Φωτογραφίες: Σοφία Μανώλη
Επιμέλεια κειμένου: Δήμητρα Αλεξοπούλου
Ο Ανέστης Αζάς τα τελευταία χρόνια ταυτίστηκε με την Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, το περίφημο -1 του Ρεξ, που συνδιηύθυνε με τον Πρόδρομο Τσινικόρη, αναδεικνύοντας πολλούς νεώτερους δημιουργούς και χαρίζοντάς μας πολλές ευτυχείς θεατρικές στιγμές. Και οι δυο τους υπήρξαν βέβαια παλαιοί μας γνώριμοι, έχοντας ήδη θητεύσει στον νεόκοπο τότε για την Ελλάδα χώρο του θεάτρου ντοκυμαντέρ. Η παράσταση Ερωτικές Καρτ Ποστάλ από την Ελλάδα, την οποία σκηνοθετεί στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, πέρασε την περιπέτεια της πολύμηνης αναβολής, καθώς επρόκειτο να κάνει πρεμιέρα ελάχιστες μέρες μετά την επιβολή του lockdown. Μαζί με τη Λένα Κιτσοπούλου που έγραψε και επιμελήθηκε τα κείμενα, αναθεώρησαν την αρχική της μορφή και είναι πλέον πανέτοιμοι να συναντήσουν το κοινό υπό τις νέες, πρωτοφανείς για όλους μας συνθήκες θέασης.
Θα έχουμε να ακούσουμε πολλές περιπέτειες παραστάσεων που κακόπαθαν με το lockdown αλλά ας ξεκινήσουμε από την περιπέτεια των Ερωτικών Καρτ Ποστάλ. Τι συνέβη λοιπόν; Είχαμε ξεκινήσει πρόβες τον Ιανουάριο. Η πρεμιέρα για τις Ερωτικές Καρτ Ποστάλ ήταν προγραμματισμένη για τις 18 Μαρτίου. Στις 12 Μαρτίου έγινε το lockdown. Αναγκαστικά διακόψαμε τις πρόβες και αρχίσαμε ξανά στα τέλη του Σεπτεμβρίου. Νομίζω ότι μάλλον καλό μάς έκανε αυτή η διακοπή: είδαμε το έργο από απόσταση. Έγιναν κάποια πράγματα πιο συγκεκριμένα, γράφτηκαν κάποιες επιπλέον σκηνές. Τώρα είναι στην τελική του μορφή και είμαστε έτοιμοι να ανέβει. Την προηγούμενη εβδομάδα κάναμε γενικές πρόβες που βιντεοσκοπήθηκαν. Θα κάνουμε μία-δύο πρόβες ακόμα για να το ζεστάνουμε και έχουμε πρεμιέρα την Πέμπτη . Είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι σε αυτό το επίπεδο με τη Λένα Κιτσοπούλου, αν και γνωριζόμαστε πολλά χρόνια, από πριν τη Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. Είχε παρακολουθήσει πρόβες του Γκότσεφ στο Βερολίνο την περίοδο που εγώ δούλευα ως βοηθός του.
Θυμάμαι ότι η Λένα έπαιζε στους Πέρσες. Ναι, το 2009 στην Επίδαυρο. Όπως ήταν και ο Πρόδρομος -στον χορό. Με τη Λένα θέλαμε πάντα να κάνουμε κάτι μαζί, αλλά ποτέ δεν μας δόθηκε η ευκαιρία. Όταν προέκυψε η ιδέα για αυτή την παράσταση, πρότεινα συνεργασία στη Λένα και ξεκινήσαμε να δουλεύουμε. Ήδη από το προηγούμενο καλοκαίρι είχαμε κάνει κάποιες πρώτες συναντήσεις brainstorming. Βλέπαμε ταινίες, ρεπορτάζ για τα καμάκια, σκάβαμε στο ίντερνετ να βρούμε υλικό. Η Λένα είχε γράψει κάποιες σκηνές πριν ξεκινήσουμε πρόβες, κάποιες άλλες αναπτύχθηκαν κατά την διαδικασία των προβών μέσα από αυτοσχεδιασμούς. Περάσαμε από διάφορα στάδια, δοκιμάστηκε κάποια στιγμή και πιο documentary υλικό. Τελικά πήρα την απόφαση να είναι πιο καθαρό το λογοτεχνικό στίγμα της Λένας στο κείμενο. Πιστεύω ότι είναι καλύτερα έτσι για το έργο. Αυτό που έχουμε κάνει είναι μία σύνθεση σκηνική με πολλή μουσική. Μία παράσταση σπονδυλωτή, με αυτοτελή επεισόδια που όλα έχουν σαν κοινό θεματικό άξονα ότι διαδραματίζονται την περίοδο των καλοκαιρινών διακοπών -μία σειρά από ιστορίες που για κάποιο λόγο έχουν πάει στραβά. Σκοτεινές ερωτικές ιστορίες από το ελληνικό καλοκαίρι. Νομίζω ότι είναι ένας ωραίος στοχασμός για όλα όσα σημαίνει ο μύθος του καλοκαιριού στην κουλτούρα μας και στον τρόπο που ζούμε εδώ στην Ελλάδα, που δουλεύουμε όλο τον χρόνο για τις δέκα μέρες που θα πάμε διακοπές. Δώσαμε βαρύτητα στο να αποτελεί ένα σχόλιο πάνω στην μάτσο κουλτούρα του σεξισμού που κυριαρχεί σε αυτή τη χώρα. Αυτή είναι η βάση της παράστασης. Είναι μία αθυρόστομη παράσταση. Αυτό είναι όμως και το λογοτεχνικό της ύφος, συνειδητά το χρησιμοποιούμε. Σκέψου ότι ο αρχικός τίτλος ήταν Η Ιστορία της Πορνογραφικής Καρτ Ποστάλ. Τελικά επιλέχθηκε το Ερωτικές Καρτ Ποστάλ από την Ελλάδα. Μία έμπνευση ήταν αυτές οι σατυρικές λεγόμενες fancy καρτ ποστάλ που κυκλοφορούσαν πολύ στα 80s: απεικονίσεις από όργια, κορμιά στον ήλιο με φόντο κάποιο κυκλαδίτικο γκρεμό ή κάποιο άλλο σημείο του Αιγαίου.
Έχεις ήδη απαντήσει στο επόμενο που ήθελα να ρωτήσω: το ύφος σου και το ύφος της Λένας είναι διακριτά και αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους. Αναρωτιόμουν τι επικράτησε. Κειμενικώς, λοιπόν, είναι Λένα. Ναι, αν και κάποιες σκηνές δεν τις είχε γράψει η Λένα, προέκυψαν από την πρόβα και εκείνη τις επιμελήθηκε. Αλλά λογοτεχνικά θεωρώ ότι, και ήταν επιλογή μας, αυτό που τελικά ακούγεται είναι κείμενο της Λένας. Οφείλω να πω ότι είναι μία δύσκολη συγγραφέας. Νομίζει κανείς ότι επειδή χρησιμοποιεί μία καθημερινή γλώσσα θα είναι κάτι εύκολο, αλλά δεν είναι. Αν το πάρεις αψήφιστα μπορεί να σου ξεφύγει η ουσία και να κατρακυλήσει σε μία γρήγορη παρωδία. Αν το πάρεις στα σοβαρά όμως, θα καταλάβεις ότι είναι δύσκολο, ότι έχει μία μουσικότητα το κείμενο. .
Όταν ξαναρχίσατε πρόβες, ήταν ακόμα ρευστό το τοπίο. Δεν ξέρατε ούτε αν θα κάνετε πρεμιέρα, ούτε πότε, ούτε πώς. Δεν είναι λίγο πιεστικό ψυχολογικά αυτό; Αποκαρδιωτικό τελείως. Ξεκινήσαμε διότι οφείλαμε να ξεκινήσουμε. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να το πάρεις απόφαση να δουλέψεις όταν δεν ξέρεις καν αν θα παίξεις. Από την άλλη, αυτή η επτάμηνη διακοπή βοήθησε. Η ενέργεια των ηθοποιών ήταν πολύ πιο συγκεντρωμένη και συμπυκνωμένη. Όλοι είχαν όρεξη να ξαναπαίξουν θέατρο. Ακόμα κι αν δεν ξέραμε αν θα ανέβει η παράσταση, βρήκαμε την ενέργεια να επικεντρωθούμε στις πρόβες. Και τελικά μας έκανε καλό. Βέβαια, αφού περάσαμε όλα αυτά τα στάδια, ακόμα δεν ξέρουμε τι θα γίνει. Θα γίνει on line, θα γίνει στη σκηνή; Αν είναι να γίνει on line θα χρειαστεί διαφορετική αντιμετώπιση από το αν θα γινόταν για τη σκηνή. Αλλά λίγο βλέποντας και κάνοντας, λίγο με την ελπίδα, λίγο με τη γενική πίεση που υπήρχε αυτές τις προηγούμενες εβδομάδες -ότι πρέπει επιτέλους να βγει ένα πλαίσιο λειτουργίας και για τα θέατρα εφόσον όλοι οι υπόλοιποι χώροι λειτουργούν, θεωρήσαμε ότι θα παίξουμε την παράσταση, και τελικά έτσι θα γίνει. Θα είναι όμως μία πάρα πολύ δύσκολη σεζόν. Θα δείξει αν ακόμα και αυτό το 30% θα λειτουργήσει ή αν ο κόσμος θα είναι τόσο φοβισμένος που δεν θα έρθει ούτε αυτό το 30% στα θέατρα.
Είναι σαφώς ένα ερώτημα -και υπάρχει άλλο ένα. Ότι, αν μη τι άλλο, η Στέγη και το 30% και την ενδεχομένως χαμηλή προσέλευση είναι σε θέση να αντιμετωπίσει. Οι περισσότεροι δεν είναι σίγουρο ότι μπορούν να το σηκώσουν οικονομικά αυτό. Δεν ξέρω πόσοι θα παίξουν φέτος. Ούτε εγώ ξέρω. Το κράτος θα πρέπει να βοηθήσει τα θέατρα και τους κινηματογράφους, να επιδοτήσει τις κενές θέσεις με κάποιον τρόπο. Να σωθεί το πολιτιστικό κεφάλαιο της χώρας. Έχει ακουστεί και ελπίζω να γίνει. Αν οδηγηθούμε σε μαζικές χρεοκοπίες και κλείσουν τα θέατρα και οι πολιτιστικοί χώροι, θα είναι νομίζω μεγάλη απώλεια για τη χώρα μας.
Είναι διακριτός ο κίνδυνος κάποια στιγμή να βρεθούμε με ένα εμβόλιο το οποίο θα λύσει αυτόν τον γόρδιο δεσμό, αλλά να μην έχουν επιβιώσει οι μισοί κινηματογράφοι και τα τρία τέταρτα των θεάτρων. Εμείς έχουμε το προνόμιο να συμμετέχουμε σε αυτό το σύστημα παραγωγής δουλεύοντας και εδώ στην Ελλάδα με σοβαρούς θεσμούς, αλλά και στο εξωτερικό. Τι γίνεται με τα παιδιά που βγαίνουν τώρα από τις σχολές; Είμαι πάρα πολύ ανήσυχος. Δεν θα ήθελα καθόλου να είμαι στη θέση τους.
Τελικά κανείς δεν θα ήθελε να είναι στη θέση των επομένων και η κατάσταση εξακολουθεί να επιδεινώνεται. Κάθε φορά οι επόμενοι αντιμετωπίζουν ακόμα χειρότερες συνθήκες. Είπες ότι με τη Λένα συναντηθήκατε στο Βερολίνο. Για σένα η Γερμανία έχει υπάρξει ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο. Πώς βρέθηκες εκεί; Για σπουδές σκηνοθεσίας.
Είχες ξεκινήσει στην Ελλάδα; Ναι, στο τμήμα θεάτρου στη Θεσσαλονίκη. Ήταν μία περίοδος που ήμουν πιτσιρικάς, έβραζε το αίμα, ήθελα να φύγω οπωσδήποτε από την Ελλάδα, να ανοίξω τους ορίζοντές μου. Τότε το Βερολίνο ήταν ακόμα μία πόλη πάρα πολύ οικονομική. Έβρισκες δουλίτσες για να επιβιώσεις και σπίτι με φτηνό ενοίκιο. Είχα δει παραστάσεις γερμανικού θεάτρου και με ενδιέφερε, μου άρεσε αυτό που έβλεπα. Το έβρισκα ιντριγκαδόρικο, προκλητικό, ενδιαφέρον. Θυμάμαι που συζητούσαμε με τον Σίμο Κακάλα για τις Βάκχες του Λάνγκχοφ που είχαμε δει το 1997. Λέγαμε ο ένας στον άλλο: Κοίτα να δεις τελικά τι μπορεί να κάνει αυτή η τέχνη! Κάπως έτσι βρέθηκα εγώ εκεί πέρα. Χωρίς να ξέρω 100% αν θέλω να κάνω θέατρο ή κινηματογράφο. Αλλά τα πράγματα ήρθαν έτσι που βρέθηκα στο θέατρο.
Τι είδες εκεί και σε επηρέασε; Καταρχάς παρακολουθούσα συστηματικά τις παραστάσεις της Volksbühne εκείνη τη χρυσή εποχή που ήταν ο Κάστορφ, ο Σλίνγκενζιφ, ο Μαρτάλερ, ο Πόλες στα πρώτα του. Μετά ως φοιτητής δούλευα σε παραστάσεις και παρακολουθούσα πρόβες. Συνεργάστηκα πιο στενά με τον Μίτκο Γκότσεφ. Μετά συνεργαστήκαμε και με τον Πρόδρομο Τσινικόρη με τους Rimini Protokoll και με τον Ντάνιελ Βέτσελ διατηρούμε μία φιλία μέχρι σήμερα.
Οι Rimini ήταν από τους πρωτεργάτες της έκρηξης αυτού που σήμερα ονομάζουμε θέατρο ντοκυμαντέρ, το οποίο κι εσείς ακολουθήσατε σε πολύ μεγάλο βαθμό. Τι ήταν αυτό που σε έκανε να πεις: εδώ είμαστε, αυτό πρέπει να κάνω; Το είδα κυρίως σαν μία τεχνική, έναν τρόπο προσέγγισης, έναν τρόπο για να γράφεις καινούργια έργα και να μπορείς στο θέατρο να σχολιάσεις ζητήματα πολιτικής και κοινωνικής φύσης. Να φτιάξεις κατά κάποιον τρόπο δικά σου εναλλακτικά αφηγήματα απέναντι στο mainstream αφήγημα που κυριαρχεί γύρω μας. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, μιλάω κυρίως για την περίοδο της κρίσης του 2011 όπου είχαμε ήδη κάνει με τους Rimini Protokoll τον Προμηθέα στην Αθήνα. Εγώ είχα κάνει μία απόπειρα μόνος μου το 2008 στο ΔΗΠΕΘΕ Σερρών με ένα έργο για το εργοστάσιο ζάχαρης. Αποφασίσαμε με τον Πρόδρομο ότι είναι μία καλή στιγμή να δοκιμάσουμε να κάνουμε τα δικά μας έργα ντοκυμαντέρ -έχοντας πλέον μάθει την τεχνική από τους Rimini Protokoll. Ξεκινήσαμε με το Ταξίδι με Τρένο που ήταν η πρώτη μας δουλειά σε αυτό το είδος θεάτρου. Ήταν με ανθρώπους που εργάζονταν στον ΟΣΕ, σε μία εποχή όπου η όλη ρητορική γύρω μας ισχυριζόταν ότι για την κρίση φταίνε οι δημόσιοι υπάλληλοι και ότι πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα για να λυθούν τα προβλήματα. Ήταν για εμάς ένα όχημα, ένας τρόπος να έρθουμε κοντά στους ανθρώπους, να μιλήσουμε με αυτούς και να δείξουμε την άλλη όψη του νομίσματος.
Έχουμε ήδη αναφέρει το όνομα Πρόδρομος αρκετές φορές. Έχετε μία πολύχρονη συνεργασία, η οποία σας οδήγησε και στη θέση των υπευθύνων της Πειραματικής Σκηνής. Νομίζω ότι υπήρξε σημαντική περίοδος, γιατί και με τις επιτυχίες και με τις αποτυχίες σας, αναδείχθηκε ένα ρεύμα το οποίο υπήρχε στο ελληνικό θέατρο, αλλά ήταν στην πλευρά του παγόβουνου που είναι κάτω από το νερό. Εμείς προσπαθήσαμε στην Πειραματική να δώσουμε βήμα σε νέους, ενδιαφέροντες καλλιτέχνες και δημιουργούς θεάτρου. Παρακολουθούσαμε τη σκηνή της πόλης πηγαίνοντας σε πάρα πολλές παραστάσεις. Προσπαθούσαμε να δώσουμε χώρο σε αυτή την επόμενη γενιά σκηνοθετών και σε ανθρώπους που τους ενδιέφεραν πιο υβριδικές μορφές θεάτρου. Η δική μας αφετηρία δεν ήταν τα κείμενα, αλλά η σκηνοθετική γραφή. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα κείμενα δεν μας ενδιέφεραν. Η τελευταία σεζόν σε δικό μας προγραμματισμό, η οποία δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί λόγω πανδημίας, ήταν εστιασμένη σε κείμενα. Είδαμε το Και τώρα ο Κόσμος της Συμπίλε Μπεργκ σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου, και τώρα παίζεται -και είναι πολύ καλή παράσταση- το Παίζοντας το Θύμα των αδελφών Πρεσνιάκοφ σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή. Αυτό ήταν το δικό μας κριτήριο: να δημιουργηθεί ένας χώρος εναλλακτικού θεάτρου στην Αθήνα. Υπήρχαν, βέβαια, πάντα και πιο αναγνωρισμένοι καλλιτέχνες στο πρόγραμμα της Πειραματικής. Συνεργαστήκαμε με τη Λένα Κιτσοπούλου, αλλά και με τον Σίμο Κακάλα ο οποίος έκανε ένα εξαιρετικό Γιόχαν Φάτσερ -ένα κείμενο του Μπρεχτ σε διασκευή Ελένης Βαροπούλου, που παίζεται σπάνια στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Προσπαθήσαμε δηλαδή να εκμεταλλευτούμε τη συνθήκη του Εθνικού Θεάτρου για να φτιάξουμε έναν τέτοιο υβριδικό χώρο, απελευθερωμένο από τους περιορισμούς που σου βάζει η ελεύθερη σκηνή, τους εμπορικούς. Δεν μας ενδιέφερε να επαναλάβουμε ένα συμβατικό ρεπερτόριο, αλλά να δούμε κατά πόσο μπορούμε να μετακινήσουμε λίγο τα όρια. Αυτό προσπαθήσαμε να κάνουμε. Άλλες φορές το πετύχαμε, άλλες λιγότερο. Την πρώτη χρονιά θεωρώ ότι είχαμε μεγαλύτερη τρέλα και περισσότερες ελευθερίες. Από τη δεύτερη κι έπειτα πήγαμε αναγκαστικά με τον τρόπο που λειτουργεί το Εθνικό Θέατρο, που είναι αρκετά περιοριστικός. Την πρώτη χρονιά ήταν πιο ριψοκίνδυνα τα πράγματα που κάναμε. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι την δεύτερη χρονιά οι παραστάσεις ήταν λιγότερο ενδιαφέρουσες. Έχουμε έναν τελικό απολογισμό 20-25 παραστάσεων.
Συν το Φεστιβάλ. Συν το Φεστιβάλ, στο οποίο προσπαθήσαμε να αναδείξουμε νέες ομάδες και νέους σκηνοθέτες. Πολλοί από αυτούς που βλέπεις τώρα να είναι όντως η νέα γενιά που βγαίνει στο ελληνικό θέατρο, πρωτοεμφανίστηκαν μέσα από τη δική μας Πειραματική σκηνή. Είμαι πολύ χαρούμενος για αυτό.
Με την ολοκλήρωση της δικής σας θητείας δεν υπήρξε αντικατάστασή σας, αλλά επί της ουσίας κατάργηση της Πειραματικής Σκηνής. Είναι δείγμα μιας γενικότερης συντηρητικής στροφής και στο Εθνικό, αλλά και γενικότερα στο ελληνικό θέατρο; Νομίζω ότι υπάρχει μια συντηρητική στροφή γενικότερα στα πράγματα, και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Όμως δεν θα κρίνω εγώ τις επιλογές του εκάστοτε καλλιτεχνικού διευθυντή, γιατί ο καθένας έχει το όραμά του, παίρνει τις αποφάσεις του κι από αυτές κρίνεται στο τέλος.
Με την απόσταση του χρόνου που έχει περάσει, ήθελα να θίξουμε κι ένα επώδυνο σημείο στην αρχή της θητείας σας. Μιλώ φυσικά για την υπόθεση της Ισορροπίας του Νας. Δεν έχει κανένα νόημα να ξαναπούμε τις ίδιες ιστορίες. Αναρωτιέμαι απλώς αν σήμερα θεωρείτε πως θα μπορούσατε να έχετε χειριστεί τα πράγματα διαφορετικά, ή θα παίρνατε ξανά τις ίδιες αποφάσεις. Μιλάμε για την επιλογή του έργου ή για το πώς αντιδράσαμε μετά; Γιατί αυτό δεν ήταν δική μας επιλογή, ήταν επιλογές του καλλιτεχνικού διευθυντή. Εμείς δεν είχαμε τέτοια δύναμη.
Υπήρχε πάντα η επιλογή της παραίτησης. Η οποία βεβαίως μπορεί στιγμιαία να σας είχε κάνει ήρωες, αλλά θα είχε στερήσει από όλους μας όλα αυτά που έλαβαν χώρα τα επόμενα χρόνια στην Πειραματική Σκηνή. Αυτά που συνέβησαν τότε με την Ισορροπία του Νας έδειξαν κάποια όρια στην ελευθερία της έκφρασης και της τέχνης που υπάρχουν σε αυτή την κοινωνία και σε αυτή τη χώρα. Δεν νομίζω ότι κάθε φορά που δημιουργείται ένα τέτοιου τύπου σκάνδαλο η λύση είναι να παραιτούνται οι υπεύθυνοι των σκηνών -ή των γκαλερί όπου μπορεί να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή ένα άλλο ζήτημα. Αλλά νομίζω ότι είναι, όχι η μόνη, αλλά μία από τις λειτουργίες της Τέχνης να τσιγκλάει τα ταμπού μιας κοινωνίας. Το θέατρο και η Τέχνη ζουν από τα ταμπού. Η πρώτη μεγάλη απαγόρευση στην ιστορία του θεάτρου είναι για την Άλωση της Μιλήτου. Το θέατρο ξεκινάει από μια απαγόρευση.
Βέβαια! Ο Φρύνιχος. Θύμισε τα οικεία κακά. Ακριβώς. Άρα είναι μέσα στη λειτουργία του θεάτρου, αλλά και στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε εμείς το θέατρο, η ενασχόληση με τα ταμπού μιας κοινωνίας. Και δυστυχώς το συγκεκριμένο θέμα, παρόλο που πιστεύω ότι έχει λήξει, εξακολουθεί να αποτελεί ταμπού. Έχουμε αυτό το πρόβλημα: δεν μπορούμε ακόμα να βρούμε τη γλώσσα να μιλήσουμε για την πρόσφατη πολιτική ιστορία του τόπου μας. Δεν ξέρω, είναι ζήτημα κουλτούρας; Παιδείας; Ακούστηκαν πράγματα τρελά, ότι εμείς ηρωοποιούμε τους τρομοκράτες και τους δολοφόνους. Άνθρωποι που δεν έχουν πατήσει ποτέ το πόδι τους στο θέατρο έβγαζαν λόγους στη Βουλή και δαιμονοποιούσαν πρόσωπα και καταστάσεις. Ακραία πράγματα. Ένας ηθικός πανικός και μία υστερία που εμποδίζει να γίνει ένας σοβαρός διάλογος, να αναπτυχθεί μια διαλεκτική πάνω στα ζητήματα της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας του τόπου. Το αποτέλεσμα είναι κάθε τρεις και λίγο να τρελαινόμαστε με κάποιο άλλο θέμα που θίγει κάτι που είναι ιερό για μας και μας προσβάλλει.
Μιας που συνεργάζεσαι αυτή τη στιγμή με τη Λένα Κιτσοπούλου, να θυμίσω και τον Αθανάσιο Διάκο της: αν δεν ήταν για τρία βράδια στο Φεστιβάλ Αθηνών, αλλά για περισσότερο διάστημα σε κάποιο αθηναϊκό θέατρο, δεν ξέρω τι αντιδράσεις θα είχε προκαλέσει και αν θα ολοκλήρωνε ομαλά τον κύκλο του. Πάντως για την ιστορία να δηλώσω πως χαίρομαι που τελικά δεν παραιτηθήκατε κι έτσι είχαμε τα χρόνια της Πειραματικής. Κι επίσης, καθώς ήμουν εκεί το τελευταίο εκείνο βράδυ που παίχτηκε η παράσταση, να επιβεβαιώσω πως καμία ηρωοποίηση τρομοκρατών δεν υπήρξε. Καθότι διεκδικώ το copyright ότι με τον Πρόδρομο σας έχω βαφτίσει Διόσκουρους, θέλω να μιλήσουμε για αυτή τη σχέση και προσωπικά και καλλιτεχνικά. Ταυτιστήκατε, γίνατε δίδυμο, για ένα ικανό διάστημα. Πόσο εύκολο και πόσο δύσκολο είναι αυτό; Όπως σε όλες τις σχέσεις, εννοείται ότι υπάρχουν και δύσκολες στιγμές. Νομίζω ότι ξεκινάει από το γεγονός ότι είχαμε κοινή αντίληψη για το θέατρο. Ίσως επειδή προερχόμαστε από τον γερμανόφωνο χώρο και έχουμε σχέση με αυτόν, είχαμε κοινές αναφορές. Ο Πρόδρομος γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Βούπερταλ, μετά ήρθε στη Θεσσαλονίκη για σπουδές. Έτυχε να συναντηθούμε δύο συνεχόμενες χρονιές σε δύο μεγάλες παραγωγές του Φεστιβάλ Αθηνών, τους Πέρσες του Γκότσεφ και τον Προμηθέα στην Αθήνα.
Εκεί γνωριστήκατε; Ναι, στους Πέρσες. Είχαμε γνωριστεί και πιο πριν, αλλά εκεί βρεθήκαμε για πρώτη φορά να συνεργαζόμαστε στο χώρο της ίδιας παράστασης. Το ένα έφερε το άλλο και στη συνέχεια είχαμε αυτή την πορεία.
Θα συνεχίσετε μαζί ή θα πάρει ο καθένας το δρόμο του; Καλή ερώτηση. Είμαστε ανοιχτοί στο ενδεχόμενο να ξανασυνεργαστούμε. Αλλά ταυτόχρονα έχουμε και την ανάγκη ο καθένας να κάνει δικά του πρότζεκτ και άλλες συνεργασίες. Το θεωρώ υγιές αυτό. Είναι μία πολυεπίπεδη συνεργασία, σκηνοθετικά, δραματουργικά, τα τέσσερα χρόνια της Πειραματικής… Θεωρώ ότι σε πάρα πολλά ζητήματα αλληλοσυμπληρωνόμαστε. Έχουμε κατακτήσει μία επικοινωνία που μπορούμε απλά να κοιταχτούμε και να καταλάβουμε τι εννοούμε. Αυτό είναι πολύ σπουδαίο, δεν το συναντάς κάθε μέρα. Είναι κάτι που δουλεύεται πολλά χρόνια και δεν το αφήνεις εύκολα. Αλλά παράλληλα είναι υγιές να παίρνεις τις αποστάσεις σου και να κάνεις και άλλα πράγματα.
Στη συνεργασία σας ποιος ωθεί τα πράγματα προς τα πού; Ποιες είναι οι τάσεις του καθενός και πώς γίνεται η σύνθεση; Δεν μου είναι εύκολο να το απαντήσω αυτό γιατί πιστεύω πραγματικά ότι μία λειτουργική συνεργασία είναι θέμα χημείας. Ίσως ο Πρόδρομος είναι σε πολλά πράγματα πιο οργανωτικός από εμένα. Είναι πολύ πιο προσεκτικός με τα κείμενα. Δεν είναι τυχαίο ότι συνεργάζεται με άλλες ομάδες ως δραματουργός. Επίσης προέρχεται από την υποκριτική, είναι πολύ καλός performer. Ειδικά στον Τηλέμαχο που είχε βάλει μέσα και όλη του την προσωπική ιστορία. Και συγγραφικά έχει κατά καιρούς πάρει το πάνω χέρι σε αυτή τη συνεργασία. Εγώ προέρχομαι πιο πολύ από τη σκηνοθεσία, έχω περισσότερο το από έξω μάτι, ίσως είμαι λίγο πιο θεωρητικός. Αλλά νομίζω ότι το βασικό είναι ότι έχουμε παρόμοιο χιούμορ. Πιστεύουμε και οι δύο ότι δεν μπορείς να θίξεις σοβαρά πράγματα με σοβαροφανή τρόπο. Έχουμε και οι δύο την ίδια απέχθεια για την εύκολη συγκίνηση, για το να εκβιάζεις συναισθήματα σε μία δραματουργία, σε μια οποιοδήποτε αφήγηση. Και αρέσει και στους δύο να βλέπουμε πολλές ταινίες.
Ανήκεις, και ανήκετε, στους ανθρώπους -δεν είναι πάρα πολλοί στο ελληνικό θέατρο- οι οποίοι συνήθως σχεδιάζουν σε βάθος χρόνου. Τα επόμενα πρότζεκτ τα ξέρετε ήδη; Εμείς έχουμε προγραμματισμένες κάποιες δουλειές, αλλά υπό τις παρούσες συνθήκες ποιος ξέρει τώρα τι από αυτά θα γίνει…
Υπάρχει κάτι που να είναι ανακοινώσιμο; Έχει ανακοινωθεί από πέρυσι μία παράσταση του Πρόδρομου στο Φεστιβάλ Αθηνών που ελπίζουμε ότι θα γίνει φέτος.
Η συνέχεια του Βυσσινόκηπου. Ναι. Μας έχει γίνει μία πρόταση να κάνουμε μία δουλειά στο Γκρατς της Αυστρίας του χρόνου. Ελπίζουμε ότι θα γίνει. Εγώ έχω μία άλλη δουλειά στο Βερολίνο που είναι να γίνει τους προσεχείς μήνες, αλλά κι εκεί τα πράγματα είναι πολύ άσχημα αυτή τη στιγμή και κανείς δεν εγγυάται ότι τα θέατρα θα εξακολουθήσουν να λειτουργούν. Αλλά δεδομένων των συνθηκών, υπάρχουν δουλειές που προγραμματίζονται για το μέλλον. Μας γίνονται προτάσεις. Τώρα σε λίγο έχω τηλεδιάσκεψη για μια πρόταση για το Ανόβερο, την πολιτιστική πρωτεύουσα του 2025. Τρέλα!
Όπου ελπίζουμε όλοι μας… Που ελπίζουμε ότι δεν θα έχει καταρρεύσει ο κόσμος, δεν θα έχει έρθει ο μετεωρίτης που θα δώσει τέλος σε όλο αυτό.
Και ότι θα υπάρχει ακόμα θέατρο. Αυτό ακριβώς.
Αυτό το πρότζεκτ του Βερολίνου που είναι πιο κοντά έχει κάποια χαρακτηριστικά που μπορείς να ανακοινώσεις; Έχει να κάνει με το Κρόιτσμπεργκ, το οποίο ήταν μέχρι το 1989 γειτονιά τούρκων μεταναστών. Xαρακτηριστικό του ήταν οι πάρα πολλές καταλήψεις -ήταν πυρήνας αυτού του πανκ κινήματος και της μυθολογίας του δυτικού Βερολίνου των 80s. Μετά την πτώση του Τείχους, σταδιακά αυτή η περιοχή που βρισκόταν στην άκρη της πόλης, βρέθηκε στο κέντρο. Ξεκίνησε μία διαδικασία: ακρίβυναν τα ενοίκια, προσπάθησαν να διώξουν τους κατοίκους, έκλεισαν τις καταλήψεις -έχουν μείνει ελάχιστες, μία ή δύο νομίζω. Αυτό είναι το θέμα αυτής της παράστασης. Θα είναι ένα documentary και είναι να γίνει τον Μάρτιο. Κάναμε μία πρώτη έρευνα σε συνεργασία με τον Γρηγόρη Λιακόπουλο πέρυσι, δεν προχώρησε λόγω covid και λόγω άλλων συνθηκών και ελπίζουμε να καταφέρουμε να την κάνουμε φέτος.