοινό τσουκάλι στο Σύνταγμα για κάνα δύο χρόνια, και δεν θα είναι διατεθειμένοι να το κάνουν αν δεν τους έχεις πει όλη την αλήθεια από την αρχή, θα πρέπει να σε ψηφίσουν ξέροντας ότι τους οδηγείς εκεί. Αυτό το εκτιμώ απεριόριστα. Λέει την απόλυτη, ωμή αλήθεια. Ρωτάνε ‘Τι να κάνουμε τώρα κ. Βαρουφάκη, τέσσερα εκατομμύρια πρόσφυγες που είναιι στην Τουρκία να τους αφήσουμε να έρθουν;’ και λέει ναι! Να ανοίξουμε αμέσως τα σύνορα, να τους αφήσουμε σε όλη τη χώρα ελεύθερους. Εμείς λέμε ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να είναι ελεύθερη και η είσοδος, και η μετακίνηση. Αυτό θα έδειχνε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πιο πολιτισμένη από άλλες περιοχές του πλανήτη, και ότι εμφορείται από τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης.
Ο Κολτές είχε πει ότι οι μετανάστες είναι η ελπίδα της Γαλλίας απέναντι στην ηλιθιότητα, γιατί οι επιμιξίες είναι που διασώζουν την ευφυία. Θαυμάσιο. Αλλά ο κόσμος είναι παραπληροφορημένος. Δεν ξέρει ότι οι μετανάστες κινητοποιούν την οικονομία. Δεν ξέρει ότι αν αφήναμε τώρα τέσσερα εκατομμύρια μετανάστες στην Ελλάδα, η οικονομία μάλλον δεν θα είχε πρόβλημα για τα επόμενα τέσσερα ή και δέκα χρόνια. Με ωμά καπιταλιστικούς όρους, είναι απόλυτα παρατηρημένο ότι όλα τα μεγέθη βελτιώνονται. Η κατανάλωση, οι επενδύσεις- όπου υπάρχουν μετανάστες υπάρχουν επενδύσεις. Οι μετανάστες για να ζήσουν πρέπει να έχουν 5 ευρώ τη μέρα –και πρέπει να τα ξοδεύουν! Όπου πάνε μετανάστες, το πρώτο πράγμα που συμβαίνει είναι αντανακλαστική ανάπτυξη. Στους νησιώτες, το να έχεις 37.000 μετανάστες σε ένα νησί που ο μόνιμος πληθυσμός είναι 6.000, είναι τρομακτικό. Είναι μία φυλακή όλο το νησί. Εμείς λέμε ότι αυτοί πρέπει να μοιραστούν σε όλη την Ελλάδα και να είναι ελεύθεροι. Και αν πεινάνε οι Έλληνες, πρέπει να πεινάσουν πιο πολύ, να μοιραστούν το φαγητό τους με τους ξένους. Αυτό δεν θέλει κανείς να το ακούσει. Εμείς το λέμε. Ο Βαρουφάκης το λέει. Στην πρώτη συνέντευξη που έδωσα στο ραδιόφωνο, είχα πει: Ελπίζω να μη βγω. ‘Πείτε μας περισσότερα, δεν θέλετε να βγείτε βουλευτής, και ζητάτε την ψήφο του λαού;’ Κι απαντώ: ‘Μα για αυτό μας επέλεξε ο κύριος Βαρουφάκης: διάλεξε αυτούς που δεν ήθελαν να είναι βουλευτές!’. Είναι μια παλιοδουλειά και κάποιος πρέπει να την κάνει, έτσι πρέπει να το αντιμετωπίζεις, σαν να λερώθηκες. Το είπα αυτό στη Βουλή: Καταδέχτηκα- οι λέξεις είναι συγκεκριμένες και γράψτε τις στα πρακτικά- να αφήσω την τέχνη μου και να έρθω σε εσάς, γιατί σε λίγα χρόνια θα μετράγατε το μίνι της κόρης μου και θα της κουρεύατε τα μαλλιά όπως εσείς θέλετε. Για αυτό καταδέχτηκα να αφήσω την τέχνη μου και έμπλεξα με κάτι που ρυπαίνει τον άνθρωπο: την πολιτική.
Ποια είναι η καθημερινότητά σου από τη στιγμή που βρέθηκες εκεί; Σαν να πηγαίνεις νηπιαγωγείο στα 55 σου. Καταρχάς δεν ήξερα καν τι σημαίνουν όλα αυτά, τι είναι επιτροπές, νομοσχέδιο, διαβούλευση νομοσχεδίου- δεν ήξερα τίποτα. Ήταν πολύ δύσκολο. Έγινα κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, που σημαίνει ότι όχι απλώς πρέπει να ξέρεις τα πάντα, πρέπει να τα παίζεις στα δάχτυλα. Ακόμα και τώρα πολλά δεν ξέρω, μαθαίνω. Η καθημερινότητά μου άλλαξε δραματικά. Τη δεκαετία του ’80 λέγαμε: έγινα ηθοποιός για να ξυπνάω στις δέκα το πρωί! Αυτό καταλύθηκε. Τα τελευταία χρόνια ήμουν πολύ καλομαθημένος. Έκανα έξι μήνες διακοπές, έπαιζα το θέατρο που ήθελα. Έκανα αυτό που ήθελα με καλές προϋποθέσεις. Ένιωθα ευτυχισμένος, ότι συμμετέχω στα θεατρικά πράγματα της χώρας, αυτά που βάζουν ένα κομμάτι στο παζλ της νέας δημιουργίας. Η τωρινή μου καθημερινότητα είναι εφιαλτική. Στο θέατρο και στην τηλεόραση εκπροσωπείς τον εαυτό σου. Αν είσαι ασυνεπής, αν πας τέσσερις ώρες μετά το γύρισμα, αν παίξεις χάλια ή χάσεις τα λόγια σου, αν δεν έχεις διαβάσει, όλα αυτά εκθέτουν εσένα. Στη βουλή δεν εκπροσωπείς τον εαυτό σου. Αν κάτι από όλα αυτά γίνει στη δουλειά που κάνω τώρα, εκθέτω τη μόνη ελπίδα να απελευθερωθεί η χώρα από την κατοχή, δεν έχω δικαίωμα να το κάνω. Δεν έχεις δικαίωμα να δείξεις ότι είσαι τεμπέλης, ότι δεν έχεις πρόγραμμα. Ξυπνάω το πρωί, βάζω φόρμα και αθλητικά παπούτσια, παίρνω τη μηχανή και φτάνω στη Βουλή. Εκεί έχω σακάκια, παντελόνια, πουκάμισα, παπούτσια και κάλτσες που πρέπει να φορέσω για να μην είμαι σαν την μύγα μέσα στο γάλα. Δεν φοράω γραβάτα και κοστούμι, αλλά φοράω σακάκι και παντελόνι – δεν είχα ποτέ, τα αγόρασα όταν βγήκα βουλευτής. Είναι ένα είδος σεμνότητας και σεβασμού, να παίξεις το παιχνίδι με τους όρους που παίζεται. Βάζω κάτι που δεν τους εξεγείρει, για να με δουν σαν συμπαίκτη και να με ακούσουν. Εκεί υπάρχει τρομερή ανία. Πάνε αναλογικά όλα. Η Νέα Δημοκρατία έχει 45 ανθρώπους που στην επιτροπή ή στην ολομέλεια θα πουν το ίδιο πράγμα με συνώνυμες λέξεις, πρέπει να το κάνουν για την εκλογική τους πελατεία: να τους δουν στην επαρχία για να τους ψηφίσουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τον ΣΥΡΙΖΑ, που είναι αστικό κόμμα πια. Πολύ συχνά η ολομέλεια αρχίζει 9 η ώρα το πρωί. Εγώ που είμαι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος δεν μπορώ να λείψω. Όποιος επιτεθεί στο κόμμα, στον αρχηγό ή σε κάποιον βουλευτή, μόνο εγώ έχω θεσμικά το δικαίωμα να απαντήσω. Πολλές φορές εγγράφονται 180 βουλευτές. Αυτό σημαίνει ότι θα τελειώσουμε στις 2 το βράδυ. Αν πάω για κατούρημα, πρέπει κάποιος να βλέπει στην τηλεόραση και αν κάτι ειπωθεί να με πάρει να τρέξω, γιατί μόνο εγώ μπορώ να παρέμβω! Αναγκάζομαι και περνάω δεκαπεντάωρα πολλές φορές εκεί μέσα ακούγοντας 45 φορές τον ίδιο λόγο σε παραλλαγές! Όλοι αυτοί πρέπει να πουν τα ίδια πράγματα πλέκοντας το εγκώμιο του αρχηγού και εγγράφοντας υποθήκη για να πάρουν Γενική Γραμματεία ή Υφυπουργείο αργότερα. Κόλαση! Λένε πόσο χάλια ήταν τα πράγματα στην Ελλάδα και πόσο ο μεγάλος και σεβαστός μας ηγέτης Κυριάκος Μητσοτάκης ήρθε και ανέδειξε τα πάντα και τα έχει φτιάξει ευρωπαϊκά, όμορφα και ωραία, σύγχρονα και μοντέρνα.. Είναι μια αφόρητη κατάσταση τρομακτικής βίας αυτό που υφίσταμαι.
Και φτάνουμε στα χρήματα… Τα χρήματα είναι πολλά. Ένας βουλευτής παίρνει 5.000 ευρώ καθαρά -μετά από τόσα μνημόνια. Αν πάρεις και όλες τις επιτροπές και κάνεις τα πάντα, μπορεί να φτάσεις και 6.500 ή 7.000 ευρώ καθαρά κάθε μήνα. Τίθενται αμέσως κάποια ηθικά διλλήματα. Τι θα συμβεί με αυτά τα λεφτά; Θα τα παίρνεις; Θα τα δώσεις στο κόμμα σου; Το κόμμα τα θέλει; Το ΚΚΕ ας πούμε έχει λύσει αυτό το πρόβλημα: όλοι οι βουλευτές παίρνουν 850 ευρώ. Αυτό φαίνεται απλό. Και εμένα μου φαινόταν απλό πριν γίνω βουλευτής. Όμως υπάρχει κάτι πολύ ρυπαρό στην ανθρώπινη φύση, που λέει ότι ο άνθρωπος γίνεται αμέσως ένα με τα νέα δεδομένα. Όταν πάρεις για τρεις μήνες 6.000 ευρώ, μετά θεωρείς ότι αυτά σου αξίζουν και πρέπει να τα παίρνεις. Αυτό συμβαίνει σε κάθε άνθρωπο, συμπεριλαμβανομένου και εμού. Εγώ δεν έγινα βουλευτής για να βγάζω λεφτά, έβγαζα και από την τέχνη, είχα την τύχη να γίνω γνωστός, μπορούσα να ζήσω και σαν ηθοποιός σχετικά πλουσιοπάροχα, αρκεί να έπαιζα σε κακά έργα, εμπορικά. Άρα πρέπει να θυμάσαι ότι δεν το κάνεις για λεφτά. Δεύτερον, τα λεφτά είναι και λίγα αν δεις τι πρέπει να ακούσω σε μια συνεδρία. Και 20.000 ευρώ το μήνα, πάλι θα ήταν λίγα για την ανία που πρέπει να αντιμετωπίσεις! Τρίτον, δεν μπορείς να ευαγγελίζεσαι μια αλλαγή σε αυτόν τον τόπο και να συμπεριφέρεσαι όπως τα καθίκια που μας πτώχευσαν. Άρα δεν μπορείς να κρατήσεις αυτά τα λεφτά. Όμως πτωχεύουν τα πάντα, ξαφνικά η τέχνη σου εξαφανίζεται, δεν υπάρχει η δουλειά σου για να μπορείς να ζήσεις από αυτήν και έχεις παιδί 16μιση χρονών και θα πάει στο πανεπιστήμιο σε λίγο. Πρέπει λοιπόν να κρατήσεις κάποια από αυτά τα λεφτά για να ζήσεις εσύ, να δώσεις διατροφή στην πρώην σύζυγό σου και στο παιδί σου. Να δώσεις βοήθεια σε κάποιους ανθρώπους που την χρειάζονται. Αρχίζει μια ισορροπία τρόμου: Πόσα έχω ηθικό δικαίωμα να κρατήσω; 2.000 ή είναι πολλά; Εφιάλτης: κρατάς 2.000 και δεν κοιμάσαι ήσυχος τα βράδια. Αν έπαιζα στο Θέατρο Τέχνης τώρα, θα έπαιρνα 1.200 το πολύ γιατί είμαι γέρος- αν ήμουν νέος θα έπαιρνα 700. Και μετά λες: αξίζει η πλήξη να ακούς 45 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και να κρατάς 2.000; Και μετά βοηθάς κάποιους ανθρώπους. Και αρχίζεις να σκέφτεσαι το αιώνιο ζήτημα: Τι νόημα έχει αυτό; Είσαι φιλάνθρωπος; Αφού υπάρχουν εκατομμύρια που χρειάζονται βοήθεια, έχει νόημα να βοηθάς δύο ανθρώπους; Από την άλλη μεριά είναι ανακουφιστικό και για σένα και για αυτούς. Γενικά είναι ένα χάος. Και φτάνουμε σε κάτι που δεν θα το μάθει ποτέ ο κόσμος, ούτε από αυτή την συνέντευξη αν δεν θα έχει μεγάλη αναγνωσιμότητα: ότι ο Βαρουφάκης είναι ο μόνος άνθρωπος που ξέρω, και βάζω και τον εαυτό μου μέσα, που δεν έχει καταδεχτεί να πάρει ποτέ ούτε ένα ευρώ από κοινοβουλευτική αποζημίωση. Όπως δεν ξέρω κανέναν άλλον από την μεταπολίτευση που να παραιτήθηκε από Υπουργείο, ενώ δεν τον έδιωξαν, επειδή ο αρχηγός συνθηκολόγησε. Είναι μοναδικό είδος. Αυτό το έμαθα πρόσφατα- ένα χρόνο βουλευτές, τώρα μου είπε ότι δεν κρατάει το μισθό… Και πληρώνεται από ένα σεμινάριο που κάνει το χρόνο, γιατί τόσο προλαβαίνει. Γυρνάμε όλη την Ελλάδα. Σε τρία πανεπιστήμια που είναι καθηγητής, είναι σε άδεια άνευ αποδοχών 5 χρόνια τώρα, και ζει από δικαιώματα βιβλίων από το εξωτερικό. Και το ελληνικό κράτος τι κάνει; Τον υπερφορολογεί με προκαταβολή 100% λες και θα έχει και του χρόνου αυτά τα δικαιώματα, τα οποία εκείνος επαναπατρίζει, ενώ οι άλλοι βγάζουν τα λεφτά τους έξω!
Ξέρω ότι δεν είναι εύκολη ερώτηση: Είσαι αποφασισμένος να συνεχίσεις; Όχι, δεν είμαι. Είναι πάρα πολύ κουραστικό, δεν σταματάει. Μέρα-νύχτα κάνεις κάτι: βλέπεις φορείς, πηγαίνεις στη ΛΑΡΚΟ που οι άνθρωποι θα απολυθούν ενώ έχουν δουλέψει τριάντα χρόνια υπό συνθήκες που έχουν σίγουρα καρκίνο όλοι, και τώρα τους πετάνε σαν στυμμένη λεμονόκουπα. Αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να τους υπερασπιστεί κάποιος, και δεν υπάρχει κανείς. Θέλω και την καλοπέρασή μου- γιατί έχω συνηθίσει να είμαι καλοπερασάκιας. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα συνεχίσω. Λέω στη σύντροφό μου κάθε μέρα: θα παραιτηθώ αύριο το πρωί, θα παραδώσω και την έδρα μου γιατί είμαι κύριος, και δεν θα έχει να μου πει κανένας τίποτα. Από την άλλη μεριά, πιστεύω ότι το κόμμα μου με έχει ανάγκη. Η διαχείριση μιας κοινοβουλευτικής ομάδας είναι δύσκολη υπόθεση. Πάρα πολλοί άνθρωποι κουβαλάνε τα απωθημένα τους, τις εκπληρώσεις των ονείρων τους. Και πρέπει να παραμείνουν αλώβητοι από την εξουσία και την άσκηση διοίκησης. Ενώ δεν έχουμε τίποτα στα χέρια μας κι είμαστε οι τελευταίοι τροχοί της αμάξης, έρχονται άνθρωποι σε μας για ρουσφέτια. Από κεκτημένη ταχύτητα- πιστεύουν ότι είμαστε θεσμός εξουσίας. Η αιτία που μάλλον δεν θα τα παρατήσω, είναι οι επόμενοι. Εγώ έμπλεξα με αυτό γιατί διέγνωσα έναν κίνδυνο που έρχεται καλπάζοντας: να είναι κυβέρνηση η κυρία Λεπέν – αν δεν ήταν η επιστολική ψήφος, θα ήταν ήδη εδώ και 3 χρόνια. Ο Σαλβίνι ήταν κυβέρνηση στην Ιταλία πριν από 6 μήνες. Στην Αυστρία είναι φασίστες. Στην Κροατία είναι ένας φασίστας ο οποίος έχει καταργήσει το κοινοβούλιο εδώ και 4 μήνες με πρόσχημα τον κορονοϊό. Η Χρυσή Αυγή μετασχηματίζεται τώρα σε κάτι που θα λέει: Οι μετανάστες δεν είναι κακοί, τους αγαπάμε σαν παιδιά μας, απλώς προτιμάμε να φροντίσουμε πρώτα τα παιδιά μας και μετά τους μετανάστες. Όλοι αυτοί οι φασίστες θα κυβερνήσουν γιατί δεν υπάρχει καμία εναλλακτική προς τα αριστερά. Το λογικό θα ήταν η αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού λόγω των αδιέξοδων που έφερε -γιατί πτώχευσε την εργατική τάξη ακόμα και στις πλούσιες χώρες – να τους κάνει να πουν: απέτυχε η δεξιά. Έτσι οδηγήθηκαν στον Τσίπρα, στους Podemos -και αυτοί αποδείχθηκαν συστημικότεροι του συστήματος. Έτσι, η μόνη διέξοδος που αφήνεται στους λαούς που πτωχοποιούνται και συνθλίβονται, και τους λένε: υποτάξου, πες ναι στην Κομισιόν, είναι ο λαϊκισμός της άκρας δεξιάς. Εγώ είμαι εδώ για να μην πάνε στους φασίστες. Η μόνη εναλλακτική που έμεινε είναι το DiEM25- που δεν πάει καλά. Έχει 1.500.000 ψήφους σε μια Ευρώπη 250.000.000 ψηφοφόρων – είναι ποσοστό κάτω από 1%. Είναι δύσκολα τα πράγματα αλλά υπάρχει και οφείλουμε να το στηρίξουμε. Πριν τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, φαβορί ήταν οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές, και το outsider, οι φασίστες και ναζιστές, μπήκε και έκανε κουμάντο. Τώρα γιατί να μην γίνει μια αντιστροφή; Το αναμφισβήτητο φαβορί είναι οι φασίστες. Γιατί να μην γίνει πάλι η έκπληξη και να μπουν οι αναρχοκομμουνιστές να κάνουν τη διαφορά; Έχω πάντα αυτή την ελπίδα! Προκειμένου να κυβερνήσουν φασίστες και να σκοτώνουν μετανάστες στο δρόμο, δεν θα σταματήσω. Θα συνεχίσω να είμαι πολιτικός.
Είναι ένα ζήτημα αυτό… Το βασικό ζήτημα είναι το υπαρξιακό, θα πεθάνουμε, και όλοι δεν είμαστε έτοιμοι. Από πέντε ετών που το ανακαλύπτουμε έχουμε πολύ σοβαρό θέμα με αυτό. Πρέπει κανείς να απαντήσει στο ερώτημα: τι νόημα έχει αυτή η ζωή αφού είναι τόσο μικρή- γιατί είναι μικροσκοπική σε σχέση με τους συμπαντικούς χρόνους. Αν σκεφτείς ότι στη γη πήρε 64 δισεκατομμύρια χρόνια να φιλοξενήσει ζωή, καταλαβαίνεις ότι ογδόντα χρόνια είναι ένα τίποτα. Επειδή δυσκολεύεται κανείς πολύ να βρει ένα νόημα, αναζητούμε μία ανακούφιση. Εγώ τη βρήκα στην ιδέα των πριν και των επόμενων. Η ανθρωπότητα προχωράει, πάει πίσω… Εδώ και δέκα χρόνια πάμε πίσω, αλλά άλλες φορές έχουμε τρέξει φοβερά μπροστά. Ενώ φοβόμουν πάρα πολύ τον θάνατο, εδώ και λίγα χρόνια δεν τον φοβάμαι, γιατί δεν θα πεθάνω: το είδος μου θα κατατείνει προς τα εκεί που ήθελα να πάω κι εγώ, θα θέλει αγάπη, δικαιοσύνη και ισότητα. Κι έχει μια λυσσασμένη διάθεση να το πετύχει γιατί, υποπτεύομαι, είναι λειτουργικό, το βολεύει το είδος. Είναι μια κατάσταση όπου τα πράγματα λειτουργούν εύρυθμα. Είναι καλό λειτουργικό μοντέλο. Αυτό θα γίνει με την πρόοδο. Με το να καταργηθεί η μισαλλοδοξία, να μην απαιτείς να είναι κι ο άλλος όπως εσύ, να δέχεσαι το διαφορετικό. Δεν θα το πετύχει μια γενιά, δυστυχώς δεν το πέτυχε καμία. Όμως όλοι μαζί κατατείνουμε σε αυτό. Θαυμάζω ανθρώπους που έχουν πεθάνει αλλά είναι φίλοι μου, παρόλο που το μέγεθός τους είναι πολύ μεγαλύτερο: ο Μαρξ, ο Λένιν, ο Τσε, ο Κουν, ο Τεννεσί Ουίλιαμς, ο Παζολίνι, ο Φελίνι, ο Χριστός, ο Σωκράτης. Όλοι αυτοί είχαν τη διάθεση να φέρουν τα πράγματα που θα έρθουν. Και υπάρχουν οι αντίπαλοί τους που τα φρενάρουν. Μου αρέσει πολύ που είμαι μέρος αυτού του παιχνιδιού. Εγώ δεν είμαι κάποιο μεγάλο μέγεθος στην ιστορία, αλλά σε αυτό που θα παραλάβουν οι επόμενοι θα έχω παίξει κάποιο ρόλο, θα τους κάνω τη δουλειά τους λίγο πιο εύκολη, όπως την έκανε για μένα κάποιος που έζησε πριν και δεν τον γνώρισα καν. Αυτή είναι η πιο παρήγορη σκέψη που έχω. Παρήγορη είναι κι η επιστήμη, που προσπαθεί να ερμηνεύσει αυτά που διέπουν τη ζωή μας και το σύμπαν. Είναι προφανές ότι δεν έχουμε την προίκα να εννοήσουμε το όλον που μας περιέχει. Η επιστήμη είναι η μη παραίτηση των ανθρώπων από το να διαπράξουν το αδιανόητο. Οι επιστήμονες είναι οι μόνοι που ξέρουν ότι δεν θα καταλάβουν. Ο Στήβεν Χώκινγκ το ήξερε. Ωστόσο δεν σταματάνε. Όταν ήμουν μικρός και ανερμάτιστος, ρωτούσα το Νίκο Μαστοράκη: Για ποιο λόγο ο Τσέχωφ είναι σπουδαίος; Εμένα δεν μου αρέσει, πλήττω. Κι αυτός μου έλεγε: Είσαι μικρός ακόμα. Γιατί οι Τρεις Αδελφές δεν θα φτάσουν ποτέ στη Μόσχα. Αλλά σε όλη τη διάρκεια του έργου παίρνουν φόρα και σκάνε πάνω στον τοίχο που τις εμποδίζει να πάνε εκεί. Ούτε ο θείος Βάνιας θα κάνει ποτέ αυτό που θέλει. Όλων των ηρώων του έχει λήξει ο χρόνος τους πριν αρχίσει η ιστορία. Όμως έχουν αστείρευτη ενέργεια να εξακολουθούν να προσπαθούν να ξεφύγουν. Θα συνεχίσουν να μάχονται μέχρι τέλους. Οι επιστήμονες ξέρουν πως δεν θα καταλάβουν, αλλά συνεχίζουν να ψάχνουν, συνεχίζουν να διατυπώνουν θεωρίες. Αυτό για μένα είναι πολύ συγκινητικό.